Με τις αγορές να έχουν κλείσει, την εκταμίευση των δόσεων να έχει παγώσει ώσπου να ολοκληρωθεί (αν ολοκληρωθεί) η αξιολόγηση του προγράμματος από την τρόικα, τα έσοδα του Δημοσίου να έχουν καταρρεύσει επειδή μέρος των φορολογουμένων συστηματικά δεν καλύπτει τις υποχρεώσεις του εκτιμώντας ότι η εκλογική αναμέτρηση μπορεί να αλλάξει προς το χαλαρότερο με βάση όσα έχει εξαγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ανάγκες του Δημοσίου έχουν αυξηθεί και καλύπτονται αποκλειστικά μέσω της έκδοσης εντόκων γραμματίων τα οποία καλούνται να αγοράσουν οι τράπεζες. Με τον τρόπο αυτόν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εξαντλούν τη ρευστότητά τους, την οποία υπό άλλες συνθήκες θα διοχέτευαν στην αγορά, στις επιχειρήσεις και στους ιδιώτες, με ό,τι αυτό σημαίνει για την οικονομία, η οποία εμφανίζεται ως ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης.
Τα έντοκα


Μέχρι πρότινος τα έντοκα γραμμάτια αγόραζαν ελληνικές και ξένες τράπεζες. Το τελευταίο διάστημα όμως εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας οι ξένες τράπεζες σταμάτησαν να τα αγοράζουν. Ετσι εν δυνάμει «πελάτες» του Δημοσίου είναι μόνο τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα. Εχουν όμως περιορισμούς από την ΕΚΤ, που έχει πλέον την εποπτεία τους. Συνολικά δεν μπορούν να αγοράσουν πάνω από 15 δισ. ευρώ. Από αυτά μόλις 3,5 δισ. ευρώ χρηματοδοτεί η ΕΚΤ, δηλαδή τα δέχεται ως ενέχυρο και χορηγεί ρευστό στις τράπεζες.
Συνολικά το Δημόσιο έχει εκδώσει τρίμηνα και εξάμηνα έντοκα γραμμάτια ύψους 15 δισ. ευρώ. Εξ αυτών περί τα 5-6 δισ. ευρώ βρίσκονται στα χέρια ξένων τραπεζών, οι οποίες όμως δεν προτίθενται να τα ανανεώσουν. Πράγμα που σημαίνει ότι μέσα στο επόμενο διάστημα που λήγουν σταδιακά θα πρέπει να καλυφθούν είτε από ελληνικές τράπεζες είτε με άλλον τρόπο. Αλλοι τρόποι είναι το κοινό κεφάλαιο στο οποίο μεταφέρονται τα αποθεματικά των ταμείων, όπως έγινε στη δημοπρασία της περασμένης εβδομάδας, ή τα διαθέσιμα των διαφόρων δημόσιων οργανισμών τα οποία διαχειρίζεται ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ). Ο ΟΔΔΗΧ όμως χρησιμοποιεί τα κεφάλαια αυτά για την κάλυψη διαφόρων αναγκών του Δημοσίου. Η μεταφορά τους στην αγορά εντόκων γραμματίων σημαίνει ότι κάπου αλλού στο Δημόσιο δημιουργείται «τρύπα». Τα κεφάλαια αυτά υπολογίζονται σε περίπου 6-7 δισ. ευρώ.
Από τα έντοκα γραμμάτια που έχει εκδώσει ως σήμερα το Δημόσιο 2,4 δισ. ευρώ λήγουν το πρώτο δεκαπενθήμερο του Φεβρουαρίου και άλλα 4,6 δισ. ευρώ τον Μάρτιο, όταν θα έχει λήξει το πρόγραμμα. Επίσης τον Φεβρουάριο πρέπει να πληρωθούν χρεολύσια ύψους 700 εκατ. ευρώ, ενώ τον Μάρτιο θα πρέπει να πληρωθεί και 1,5 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ.
