Την ανάγκη επαναβιομηχανοποίησης της ελληνικής οικονομίας προκειμένου να αποκτήσει μεγαλύτερο βαθμό ανεξαρτησίας από τις κρίσεις επισημαίνει η Μαρία Βασσάλου, εκ των κορυφαίων στελεχών της Goldman Sachs, υπεύθυνη για τη διαχείριση κεφαλαίων άνω των 200 δισ. δολαρίων. Προσθέτει ότι η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει την ύφεση και να συνεχίσει να προσελκύει επενδύσεις προχωρώντας σε επιπλέον μεταρρυθμίσεις που ενδιαφέρουν τους υποψήφιους επενδυτές, όπως είναι το πτωχευτικό δίκαιο και η ταχύτητα στην απονομή δικαιοσύνης. Σημειώνει το θετικό κλίμα που έχει διαμορφώσει διεθνώς για τη χώρα η παρούσα κυβέρνηση, επισημαίνοντας ωστόσο και τον πολιτικό κίνδυνο από τις επικείμενες εκλογές. Τόνισε χαρακτηριστικά ότι πρέπει «να ξέρει ο επενδυτής ότι όποιος και να είναι πρωθυπουργός, ορισμένα πράγματα δεν πρόκειται να αλλάξουν».

Η Μαρία Βασσάλου, εκ των κορυφαίων στελεχών της Goldman Sachs, υπεύθυνη για τη διαχείριση κεφαλαίων άνω των 200 δισ. δολαρίων

Πώς θα περιγράφατε αυτό που συμβαίνει αυτή την περίοδο στην παγκόσμια οικονομία;

«Στις αγορές ποτέ δεν αρέσει η αβεβαιότητα, και αυτή τη στιγμή έχουμε πολλές πηγές αβεβαιότητας. Επιπλέον, έχουμε την αβεβαιότητα σε σχέση με την οικονομική πολιτική που ακολουθούν οι κεντρικές τράπεζες και τη δημοσιονομική πολιτική που μπορεί να ακολουθηθεί από διάφορες χώρες. Ταυτόχρονα έχουμε και τα εξωτερικά σοκ. Το πρώτο και σημαντικό ήταν η πανδημία. Τώρα είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος έχει ανατρέψει πάρα πολλά δεδομένα και αλλάζει ριζικά τη διεθνή οικονομική και πολιτική τάξη».

Πηγαίναμε ούτως ή άλλως σε οικονομικό πρόβλημα ή ο πόλεμος λειτούργησε καταλυτικά σε αυτή την κατεύθυνση;

«Θα πηγαίναμε σε περίοδο πληθωρισμού πριν από τον πόλεμο λόγω της ασυγκράτητης εισροής κεφαλαίων από κεντρικές τράπεζες και κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ορισμένες από αυτές τις κινήσεις που έγιναν ήταν ενδεχομένως υπερβολικές. Πληθωριστικές τάσεις, όμως, είχαν κάνει την εμφανισή τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, καθώς είχε επηρεαστεί η διαδικασία παραγωγής».

Μπορούν οι επενδύσεις να κρατήσουν σε θετικό έδαφος την ελληνική οικονομία;

«Οι διεθνείς επενδύσεις που γίνονται στην Ελλάδα είναι σίγουρα πολύ σημαντικές και ελπίζω να συνεχιστούν, αλλά αυτή τη στιγμή λόγω της διεθνούς κατάστασης έχουν μειωθεί σημαντικά σε διάφορους τομείς, γιατί οι επενδυτές περιμένουν να δουν πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, σε τι κρίση θα μπούμε, αν θα μπούμε, και ανάλογα να πορευτούν. Οπότε νομίζω ότι πολύ λίγοι αποφασίζουν αυτή τη στιγμή να κάνουν καινούργιες επενδύσεις, εκτός αν είναι κάτι το οποίο το προγραμμάτιζαν εδώ και πολύ καιρό».

