Οι μακεδονικοί τάφοι, ένας τύπος υπόγειου ταφικού μνημείου, είναι μια πρόκληση τόσο για τους ειδικούς επιστήμονες (αρχαιολόγους, ιστορικούς, αρχιτέκτονες) όσο και για τους φιλάρχαιους, πρόκληση για να ταυτίσουμε ιστορικά πρόσωπα της ελληνικής αρχαιότητας, να χρονολογηθούν, να ερμηνευθούν τα περιεχόμενά τους (επίπλωση και κτερίσματα), να μελετηθούν τα αρχιτεκτονικά τους κατάλοιπα. Επιπλέον, λόγω και της ανεύρεσης πολύτιμων αντικειμένων, σε όσους βρέθηκαν ασύλητοι, από χρυσό, άργυρο, χαλκό, ελεφαντόδοντο και πολύτιμους λίθους, δημιούργησαν έναν θρύλο, μια μυθολογία για κρυμμένους θησαυρούς που συνδέονται με ιστορικά πρόσωπα, κυρίως της μακεδονικής δυναστείας και της περιβάλλουσας τη δυναστεία που βασίλευε ανώτερης τάξης αξιωματούχων, πολιτικών και στρατιωτικών. Οι λόγοι αυτοί οδήγησαν σε ένα κυριολεκτικά ανελέητο «κυνήγι θησαυρού», όπως ήταν φυσικό, σε διάφορες εποχές, από τον 3ο αι. π.Χ. έως σήμερα, πράγμα που δυσκολεύει τη μελέτη τους λόγω των καταστροφών που επέφεραν οι τυμβωρύχοι.
Τι γνωρίζουμε για τους «μακεδονικούς» λεγόμενους τάφους; Κατ’ αρχάς ονομάστηκαν έτσι γιατί οι περισσότεροι βρέθηκαν σε εδάφη της αρχαίας Μακεδονίας ή και σε περιοχές της Νότιας Ελλάδας αλλά που είχαν σχέση με τους Μακεδόνες (πολιτική και στρατιωτική) και δικαιολογούσαν την ύπαρξη ταφικών μνημείων για τους εγκατεστημένους εκεί κατοίκους μακεδονικής καταγωγής.
Οι μακεδονικοί τάφοι χτίζονταν κατά μήκος οδών που οδηγούσαν σε άλλους οικισμούς ή έξω από τα τείχη μιας πόλης. Ενας άλλος τύπος που είναι οι λαξευτοί σε βράχο συγχέονται συνήθως με τους μακεδονικούς γιατί έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Ο κλασικός τύπος του μακεδονικού τάφου αποτελείται από έναν απλό διάδρομο (τύπου ράμπας) ή από διαμορφωμένο, με τοιχώματα και αρκετές φορές με καμαρωτή στέγη διάδρομο που οδηγεί στην είσοδο του κυρίως κτίσματος, που αποτελείται από προθάλαμο ή προθαλάμους και έναν κυρίως νεκρικό θάλαμο ή θαλάμους που στεγάζονται επίσης από καμαρωτή στέγη. Στη Μακεδονία κυρίως χτίζονται από πελεκητούς ορθογώνιους πωρόλιθους και μόνο τα κατώφλια των ανοιγμάτων, οι θύρες αν υπάρχουν, και ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη των προσόψεων κατασκευάζονται από μάρμαρο. Οι προσόψεις τους είναι διαμορφωμένες όπως οι προσόψεις των απλών σπιτιών ή στους μεγαλοπρεπέστερους από αυτούς θυμίζουν προσόψεις ναών δωρικού ή ιωνικού ρυθμού.

Τα αρχιτεκτονικά διακοσμητικά στοιχεία των προσόψεων και του εσωτερικού είναι χρωματισμένα με ζωηρά χρώματα: κόκκινο βαθύ, μπλε, ιώδες, μελανό, με τεχνικές του fresco και της tempera. Συνήθως βρίσκονται σε μια απόσταση ο ένας από τον άλλον, δεν αποτελούν συγκροτήματα.

Η ανασκαφή του μακεδονικού τάφου του Καστά (τεχνητός τύμβος) βρίσκεται σχεδόν δύο χιλιόμετρα βορειοανατολικά από τη σημερινή Αμφίπολη.
