Η λίμνη Πλαστήρα βρίσκεται 25 χλμ. περίπου δυτικά της Καρδίτσας, σε υψόμετρο 800 μ. Το τοπίο είναι πανέμορφο, καθώς η λίμνη περιβάλλεται από ψηλά κατάφυτα βουνά, ενώ παρέχεται η δυνατότητα για ορειβασία, ψάρεμα, ιππασία, ποδηλασία και περιπάτους στο δάσος. Η λίμνη Πλαστήρα δημιουργήθηκε εκεί όπου υπήρχε παλιότερα ο ποταμός Ταυρωπός, που στα νότια συναντούσε τον Αχελώο. Η περιοχή αυτή ονομάζεται Νεβρόπολη, πιθανώς από την πληθώρα των ελαφιών που διαβιούσαν εκεί κάποτε (νεβρός είναι το νεογνό του ελαφιού). Περίπου το 1928 ο Νικόλαος Πλαστήρας συνέλαβε την ιδέα για την κατασκευή ενός φράγματος που θα έδινε λύση στο πρόβλημα της άρδευσης του θεσσαλικού κάμπου, της ύδρευσης της Καρδίτσας και άλλων κοινοτήτων, αλλά και την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος με την εκμετάλλευση της δύναμης του νερού. Η ιδέα ωρίμασε τη δεκαετία του ’50 και η κατασκευή του φράγματος ολοκληρώθηκε το 1960, οπότε και άρχισε η πλήρωση του ταμιευτήρα με νερό από τους παραποτάμους του Ταυρωπού.

Ετσι προέκυψε η λίμνη Ταυρωπού, που αργότερα μετονομάστηκε σε λίμνη Πλαστήρα, καταλαμβάνοντας έκταση περίπου 25.000 στρεμμάτων, με μήκος 12 χλμ., πλάτος 4 χλμ. και βάθος περίπου 60 μ. Το φράγμα έχει μήκος 220 μ. και ύψος 83 μ., υδρεύει την ευρύτερη περιοχή και αρδεύει και ολόκληρο τον κάμπο. Επιπρόσθετα, με τον σχηματισμό της και λόγω της μορφολογίας της γύρω περιοχής, δημιουργήθηκε ένα σκηνικό που εντυπωσιάζει με το ανάγλυφό του και η περιοχή πλέον αποτελεί πόλο έλξης χιλιάδων επισκεπτών και γνωρίζει μεγάλη τουριστική ανάπτυξη. Είναι λοιπόν φυσικό να είναι μεγάλη η αγωνία των Καρδιτσιωτών για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα των υδάτων της και του οικοσυστήματος που την περιβάλλει.

Για τους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή που αφορούν την ποιότητα του νερού και κατά συνέπεια και τη λίμνη Πλαστήρα μιλήσαμε με τον επίκουρο καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Κωνσταντίνο Κατσούλη.

Ποια είναι η γνώμη σας για την κλιματική αλλαγή και ποιες είναι οι επιπτώσεις της σε ένα οικοσύστημα;

«Η κλιματική αλλαγή αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του πλανήτη και εξελίσσεται σήμερα σε πραγματική κρίση. Η κλιματική κρίση έχει αυξήσει τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη και οδηγεί αρκετά συχνά σε ακραίες συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας. Οι ακραίες αυτές τιμές της θερμοκρασίας τους θερμούς μήνες (όταν έχουν μεγάλη διάρκεια αναφερόμαστε σε καύσωνες διαρκείας) αυξάνουν την εξάτμιση των υδάτων και σε συνδυασμό με την έλλειψη βροχοπτώσεων δημιουργούν έντονες περιόδους ξηρασίας.

Αμεση συσχέτιση της ανόδου της θερμοκρασίας αποτελεί και η μεταβολή της γεωγραφικής κατανομής των κλιματικών ζωνών οι οποίες τροποποιούν σε σημαντικό βαθμό την κατανομή πολλών φυτικών και ζωικών ειδών. Η θερμοκρασία του νερού είναι μία από τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν τη βιωσιμότητα των υδρόβιων οικοσυστημάτων, επειδή οι υδρόβιοι οργανισμοί έχουν ένα συγκεκριμένο εύρος θερμοκρασιών που μπορούν να ανέχονται.

Αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής είναι και η αύξηση των ακραίων βροχοπτώσεων σε ένταση και διάρκεια οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα και την ποσότητα του διαθέσιμου γλυκού νερού. Τα βρόχινα ύδατα μπορούν να προκαλέσουν πλημμυρικά φαινόμενα με δυσάρεστες επιπτώσεις στο χερσαίο και στο υδάτινο οικοσύστημα. Για παράδειγμα, η εισροή φερτών ουσιών, κυρίως οργανικών, στα υδάτινα οικοσυστήματα αυξάνει το οργανικό φορτίο των ιζημάτων. Η αποσύνθεση της οργανικής ύλης από αερόβιους μικροοργανισμούς έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της ποσότητας του διαλυμένου στο νερό οξυγόνου, δημιουργώντας σταδιακά ανοξικές συνθήκες στο υδάτινο οικοσύστημα».

Πώς γίνεται η αξιολόγηση της ποιότητας του νερού;

«Η διασφάλιση της ποιότητας του νερού των υδάτινων πηγών, των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και των οικοσυστημάτων γλυκών υδάτων θεωρείται πρωταρχικής σημασίας για τη ζωή των έμβιων οργανισμών. Η τελική αξιολόγηση της ποιότητας του νερού γίνεται με τη βοήθεια φυσικοχημικών παραμέτρων, οι οποίες με τη βοήθεια μαθηματικών μοντέλων καθορίζουν τους δείκτες ποιότητας του νερού (WQI – Water Quality Index). Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν η θερμοκρασία, η ενεργός οξύτητα, το διαλυμένο οξυγόνο, η σκληρότητα του νερού, η αγωγιμότητα, η θολερότητα, τα θρεπτικά συστατικά (κυρίως ενώσεις αζώτου και φωσφόρου), οι αιωρούμενες και οι διαλυμένες στερεές ουσίες καθώς και ορισμένα ιόντα και βαρέα μέταλλα».

Τελικά, πώς μπορεί να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα ενός οικοσυστήματος;

«Το περιβάλλον αποτελεί θεμέλιο τόσο για την ευημερία των κοινωνιών και τη βιωσιμότητα των οικονομιών όσο και ατομικά για την υγεία κάθε ανθρώπου. Με τη βοήθεια της επιστήμης για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών κρίσεων και την ουσιαστική συμμετοχή όλο και μεγαλύτερου τμήματος της κοινωνίας είναι εφικτή η προστασία των οικοσυστημάτων».