Τα αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαΐου κατέδειξαν την επιθυμία των πολιτών για αξιοπιστία και σταθερότητα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Η μετεκλογική πορεία της ελληνικής οικονομίας απασχολεί -δικαιολογημένα- μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος, διαμορφώνοντας σε σημαντικό βαθμό και τις επιλογές των ψηφοφόρων στη νέα εκλογική διαδικασία της 25ης Ιουνίου. Τρία είναι τα σημαντικότερα διακυβεύματα για την εθνική οικονομία κατά την άποψη του γράφοντος:
Πρώτον, η εφαρμογή ρεαλιστικής οικονομικής πολιτικής, εντός των επιτρεπόμενων δημοσιονομικών ορίων. Η κοστολόγηση των προγραμμάτων των βασικών διεκδικητών της εξουσίας καθιστά την πλήρη εφαρμογή τους σχεδόν απαγορευτική. Και ενώ η προεκλογική παροχολογία τείνει να αποτελέσει αδήριτη διαχρονική αναγκαιότητα των εθνικών εκλογών, θα πρέπει να αποφευχθεί ένας ακόμη δημοσιονομικός εκτροχιασμός, ο οποίος θα αναιρέσει τις μεταμνημονιακές κατακτήσεις της ελληνικής οικονομίας.
Δεύτερον, η καταπολέμηση του πληθωρισμού και η ανάσχεση της ύφεσης. Η πτωτική τάση του πληθωρισμού τον Απρίλιο (από 4,6% το Μάρτιο σε 3%) δεν πρέπει να εφησυχάσει την κυβέρνηση προκύψει μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου. Τουναντίον, δεδομένης της ευαλωτότητας της ελληνικής οικονομίας στην υφεσιακή στασιμότητα, όπως αυτή εκδηλώνεται συνήθως με καθυστέρηση 12-24 μηνών σε σχέση με τα αντίστοιχα φαινόμενα στην Ευρώπη, και η σταθερή πολιτική αύξησης των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023, συνθέτουν έναν γρίφο για το μίγμα οικονομικής πολιτικής που πρέπει να ακολουθηθεί, ώστε να μην οδηγηθούμε στα αντίθετα με τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.
Τρίτον, ο συνδυασμός των εθνικών οικονομικών επιλογών με ουσιαστική κοινωνική πολιτική. Η τελευταία εξάλλου πραγματώνεται, όχι μόνο μέσω πρόσκαιρων επιδομάτων και ελαφρύνσεων, αλλά και με την ενίσχυση του επενδυτικού περιβάλλοντος και με την δίκαιη κατανομή των ευρωπαϊκών πόρων. Εξάλλου, το κοινωνικό πρόσημο των ξένων και εγχώριων επενδύσεων στη χώρα θα αναδειχθεί με τη σωστή διαχείριση των επενδυτών, ώστε και να ενισχύεται η απασχόληση σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, αλλά και με την επιστροφή στις τοπικές κοινωνίες της τμήματος της υπεραξίας που δημιουργούν τα κατά τόπους επενδυμένα κεφάλαια.
Τα βήματα προόδου που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στην εθνική οικονομία, εάν αναλυθούν και αξιοποιηθούν ορθά, θα αποτελέσουν τον προάγγελο ακόμα μεγαλύτερων επιτυχιών, αρκεί να υπάρξει σώφρων διαχείριση πόρων και προσδοκιών και, αν όχι συναίνεση, τουλάχιστον συνεννόηση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων εντός και εκτός Κυβέρνησης με γνώμονα το κοινό συμφέρον.
Ο Ορέστης Ομράν είναι Δικηγόρος, Επικεφαλής του διεθνούς τμήματος της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών.