Ενώ άνθρωποι, σπίτια, καλλιέργειες και επιχειρήσεις συνεχίζουν να βουλιάζουν στα λασπόνερα, κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ούτε πόσο βαθιά είναι η «πληγή» στον πρωτογενή τομέα της χώρας από την καταστροφή του θεσσαλικού κάμπου ούτε ποιος θα είναι ο τελικός λογαριασμός της φονικής κακοκαιρίας.

Το μόνο σίγουρο είναι η απορρύθμιση της αγοράς τροφίμων. Για πόσο; Ουδείς γνωρίζει αυτή τη στιγμή. Αν και υπάρχουν αρκετοί οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η «αναποδιά» θα διαρκέσει μόνο για κάποιους μήνες, θεωρείται βέβαιο ότι οι ελλείψεις «σπέρνουν» ανατιμήσεις, με τις εισαγωγές να μεγεθύνονται και τις όποιες ελπίδες για αποκλιμάκωση των τιμών – έστω κι από του χρόνου – να «πνίγονται».

Μάλιστα, ήδη έχουν προκύψει φαινόμενα εξωφρενικών τιμών στις λαϊκές αγορές σε Λάρισα και Καρδίτσα, ενώ εκπρόσωποι των καταναλωτικών οργανώσεων καταγγέλλουν κερδοσκοπικά παιχνίδια ακόμη και με τη δημιουργία τεχνητής έλλειψης.

Πριν λοιπόν η καταιγίδα των ανατιμήσεων ενταθεί και επεκταθεί, το υπουργείο Ανάπτυξης επέβαλε πλαφόν στο εμφιαλωμένο νερό και σε ό,τι αφορά τη γενικότερη ακρίβεια βάζει αναχώματα σε δύο μέτωπα: αυξημένους ελέγχους από τη ΔΙΜΕΑ σε όλα τα κανάλια πώλησης (λαϊκές αγορές, σουπερμάρκετ, παντοπωλεία κ.λπ.) και αξιοποίηση της ρύθμισης για υπερβολικό περιθώριο κέρδους, όπου εκτός από τη ΔΙΜΕΑ αρχίζει να ασχολείται και η Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Πάντως με πλαφόν ή χωρίς, ο δείκτης… της χωριάτικης σαλάτας, όπως και άλλων «ταπεινών», πλην χαρακτηριστικών, ελληνικών εδεσμάτων, βλέπε σουβλάκι, φακές κ.ά., αποτυπώνει το παρόν και το μέλλον των τιμών, όταν ήδη ο πληθωρισμός των τροφίμων «τρέχει» με διψήφιο ποσοστό σταθερά από τον Μάρτιο του 2022 και έπειτα. Ηδη σε κάποια από τα συστατικά της χωριάτικης σαλάτας, όπως οι ντομάτες, οι πιπεριές και τα αγγούρια, οι τιμές χονδρικής ανέβηκαν έως και 55% υψηλότερα ελάχιστες μέρες μετά την καταστροφική κακοκαιρία «Daniel» και σταδιακά οι αυξήσεις μεταφέρονται στη λιανική.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας, οι εγχώριες ντομάτες πωλούνταν στο χονδρεμπόριο 0,90 ευρώ το κιλό στις 4 Σεπτεμβρίου ενώ στις 12 έφθασαν 1,40 το κιλό. Ακριβότερα πωλούνται επίσης και οι εισαγόμενες ντομάτες. Τη Δευτέρα πριν από την κακοκαιρία η επικρατούσα τιμή χονδρικής ήταν 1 ευρώ/κιλό ενώ στις 12 Σεπτεμβρίου ανήλθε σε 1,30 ευρώ/κιλό.

Τα αγγούρια από τα 40 λεπτά το κιλό στις 4 Σεπτεμβρίου, ανέβηκαν στα 45 λεπτά μία εβδομάδα μετά και την αμέσως επόμενη μέρα έφτασαν στα 50 λεπτά, ενώ οι πιπεριές από 0,90 πήγαν στο 1 ευρώ το κιλό.