Η αναζήτηση σχετικά με το τι περιέκλειε ο τύμβος και τι σήμαιναν τα επιφανειακά ίχνη κατασκευών που παρατηρούνταν εκεί άρχισε από το 1960, από τον τότε έφορο Αρχαιοτήτων Δ. Λαζαρίδη. Η υπογράφουσα το άρθρο αυτό, νεοδιορισθείσα τότε αρχαιολόγος, έσκαψε έναν μακεδονικό τάφο κοντά στη βάση του λόφου. Το μόνο κοινό χαρακτηριστικό του τότε ανασκαφέντος τάφου και του σημερινού είναι ότι και οι δύο διέθεταν δάπεδο –είδος ψηφιδωτού –με διακόσμηση πολύχρωμων ρόμβων, πράγμα όχι σπάνιο, γιατί είναι μια τοπική διακόσμηση που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι κάτοικοι.
Οσον αφορά το αποκαλυπτόμενο ακόμη ταφικό μνημείο, μόνο προκαταρκτικές παρατηρήσεις μπορούν να διατυπωθούν. Τα στοιχεία που έχουμε έως σήμερα, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της ανασκαφέως και των συνεργατών της (αρχιτέκτονα, συντηρητών, γεωλόγου;), θα συμπληρωθούν ή θα αναθεωρηθούν ανάλογα με τα μελλοντικά ευρήματα. Αυτή τη στιγμή διακρίνεται μια προσπάθεια από τον κατασκευαστή του τάφου να δημιουργήσει μια πολύπλοκη κάτοψη και γενικά κατασκευή. Το κάνει μόνο για να προσδώσει μεγαλείο και να τονίσει τη σημασία του προσώπου ή περισσοτέρων προσώπων της οικογενείας ή και για να δημιουργήσει εμπόδια στους τυμβωρύχους για μελλοντικές συλήσεις του τάφου. Εχουμε ανάλογα παραδείγματα στους αιγυπτιακούς τάφους. Η δυσκολία της ταύτισης με συγκεκριμένο πρόσωπο είναι επίσης ένα άλλο πρόβλημα. Εκτός από μία περίπτωση που είναι η εξαίρεση, πουθενά δεν βρέθηκε σε ανασκαφή μακεδονικού τάφου επιγραφή που να μας διαφωτίζει για το ποιος ετάφη και να είμαστε σίγουροι. Παράδειγμα κλασικό οι «βασιλικοί» τάφοι των Αιγών (Βεργίνα).
Ο τάφος του Καστά είναι μοναδικός προς το παρόν μόνο ως προς τη διαμόρφωση της πρώτης εισόδου που αποκαλύφθηκε. Οι φύλακες του μνημείου, οι Σφίγγες, πρώτη φορά εμφανίζονται ως φρουροί τάφου σε αυτή την τοποθέτηση και σε αυτό το μέγεθος. Η διακόσμηση του τάφου, δηλαδή του επιστυλίου της εισόδου, με ιωνικά διακοσμητικά θέματα σε ζωηρά χρώματα, καθώς και του εσωτερικού, όσο φάνηκε, είναι συνηθισμένη στους μακεδονικούς τάφους. Επίσης, και το δάπεδο με τους διακοσμητικούς ρόμβους και τα άλλα σχήματα. Το αν έχει έναν νεκρικό θάλαμο ή περισσότερους θα αποκαλυφθεί στη συνέχεια, αλλά και αυτό είναι γνωστό στοιχείο.
Η έρευνα και η συντήρηση του μνημείου είναι αναμενόμενο ότι θα απαντήσουν στις ως τώρα απορίες, αλλά ο θαυμαστός περίβολος, που κατασκευάστηκε με το αστραφτερό θασίτικο μάρμαρο σε συνδυασμό με τη μελέτη των στοιχείων του βάθρου και μιας ισχυρής απόδειξης της αρχικής τοποθέτησης του λέοντος-σήματος στην κορυφή του λόφου και τη μετέπειτα τοποθέτησή του κοντά στο ποτάμι (σημερινή θέση), πρέπει να ερευνηθεί και να μελετηθεί περισσότερο.
Ο τεχνητός λόφος, όπου συνυπάρχουν τάφοι και ευρήματα διαφόρων εποχών από την περίοδο του 8ου-7ου π.Χ. (βασίλειο Ηδωνών Θρακών), του αποικισμού από νησιώτες του Αιγαίου και της Νότιας Ελλάδας (Πάρος, Θάσος, Κόρινθος, Αθήνα) του 6ου και 5ου αι. π.Χ. και της κοσμοπολίτικης περιόδου των ελληνιστικών χρόνων (4ος-1ος αι. π.Χ.), πρέπει να ερευνηθεί συστηματικά και ολοκληρωτικά προτού διατυπωθούν τελικά συμπεράσματα.
Η «περιφανής ες θάλασσαν τε και των ήπειρων Αμφίπολις» το δικαιούται.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