Μέχρι πότε θα κρατήσει αυτό;

«Από τη στιγμή που θα ξεκαθαρίσει το τοπίο με τον πληθωρισμό, με τις πολιτικές επιτοκίων, τη δημοσιονομική πολιτική και κατασταλάξουν λίγο και τα θέματα τα γεωπολιτικά, είναι πολύ πιθανόν να δούμε ένα δεύτερο κύμα ενδιαφέροντος για σημαντικές επενδύσεις και πιστεύω ότι η Ελλάδα έχει και τη δυνατότητα και της αξίζει να δει ξένα κεφάλαια. Πρέπει και αυτή όμως να βοηθήσει με διάφορους τρόπους».

Με ποιον τρόπο εννοείτε;

«Η συγκεκριμένη κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ένα πολύ θετικό κλίμα ως προς την Ελλάδα στο εξωτερικό και μια πολύ θετική εικόνα, η οποία είναι πραγματικά πολύ ευχάριστο για άτομα σαν και μένα που ζούμε πολλά χρόνια στο εξωτερικό να βλέπουμε και να βιώνουμε. Εχουν γίνει αρκετά σημαντικά βήματα προς την καλή κατεύθυνση. Υπάρχουν όμως πολλά ακόμα να γίνουν. Πρέπει, για παράδειγμα, να απαγκιστρωθεί η Ελλάδα ως προς τις προϋποθέσεις ανάπτυξης μιας επένδυσης από το ποιος είναι ο εκάστοτε πρωθυπουργός. Πρέπει, δηλαδή, να δημιουργηθεί μια κατάσταση στην Ελλάδα που να ξέρει ο επενδυτής ότι όποιος και να είναι πρωθυπουργός, ορισμένα πράγματα δεν πρόκειται να αλλάξουν. Αυτή τη στιγμή ζούμε σε ένα περιβάλλον όπου ο συγκεκριμένος πρωθυπουργός κάνει κάποια θετικά βήματα, όμως υπάρχει πάντα ο κίνδυνος αν υπάρξει κάποιος άλλος, ορισμένα από αυτά τα βήματα να αντιστραφούν ή να αλλάξουν. Επίσης, πρέπει να βελτιωθούν μια σειρά από πράγματα, όπως το επιχειρηματικό περιβάλλον και το πτωχευτικό δίκαιο, ούτως ώστε μια επιχειρηματική αποτυχία – που μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε – να μη θεωρείται ποινή ισόβιας καταδίκης, κάτι που συμβαίνει στην Ελλάδα εδώ και πολλές δεκαετίες.

Επίσης, οι δικαστικές διαδικασίες και γενικά η νομοθεσία αργούν να λειτουργήσουν. Πολλά πράγματα κρατούν χρόνια. Βλέπουμε σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, να έχουν μια πολύ πιο φιλική ατμόσφαιρα προς τους επενδυτές».

Είναι επικίνδυνη η μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας από συγκεκριμένους τομείς όπως ο τουρισμός;

«Ενας λόγος που η Αμερική τα πήγε πολύ καλύτερα μετά τη μεγάλη κρίση ήταν γιατί η οικονομία της είναι πολύ διαφοροποιημένη. Εχει πολλούς τομείς που είναι σημαντικοί, άλλοι πιο σημαντικοί από άλλους, αλλά δεν είναι ένας συγκεκριμένος τομέας όπως είναι στην Ελλάδα ο τουρισμός και η ναυτιλία. Σημασία έχει να υπάρχει μια μεγαλύτερη γκάμα παραγωγικότητας, ούτως ώστε να υπάρχει και αυτή η δυνατότητα ευελιξίας. Η Ελλάδα έχει μια πολύ σημαντική στρατηγική θέση και έχει και πάρα πολλούς πόρους, τους οποίους μπορεί να εκμεταλλευτεί και έχει και πολύ καλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό. Νομίζω ότι θα πρέπει, πέρα από την τεχνολογία και τον τουρισμό, να προχωρήσει στην επανα-βιομηχανοποίηση της χώρας, γεγονός που θα της δώσει μεγαλύτερο βαθμό ανεξαρτησίας».

Πώς φαντάζεστε την ελληνική οικονομία σε ένα λογικό, σε ένα ήπιο σενάριο, τα επόμενα χρόνια;

«Εξαρτάται πάρα πολύ από τις κυβερνήσεις που θα έχουμε αυτό το διάστημα. Την προσήλωσή τους στην ανάπτυξη της χώρας. Νομίζω ότι η Ελλάδα μπορεί να έχει πάρα πολύ καλό μέλλον. Εχει όλα τα στοιχεία που θα τη βοηθήσουν να βρει την επιτυχία και θα χαρώ πολύ να συμβεί αυτό γιατί όλοι οι Ελληνες του εξωτερικού θέλουμε η Ελλάδα πάντοτε να τα πηγαίνει καλά».

Ο πληθωρισμός σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ελλάδα

Πώς βλέπετε να επηρεάζει τις οικονομίες ο υψηλός πληθωρισμός;

«Η μορφή πληθωρισμού που αντιμετωπίζουν η Αμερική και η Ευρώπη είναι τελείως διαφορετική. Στην Αμερική ο πληθωρισμός έχει μπει πλέον στον κορμό της οικονομίας και επηρεάζει τα πάντα. Επηρεάζει τις τιμές των κατοικιών, επηρεάζει τα ημερομίσθια, επηρεάζει τις προσδοκίες των καταναλωτών και των παραγωγών και ενσωματώνεται στις τιμές όλων των προϊόντων. Οπότε ο μόνος τρόπος για να μειωθεί αυτός ο πληθωρισμός είναι να αυξηθούν πολύ τα επιτόκια, να γίνει πιο ακριβή η πρόσβαση σε κεφάλαια ούτως ώστε να μειωθεί η ρευστότητα στις αγορές. Σημειωτέον ότι παρ’ όλο που αυξάνονται τα ημερομίσθια, στην ουσία συρρικνώνονται γιατί η πραγματική τους αύξηση μέσα στον πληθωρισμό είναι αρνητική. Αυτό θα οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης και της ζήτησης γενικότερα και πιθανότατα θα οδηγήσει σε ύφεση. Στην Ευρώπη ο πληθωρισμός προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από την αύξηση των τιμών ενεργειας και άλλων προϊόντων. Η ΕΚΤ δεν μπορεί ουσιαστικά να κάνει πάρα πολλά πράγματα για να τον μειώσει. Το πόσο βαθιά θα είναι αυτή η ύφεση και πόσο καιρό θα κρατήσει εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες».

Στην Ελλάδα όμως έχουμε πράγματι από τη μία πολύ υψηλό πληθωρισμό, αλλά από την άλλη και πολύ υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, πώς εξηγείται αυτό;

«Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που συμβαίνει αυτό. Λόγω της πανδημίας, ο κόσμος δεν κατανάλωσε και όταν πλέον άνοιξαν οι αγορές και μπορούσε ο κόσμος να βγει έξω, να διασκεδάσει, να ταξιδέψει κ.λπ., έκανε όλα αυτά που δεν μπορούσε να κάνει τα προηγούμενα δύο χρόνια. Επίσης, επειδή δεν κατανάλωναν αρκετά, οι αποταμιεύσεις αυξήθηκαν. Επιπλέον, η Ελλάδα έδωσε σημαντικές επιδοτήσεις την περίοδο της πανδημίας και αυτό φυσικά αύξησε το διαθέσιμο εισόδημα σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Το θέμα είναι τι γίνεται από εδώ και πέρα»

* Η κυρία Μαρία Βασσάλου είναι co-chief investment officer of Multi-Asset Solutions (MAS), Goldman Sachs Asset Management.