Θρήνος στο χώρο του παγκόσμιου ποδοσφαίρου από τον θάνατο του Andreas Brehme. Όπως έγινε γνωστό τα ξημερώματα της Τρίτης (20/02) ο θρύλος της εθνικής Γερμανίας υπέστη καρδιακή προσβολή και άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 63 ετών.

Κατά τη διάρκεια της μεγάλης καριέρας του αγωνίστηκε ως αριστερός μπακ και αμυντικός μέσος. Τα πρώτα του βήματα τα έκανε στη Μπάρμπεκ Ούλενχορστ και ακολούθησε η παρουσία του στην Ζααρμπρίκεν.

Το καλοκαίρι του 1981 τον απέκτησε η Καϊζερσλάουτερν με την οποία μέτρησε 154 συμμετοχές έχοντας 34 γκολ και καθιερώθηκε στο ανώτατο επίπεδο. Η Μπάγερν τον απέκτησε το 1986 και στην πρώτη του χρονιά στέφθηκε πρωταθλητής.

Η Ίντερ τον πρόσθεσε στη μηχανή της για να δημιουργήσει την περίφημη γερμανική τριάδα της μαζί με τον Λόταρ Ματέους και τον Γιούργκεν Κλίνσμαν. Στο τετραετές πέρασμά του από τους νερατζούρι πρόλαβε να κερδίσει μια φορά το πρωτάθλημα, ένα Σούπερκαπ Ιταλίας και ένα Κύπελλο UEFA.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Andreas Brehme (@andibrehme)

Το 1992 πήγε στην Ισπανία όπου για μία χρονιά φόρεσε τη φανέλα της Σαραγόσα με την οποία έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου πριν επιστρέψει στη Γερμανία για χάρη της αγαπημένης του Καϊζερσλάουτερν.

Στο δεύτερο πέρασμά του από την αγαπημένη του ομάδα κατάφερε να την ανεβάσει στην πρώτη κατηγορία και να πανηγυρίσει μαζί της το πρωτάθλημα και το Κύπελλο.

Η άνοδος στην κορυφή του κόσμου

Πέρα από την καριέρα του σε συλλογικό επίπεδο ο Andreas Brehme αποτέλεσε βασικό στέλεχος της Εθνικής ομάδας της Δυτικής Γερμανίας. Συνολικά αγωνίστηκε σε 86 ματς με απολογισμό 8 γκολ.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Andreas Brehme (@andibrehme)

Από το 1984 μέχρι και το 1994 αποτέλεσε βασικό στέλεχος και συμμετείχε σε όλες τις μεγάλες στιγμές της. Το 1990 με δικό του πέναλτι στο 85′ χάρισε το Παγκόσμιο Κύπελλο στην Εθνική ομάδα της Δυτικής Γερμανίας απέναντι στην Αργεντινή του Μαραντόνα.

Την ίδια ώρα συμμετείχε στους τελικούς του Μουντιάλ το 1986 και του Euro του 1992 δίχως να πανηγυρίσει. Στην ψηφοφορία για τη Χρυσή Μπάλα του 1990 ήρθε τρίτος, πίσω από τον συμπατριώτη του Λόταρ Ματέους και τον Ιταλό Σαλβατόρε Σκιλάτσι.