Σημαντική αύξηση της κυκλοφορίας του κορωνοϊού παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες, ιδίως σε μεγάλες πόλεις της περιφέρειας, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και την Κρήτη, δείχνοντας πως ο ιός δεν βιάζεται να μας εγκαταλείψει ακόμα.

Ηράκλειο και Χανιά να έχουν τα «πρωτεία» καθώς η μετάδοση του ιού τριπλασιάστηκε και διπλασιάστηκε αντίστοιχα, σε διάστημα μιας εβδομάδας, ενώ στη Θεσσαλονίκη για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα η πορεία παραμένει αυξητική με 33% και 52% συνεχόμενες αυξήσεις. Στα Ιωάννινα το ιικό φορτίο ήταν αυξημένο κατά 72% το προηγούμενο 15θήμερο ενώ μειώθηκε κατά 40% την περασμένη εβδομάδα και η Ξάνθη παρουσίασε κι αυτή αυξητικές τάσεις της τάξης του 60% την εβδομάδα που πέρασε, όταν στην Αττική το φορτίο του ιού μειώθηκε κατά 17%.

Η άνοδος αυτή αναπόφευκτα φέρνει και αύξηση στις νοσηλείες των ασθενών με κορωνοϊό, παρότι η πανδημία βρίσκεται σε αποδρομή, καθώς η νόσηση είναι συνήθως πιο ήπια και οι νοσηλείες ή οι διασωληνώσεις είναι λιγότερες σε σχέση με πέρυσι.

Οι ευάλωτοι πληθυσμοί παραμένουν σε κίνδυνο οπότε από την πρώτη ενόχληση θα πρέπει να μην εφησυχάζουν και να αναζητούν ιατρική βοήθεια.

Για την πορεία της νόσου στην περιφέρεια, η οποία παρουσιάζει και τις εντονότερες αυξητικές τάσεις αυτήν την περίοδο, μίλησε στο Βήμα η Επίκουρη Καθηγήτρια Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ειρήνη Χριστάκη, λέγοντας πως  «περίπου από τα μέσα Οκτωβρίου, έχει σημειωθεί αύξηση των εισαγωγών ασθενών μεCOVID-19, οι οποίοι χρήζουν νοσηλείας, πράγμα το οποίο αντικατοπτρίζει και την αυξημένη κυκλοφορία του ιού στην κοινότητα. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι στη Μονάδα Λοιμώξεων του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων νοσηλεύονται με μικρή διακύμανση τουλάχιστον 10 ασθενείς με COVID-19 ανά εβδομάδα.

Αυξημένες πνευμονίες

Σε ότι αφορά το προφίλ των ασθενών που χρειάζονται νοσηλεία, η κ. Χριστάκη ανέφερε πως «οι ασθενείς που εισάγονται στο νοσοκομείο είναι κυρίως άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, άνω των 65 ετών, οι οποίοι έχουν συννοσηρότητες που αφορούν το καρδιαγγειακό σύστημα όπως αρτηριακή υπέρταση, στεφανιαία νόσο, καρδιακή ανεπάρκεια,  το αναπνευστικό όπως είναι η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια ή το βρογχικό άσθμα, ή άτομα που πάσχουν από κακοήθεια ή έχουν ανοσοκαταστολή».

Όμως τόνισε, ότι «αυτό το οποίο παρατηρούμε, είναι ότι τους τελευταίους δύο μήνες έχει σημειωθεί μία σχετική αύξηση του αριθμού των ασθενών που εμφανίζουν σοβαρή πνευμονία από SARS-CoV-2 σε σύγκριση με τους προηγούμενους μήνες.

Ο αριθμός αυτός δεν είναι μεγάλος, αλλά είναι σημαντικός.

Οι περισσότεροι όμως ασθενείς εξακολουθούν να έχουν ήπια ή μέτριας σοβαρότητας νόσο.

Ανάγκη για εντατική μονάδα

Ο αριθμός των ασθενών που εμφανίζουν κρίσιμη νόσο με σοβαρή αναπνευστική ανεπάρκεια και έχουν ανάγκη διασωλήνωσης και νοσηλείας στη μονάδα εντατικής θεραπείας παραμένει χαμηλός».

Η εντύπωση ότι «ο κίνδυνος πέρασε πια» και ότι «η πανδημία έχει πια τελειώσει», φαίνεται πως έχει κάνει τον πληθυσμό  να χαλαρώνει απέναντι στον ιό και να μην τρέχουν στο γιατρό αμέσως μετά τα πρώτα συμπτώματα, με αποτέλεσμα η κα Χριστάκη να παρατηρεί ότι «από τους ασθενείς που νοσηλεύονται με σοβαρή πνευμονία, ένας ικανός αριθμός έχει συμπτώματα πάνω από 5 ημέρες. Επίσης οι ασθενείς αυτοί, στη συντριπτική πλειοψηφία, δεν έχουν λάβει αντιική αγωγή, παρότι υπήρχε ένδειξη να συνταγογραφηθεί».

Αυξημένες νοσηλείες

Και από την άλλη πλευρά, η κ. Χριστάκη παρατήρησε πως « δυστυχώς ακόμα, ιατροί στη ΠΦΥ, διστάζουν να συστήσουν αντιική αγωγή στα άτομα με ένδειξη χορήγησης βάσει ηλικίας ή συννοσηροτήτων, ενδεχομένως γιατί βασίζονται στην ηπιότερη πλέον μορφή της νόσου.

Να μην ξεχνάμε βέβαια ότι κάποιοι από τους ανθρώπους αυτούς θα χρειαστεί να νοσηλευτούν και ίσως νοσήσουνβαριά ή ενδεχομένως η νοσηλεία να συνοδευτεί από άλλες επιπλοκές ή η νόσος η ίδια μπορεί να συντελέσει στην απορύθμιση υποκείμενων νοσημάτων. Οι καταστάσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί με την χορήγηση της αντιικής αγωγής.

Εύκολη πρόσβαση σε φάρμακα

Η κ. Χριστάκη πρόσθεσε πως η πρόσβαση στα αντιικά φάρακα είναι εύκολη πλέον.  Η διάθεση γίνεται κυρίως από τα φαρμακεία των νοσοκομείων μετά από ηλεκτρονική συνταγογράφηση και η διαδικασία είναι απλή και γνωστή πια, σε όλους τους γιατρούς.

Διευκρίνισε πως η χορήγηση της αντιικής αγωγής, είτε εξωνοσοκμειακά σε ασθενείς με παράγοντες κινδύνου για σοβαρότερη νόσο, όπως ηλικία πάνω από τα 65 έτη, χρόνια νοσήματα ή ανοσοκαταστολή, είτε ενδονοσοκομειακά, μειώνει σημαντικά την ανάγκη μακρόχρονης νοσηλείας, τη νοσηρότητα και τη θνητότητα από COVID-19.