Ασφυκτικές γίνονται οι συνθήκες ρευστότητας σε Δημόσιο και τράπεζες καθώς πλησιάζει η 28η Φεβρουαρίου που λήγει η παράταση του υφιστάμενου προγράμματος. Την προσεχή Τετάρτη λήγουν έντοκα γραμμάτια ύψους 1 δισ. ευρώ τα οποία πρέπει να ανανεωθούν, ακολουθεί την Πέμπτη η απόφαση της ΕΚΤ για την επανέγκριση της χρηματοδότησης των τραπεζών μέσω του έκτακτου μηχανισμού ELA, ενώ στις 11 Φεβρουαρίου λήγουν έντοκα ύψους 1,44 δισ. ευρώ, τη στιγμή που καταγράφεται σημαντική υστέρηση στα έσοδα του Δημοσίου. Σε αυτό το περιβάλλον, ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης καλείται να διαπραγματευθεί τη συμφωνία-γέφυρα για την επόμενη ημέρα της χώρας, η οποία απαιτεί χρόνο.
Ανησυχία στις τράπεζες


Η κυβέρνηση συμπεριφέρεται σαν να μην έχει συνειδητοποιήσει τα ασφυκτικά περιθώρια διαχείρισης της ρευστότητας, αναφέρουν τραπεζικές πηγές. Οπως εξηγούν, την προσεχή Τετάρτη έχει οριστεί δημοπρασία για την ανανέωση εντόκων γραμματίων ύψους 1 δισ. ευρώ που λήγουν. Από αυτά, τα 600 εκατ. ευρώ βρίσκονται σε χέρια ξένων επενδυτών οι οποίοι δεν θα τα ανανεώσουν, όπως έχουν κάνει σε όλες τις τελευταίες δημοπρασίες από τις οποίες απέχουν εξαιτίας του κινδύνου της χώρας.
Το κενό των ξένων σε έναν μεγάλο βαθμό το έχουν καλύψει οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες. Οι τράπεζες όμως, όπως αποκάλυψε «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή, έχουν λάβει επιστολή από την επικεφαλής του εποπτικού μηχανισμού της ΕΚΤ Ντανιέλ Νουί, η οποία τους επισημαίνει ότι θα πρέπει να επενδύουν μόνο σε άμεσα ρευστοποιήσιμους τίτλους. Και τα ελληνικά έντοκα στην παρούσα συγκυρία δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. «Αν βγεις να τα πουλήσεις, δεν βρίσκεις αγοραστές» αναφέρουν τραπεζικές πηγές. Αυτό στην πράξη. Διότι, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, «το τι θεωρεί η εποπτική αρχή, δηλαδή η ΕΚΤ, ως άμεσα ρευστοποιήσιμο τίτλο και τι όχι το ορίζει η ίδια». Με λίγα λόγια, είναι αποτέλεσμα πολιτικών χειρισμών και αποφάσεων. Την περασμένη εβδομάδα ο τότε υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης επισήμανε στην Ντανιέλ Νουί ότι αν η ΕΚΤ δεν επιτρέπει στις ελληνικές τράπεζες να αγοράζουν έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου στην ουσία στραγγαλίζει την Ελλάδα και ότι δεν μπορεί η ΕΚΤ να συμπεριφέρεται έτσι σε μια χώρα της ευρωζώνης, για να λάβει την απάντηση «αν η Ελλάδα ζητήσει παράταση του προγράμματος, οι τράπεζες θα μπορούν να αγοράζουν έντοκα». Η στάση αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι ο Μάριο Ντράγκι έχει δηλώσει πως η ΕΚΤ θα αποδέχεται τους ελληνικούς τίτλους όσο η χώρα βρίσκεται σε πρόγραμμα.
Λήγουν οι προθεσμίες


