Το Μουσείο Μαστίχας Χίου, το προαύλιο της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου στα Μεστά, η παραλία Καρφάς (όπου στις 11 Αυγούστου θα εμφανιστούν οι Balkan Spirit Ensemble), τα Οθωμανικά Λουτρά στο Κάστρο, το Θέατρο «Μίκης Θεοδωράκης», το Κτήμα Σπύρου Στεφάνου στον Κάμπο, η Δημόσια Κεντρική Ιστορική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής» και ο αύλειος χώρος του Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου Συκούση είναι τα τοπόσημα του πέμπτου μεγαλύτερου νησιού της Ελλάδας που φιλοξενούν έως τις 13 Αυγούστου τις καλοκαιρινές εκδηλώσεις του Μουσικού Φεστιβάλ Χίου.

Ο συγκεκριμένος θεσμός εγκαινιάστηκε πριν από έξι χρόνια με σκοπό την ανάδειξη των φυσικών τοπίων και της πολύτιμης πολιτιστικής κληρονομιάς της Χίου, μέσα από συναυλίες και μουσικές παραστάσεις, ενώ φέτος ταξιδεύει ξανά και στις Οινούσσες για μία συναυλία. Την καλλιτεχνική διεύθυνση του φεστιβάλ υπογράφουν η Ολγα Holdorff – Μυριαγκού και ο Λευτέρης Βενιάδης, πολυσχιδής καλλιτέχνης, ηθοποιός, μουσικός και σκηνοθέτης, με τον οποίο και μιλήσαμε προκειμένου να λύσει κάποιες απορίες μας.

Ο Λευτέρης Βενιάδης

Κύριε Βενιάδη, πείτε μας λίγα λόγια για τη φετινή καλοκαιρινή διοργάνωση του Μουσικού Φεστιβάλ Χίου. Πώς διαφοροποιείται σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές;

«Δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές, μιας που έχουμε καταλήξει πλέον στους βασικούς άξονες του Μουσικού Φεστιβάλ και κινούμαστε πάνω σε αυτούς. Υπάρχουν βέβαια βελτιώσεις και εμβάθυνση όσο περνάει ο καιρός, και ίσως αυτή είναι μια από τις βασικές διαφοροποιήσεις. Επίσης, η εκ νέου συνάντηση με τους τόπους και τα τοπία όπου ξαναπαίζουμε ή που ανοίγουμε για πρώτη φορά στο κοινό μάς δίνει κάθε χρόνο την αίσθηση μιας νέας ευχάριστης περιπέτειας».

Στο πλαίσιο του φετινού προγράμματος παρουσιάσατε κι εσείς πριν από λίγες μέρες τη δική σας παράσταση με τίτλο «Λουκής Λάρας». Πώς προέκυψε αυτό το εγχείρημα;

«Είναι από τα πρότζεκτ που ήθελα να πραγματοποιήσω χρόνια. Οταν ήμουν φοιτητής στη Δραματική Σχολή Βεάκη, η διευθύντρια, η Πάγια Βεάκη, που μας δίδασκε φιλολογία, μας διάβασε αποσπάσματα από τον «Λουκή Λάρα», το μυθιστόρημα του Δημητρίου Βικέλα. Η συγκέντρωσή μου ακούγοντας αυτό το κείμενο νομίζω έφτασε το 100%, για να μην πω το 110%! Κόλλησα, ίσως έπαιξε ρόλο η καταγωγή μου, ο τόπος όπου μεγάλωσα, ίσως το ότι συνάντησα για πρώτη φορά ένα καλαίσθητο λογοτεχνικό δημιούργημα που μιλούσε για τη σφαγή της Χίου χωρίς τον τρόμο που προκαλούσε η διδασκαλία για αυτό το γεγονός από τα σχολικά χρόνια, ίσως τα τοπωνύμια που τα συναντούσα στη λογοτεχνία και τα συναντούσα για πρώτη φορά εκτός Χίου, ίσως όλα αυτά μαζί με μαγνήτισαν.