Το βάρος της φέτας

Κι αν τα λαχανικά έχουν κοστολογικά το μικρότερο βάρος στον «δείκτη», δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για τη φέτα και το ελαιόλαδο που είναι ακριβότερα συστατικά. Με χιλιάδες πρόβατα και γίδια νεκρά (έχουν δηλωθεί απώλειες σχεδόν 62.000 ζώων) το εγχώριο «χρηματιστήριο» τιμών στη φέτα ετοιμάζεται για νέο ράλι, με παράγοντες της αγοράς να μην αποκλείουν τους επόμενους μήνες η τιμή της να αγγίξει ακόμη και τα 20 ευρώ το κιλό.

Παρότι η φέτα, ένα από τα πολυτιμότερα assets των ελληνικών εξαγωγών, μπορεί να παραχθεί σε άλλες έξι περιφέρειες, η Θεσσαλία διακρίνεται τόσο στην παραγωγή πρώτης ύλης (πρώτη σε πρόβειο γάλα, δεύτερη σε κατσικίσιο) όσο και στην παραγωγή τυριού (πρώτη περιφέρεια με 40% της παραγωγής μαλακού τυριού και του 23% της παραγωγής σκληρών τυριών).

Μείωση παραγωγής

Ετσι η απώλεια χιλιάδων αιγοπροβάτων στον θεσσαλικό κάμπο σημαίνει ότι μέχρι να καλυφθεί το κενό (αν καλυφθεί, αφού το κόστος για μια μεσαία κτηνοτροφική μονάδα με 400 πρόβατα κυμαίνεται σε τουλάχιστον 200.000 ευρώ) η παραγωγή φέτας θα είναι μειωμένη. Οι πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μείωση μέχρι και 15%. Ταυτόχρονα, η τιμή της πρώτης ύλης θα αυξηθεί σημαντικά, το ίδιο και η τελική τιμή του προϊόντος, που ήδη έχει σκαρφαλώσει σε ύψη δυσθεώρητα.

«Η τιμή της φέτας έχει αυξηθεί 50% από την άνοιξη του 2022» αναφέρει στο «Βήμα» ο κ. Τάκης Σαράντης, πρόεδρος του ομίλου Ελληνικά Γαλακτοκομεία (ΤΥΡΑΣ, Ολυμπος, Ροδόπη, Δουμπιά, Κλιάφα). «Εάν έχει τιμή το γάλα (σ.σ.: τιμή παραγωγού) μέχρι την ερχόμενη άνοιξη, πιθανόν η φέτα να ακριβύνει ένα 10%, όχι παραπάνω. Η αγορά θα ισορροπήσει» διαβεβαιώνει, συμπληρώνοντας ότι ο κλάδος θα μπορεί να αναπληρώσει σε εύλογο χρονικό διάστημα την απώλεια της πρωτογενούς παραγωγής.

Ζημιές σε επιχειρήσεις

Μεγάλες ζημιές από τις πλημμύρες εχουν υποστεί επιχειρήσεις τροφίμων στη Θεσσαλία. Το εργοστάσιο της ΤΥΡΑΣ πλημμύρισε όπως και η Βιομηχανία Γάλακτος La Farm, και η τυροκομική μονάδα Διβάνη.

Επίσης οι εγκαταστάσεις της μονάδας φρούτων και λαχανικών Del Monte, υπέστησαν σημαντικές ζημιές, όπως και η εταιρεία Intercomm Foods. Επιπλέον, στη Λάρισα ζημιές έπαθαν το εργοστάσιο της χαλβαδοποιiας Ολυμπος, ενώ καταστράφηκε ολοσχερώς η τυροκομική μονάδα της «Βασιλίτσας».

Ορισμένες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό των επιχειρήσεων από όλους τους κλάδους που έχουν πληγεί σε 150.