Διότι η επιδείνωση της ρευστότητας φέρνει πιο κοντά το ενδεχόμενο ατυχήματος. Μάλιστα την περασμένη εβδομάδα μία από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες στο κλείσιμο της ημέρας χρειάστηκε κεφάλαια και την κάλυψε μέσω της διατραπεζικής αγοράς μια άλλη ελληνική τράπεζα. Αυτό δείχνει το μέγεθος του προβλήματος το οποίο καλύπτεται «σταγόνα-σταγόνα», όπως λένε στην αγορά. «Αν μια τράπεζα στο τέλος της μέρας μείνει ακάλυπτη, π.χ. επειδή υπήρξαν μεγάλες εκροές από το σύστημα, τότε αναγκαστικά θα επιβληθούν περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων» εξηγούν τραπεζικές πηγές. Τέτοιοι μπορεί να είναι το κλείσιμο ΑΤΜ ή η ανάληψη μέχρι ενός ορίου, π.χ. 200 ευρώ την ημέρα ανά καταθέτη.
Ο μηχανισμός


Για να αποφευχθούν τέτοιου είδους καταστάσεις, η Alpha Bank και η Eurobank, προληπτικά έκαναν αίτηση για ένταξη στον Μηχανισμό Εκτακτης Ανάγκης της Τράπεζας της Ελλάδος, τον ELA. Ο ELA είναι ένας μηχανισμός μέσω του οποίου οι τράπεζες μπορούν να αντλήσουν ρευστότητα χρησιμοποιώντας ως ενέχυρο πάσης φύσεως αξιόγραφα. Μπορούν, δηλαδή, να πάνε στην Τράπεζα της Ελλάδος ομόλογα, δάνεια και άλλες απαιτήσεις που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους και έναντι αυτών η κεντρική τράπεζα να τους δώσει κεφάλαια. Δηλαδή, η τράπεζα καταθέτει στην Τράπεζα της Ελλάδος ένα ομόλογο αξίας 1 εκατ. ευρώ και η κεντρική τράπεζα αξιολογεί το ενέχυρο και ανάλογα δίνει στην τράπεζα 500 εκατ. ή 400 εκατ. ευρώ. Με απόφαση όμως της ΕΚΤ ο ELA δεν κάνει δεκτά έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου. «Ο ΕLA δέχεται οποιοδήποτε σκουπίδι αλλά όχι έντοκα για να μην ενθαρρύνει τέτοιου είδους κινήσεις» αναφέρουν τραπεζικές πηγές.
Βεβαίως αυτό μπορεί να αλλάξει κατόπιν σχετικής απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, το οποίο είναι αρμόδιο να εγκρίνει και τα αιτήματα των ελληνικών τραπεζών για συνολικό ποσό πάνω από 2 δισ. ευρώ. Είναι προφανές ότι η ΕΚΤ κρατά το κλειδί της ρευστότητας στα χέρια της και αποτελεί για τους Ευρωπαίους τον βασικό μηχανισμό άσκησης πίεσης προς την ελληνική κυβέρνηση. Το εργαλείο αυτό το έχουν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν τόσο στην Ιρλανδία όσο και στην Κύπρο και εκτιμάται ότι θα το χρησιμοποιήσουν και στην περίπτωση αυτή.
Η άντληση ρευστότητας από τον ELΑ είναι ακριβότερη απ’ ό,τι από την αγορά. Σήμερα κοστίζει περί το 2%-2,5%, όταν το βασικό επιτόκιο του ευρώ είναι σχεδόν μηδενικό (0,05%). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος δανεισμού του Δημοσίου μέσω των εντόκων γραμματίων που αγοράζουν οι τράπεζες.
Το πρόβλημα ρευστότητας των τραπεζών αναμένεται να ενταθεί στα μέσα Μαρτίου, όταν λήγουν τα ομόλογα που είχαν εκδοθεί το 2008 με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου για τη στήριξη της ρευστότητας των τραπεζών, γνωστά και ως «ομόλογα Αλογοσκούφη», ύψους 30 δισ. ευρώ. Η Τράπεζα της Ελλάδος διαπραγματεύεται με την ΕΚΤ την παράταση των τίτλων, κάτι για το οποίο έχει συμφωνήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία δέχθηκε να παραταθούν ως τις 30 Ιουνίου 2015. Ωστόσο τον τελευταίο λόγο έχει η ΕΚΤ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