«Mια φίλη προγραμματίζει τις διακοπές της στη Χίο με βάση τις ημερομηνίες του Φεστιβάλ. Τι πιο ωραίο και ενθαρρυντικό από το να ακούς κάτι τέτοιο;»

Εμεινε για πάντα από τότε αυτο το «θέλω να κάνω κάτι με αυτό το υλικό». Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε μέχρι να βρω τον δικό μου τρόπο έκφρασης και δημιουργίας. Ηθελα και θέλω να το μετατρέψω σε όπερα. Ωστόσο σκέφτηκα ότι είναι προτιμότερο να περάσω πρώτα από κάτι μικρό, από τα απολύτως ελάχιστα μέσα, για να εμβαθύνω στη ουσία του έργου. Από την εμπειρία μου στο μουσικό θέατρο ηχούν μέσα μου ο λόγος και η μουσική αδιαίρετα… έτσι χτίστηκε η μουσική αφήγηση ενὀς Λουκή με τρεις υποστάσεις, τη μελωδική-οργανική που έχει το βιολοντσέλο που παίζει ο σολίστ Αλέξανδρος Μποτίνης, η φωνητική που ερμηνεύει ο τραγουδιστής Νίκος Ζιάζιαρης και η αφηγηματική, του λόγου, από τον ηθοποιό Κώστα Μπερικόπουλο. Ολες αδιαίρετες σε μια υπόσταση. Ολοι είναι ο Λουκής και αφηγούνται αυτή τη γεμάτη συγκινήσεις ιστορία. Η δραματουργική επεξεργασία και η εκδοχή για το όλο εγχείρημα έγινε – μοναδικά πιστεύω – από τον Δημήτρη Χαλιώτη με τον οποίο ήμασταν σε πολύμηνη συζήτηση και ανταλλαγή ιδεών και απόψεων. Παράλληλα ο Σάκης Μπιρμπίλης έντυσε εικαστικά με τον δικό του τρόπο αυτή την αφήγηση. Παραμένουμε σε ένα κοντσέρτο με σκηνικές προεκτάσεις θα το έλεγα, και μας αφορά όλους. Απολαύσαμε τρεις βιρτουόζους επί σκηνής. Με συγκινεί και με ταράζει το ότι μαθαίνουμε πάντα τα φριχτά γεγονότα από αυτούς που επιβίωσαν μιας καταστροφής. Οι άλλοι που δεν κατάφεραν να επιβιώσουν; Οι περισσότεροι; Αυτοί που χάθηκαν; Αυτοί που έτυχε να μην έχουν καν την ευκαιρία να μας εξιστορήσουν τη δική τους φρίκη; Σε αυτούς αφιερώσαμε τούτη την παράσταση».

Ποια πράγματα έχουν γίνει πιο εύκολα για το Μουσικό Φεστιβάλ Χίου με το πέρασμα των χρόνων;

«Πιο εύκολα τα κάνει όλα η εμπειρία και η αποδοχή από τους φορείς και κυρίως από τον κόσμο. Προχθές ένας γνωστός μου από τη Χίο μού ανέφερε ότι έχει μια φίλη που προγραμματίζει τις διακοπές της στη Χίο με βάση τις ημερομηνίες του Φεστιβάλ. Τι πιο ωραίο και ενθαρρυντικό από το να ακούς κάτι τέτοιο;».

Υπάρχουν δυσκολίες που αντιμετωπίζετε διαχρονικά;

«Υπάρχουν. Αλλά δεν θα θέλαμε να αναφερθούμε σε αυτές. Η μεγαλύτερη είναι ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τον προϋπολογισμό μας εγκαίρως. Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε, θα μπορούσαμε να κάνουμε καλύτερο προγραμματισμό και πιο μακροπρόθεσμο. Εργαζόμαστε προς αυτή την κατεύθυνση».

Τι σχέδια έχετε για τη χειμερινή έκδοση του Φεστιβάλ;

«Προετοιμάζουμε έναν γεμάτο Φεβρουάριο. Μείνετε συντονισμένοι, που λέμε».