Αν και οι Ευρωπαίοι εκτιμάται ότι δεν θέλουν να τραβήξουν την πρίζα, παίζουν και θα συνεχίσουν να παίζουν το χαρτί της ρευστότητας, ασκώντας πίεση στη νέα κυβέρνηση για να ζητήσει παράταση του προγράμματος. Κάτι που σημαίνει ότι αποδέχεται και τις βασικές αρχές της συμφωνίας που έχει υπογράψει η χώρα. Και εδώ τα περιθώρια είναι ασφυκτικά. Διότι για να δοθεί νέα παράταση ακόμα και μέσω της συμφωνίας-γέφυρας που επιδιώκει ο κ. Βαρουφάκης, η κυβέρνηση θα πρέπει να καταθέσει το σχετικό αίτημα πάρα πολύ σύντομα. Και τούτο διότι η υφιστάμενη λήγει στις 28 Φεβρουαρίου και για τη νέα απαιτείται έγκριση από κοινοβούλια ορισμένων χωρών, διαδικασία η οποία απαιτεί χρόνο.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, λίγες ημέρες πριν από την κρίσιμη δημοπρασία κανείς από το υπουργείο Οικονομικών δεν είναι σε θέση να ενημερώσει τις τράπεζες για τη στάση που θα κρατήσει η ΕΚΤ και για το αν αυτές θα πρέπει να πάνε με τον επόπτη ή με τον μέτοχο, ρισκάροντας η ΕΚΤ να τους τραβήξει την πρίζα. Για το θέμα έχει ενημερωθεί και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης.
Στενεύουν τα περιθώρια


Πάντως οι τράπεζες δεν είναι σε θέση να αγοράσουν το σύνολο των εντόκων. Οπως έχει γίνει στις τελευταίες δημοπρασίες, από τις οποίες απέχουν οι ξένοι, μέρος των εκδόσεων αγοράζει το Δημόσιο από τα διαθέσιμα διαφόρων οργανισμών και το κοινό κεφάλαιο με τα διαθέσιμα των ασφαλιστικών ταμείων που διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος. Ωστόσο και εκεί τα περιθώρια στενεύουν. Για να καλυφθούν οι δημοπρασίες, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν πλέον τα διαθέσιμα μικρότερων οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως των δήμων, κάτι που δυσκολεύει το εγχείρημα, γιατί κάποιος πρέπει να τους κινητοποιήσει και να τους συντονίσει, καθώς οι οργανισμοί έχουν μικροποσά.
Στις Βρυξέλλες πάντως, σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, επικρατεί η άποψη ότι «θα τα καταφέρετε». Οπως λένε, οι Ευρωπαίοι αναφέρουν ως παράδειγμα τους χειρισμούς του 2012, όταν και πάλι η χώρα κάτω από ασφυκτικές συνθήκες ρευστότητας άντεξε για αρκετούς μήνες χωρίς τη δόση. Τραπεζικές πηγές ωστόσο επισημαίνουν ότι «το 2015 δεν είναι 2012», η στάση της ΕΚΤ έχει αλλάξει και τα περιθώρια του Δημοσίου έχουν εξαντληθεί.
Και τούτο έχοντας υπόψη τους το μακρύ χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί για τη νέα κυβέρνηση να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για το χρέος και μια νέα συμφωνία με τους πιστωτές, καθώς και τις τεράστιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας. «Για να τη βγάλουμε τον Μάρτιο θέλουμε 4 δισ. ευρώ. Και αυτά υπό την προϋπόθεση ότι τα έσοδα πάνε καλά, τα οποία όμως εμφανίζουν υστέρηση, ότι οι τράπεζες θα έχουν ρευστότητα, κ.τ.λ. κ.τ.λ.» αναφέρουν πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν.


Αβεβαιότητα και ανησυχίες
Προειδοποιητικές βολές από τους οίκους αξιολόγησης

Η αβεβαιότητα που έχει δημιουργηθεί ως προς τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών και οι εκτιμήσεις για μεγαλύτερη εξάρτησή τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προκαλούν ανησυχία.
Ηδη η Standard & Poor’s ανακοίνωσε την απόφασή της να θέσει υπό παρακολούθηση τις αξιολογήσεις των ελληνικών τραπεζών, προαναγγέλλοντας ουσιαστικά την πιθανότητα υποβάθμισής τους, αν αντιληφθεί ότι η στήριξή τους από τις ευρωπαϊκές αρχές και την ΕΚΤ θεωρηθεί λιγότερο πιθανή.
Οπως επισημαίνει «η συνέχιση της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ εξαρτάται άμεσα από την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ της νέας κυβέρνησης και των δανειστών της Ελλάδας».
Σε χωριστές ανακοινώσεις του ο οίκος διευκρίνισε ότι θέτει τις τράπεζες Alpha Bank, Eurobank, Εθνική και Πειραιώς υπό καθεστώς παρακολούθησης, με αρνητική προοπτική από σταθερή.
Επίσης ανακοίνωσε την υποβάθμιση σε C από CC του μη διασφαλισμένου χρέους (subordinated debt) των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών, ενώ επιβεβαίωσε τη βραχυπρόθεσμη αξιολόγησή τους στο C.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