Ο Αλέξης Τσίπρας την εμφανίζει ως την εναλλακτική λύση απέναντι στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο Πρωθυπουργός την χρησιμοποιεί ως φόβητρο και κάνει λόγο για τερατογέννεση που απειλεί να εκτροχιάσει την πορεία της χώρας. Ο λόγος για την «προοδευτική διακυβέρνηση» που αποτελεί πεδίο πολιτικής συζήτησης και αντιπαράθεσης είτε εμφανίζεται ως «κυβέρνηση ηττημένων» είτε ως «κυβέρνηση ανοχής».

Το σενάριο συγκρότησης μιας τέτοιας κυβέρνησης με τη συμμετοχή ή την ανοχή των κομμάτων που βρίσκονται στα αριστερά της ΝΔ (ΣΥΡΙΖΑ, ΠαΣοΚ, ΜέΡΑ 25, ΚΚΕ) το έχουν απορρίψει σε όλους τους τόνους ο Δημήτρης Κουτσούμπας και ο Γιάνης Βαρουφάκης.

Ο Πρωθυπουργός επιμένει ότι το σενάριο αυτό είναι υπαρκτό παρά τα όσα, δημοσίως λέγονται και ο Νίκος Ανδρουλάκης του προσάπτει τάση προς τη μυθοπλασία. Όμως, οι κινήσεις που γίνονται δείχνουν ότι πάνω στο αφήγημα της «προοδευτικής διακυβέρνησης» οικοδομούνται συγκεκριμένες στρατηγικές. Από τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη με στόχο την πίεση των αντιπάλων τους.

Γιατί επιμένει ο Τσίπρας

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε, προ ημερών, να ξορκίσει το σενάριο μιας «κυβέρνησης των ηττημένων» που επανέφεραν, κόντρα στη θέση που ο ίδιος έχει διατυπώσει, οι Γιάννης Δραγασάκης και Ευκλείδης Τσακαλώτος. Από τους Δελφούς, όμως, άνοιξε την πόρτα σε μια κυβέρνηση ανοχής. Ο κ. Τσίπρας, τόνισε, ότι στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα, θα μπορέσει να υπάρξει μια κυβέρνηση «προοδευτικής συνεργασίας» ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ. Αν δεν βγαίνουν οι αριθμοί, τότε, όπως τόνισε «και τα υπόλοιπα μικρότερα κόμματα της Αριστεράς θα πρέπει να αναλάβουν ευθύνη». Ο κ. Τσίπρας έριξε το μπαλάκι στο ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25. «Και το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25, εάν υπολείπονται 5-10 βουλευτές για να έχουμε την πλειοψηφία που χρειαζόμαστε ώστε να προχωρήσουμε μπροστά σε ένα σχέδιο προοδευτικής προγραμματικής σύγκλισης, θα πρέπει να πάρουν την ευθύνη αν θα στηρίξουν αυτή την κυβέρνηση ή αν θα ανοίξουν τον δρόμο στον κ. Μητσοτάκη, με απανωτές εκλογές και περιπέτειες για τη χώρα, να επανέλθει και να συνεχίσει αυτά που έκανε τέσσερα χρόνια» υπογράμμισε.

Γιατί επιμένει ο Αλέξης Τσίπρας σε ένα σενάριο το οποίο απορρίπτει, με τρόπο κατηγορηματικό, ο υποτιθέμενος βασικός κυβερνητικός εταίρος αυτού του κυβερνητικού σχήματος, ο Νίκος Ανδρουλάκης; Το …ξυράφι του Όκαμ, η πιο απλή εξήγηση, λέει ότι χωρίς την προοπτική της «προοδευτικής διακυβέρνησης», σε οποιαδήποτε μορφή της, ο Τσίπρας μένει χωρίς κυβερνητικό αφήγημα». Η στρατηγική του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ είναι απλή. Επιδιώκει να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του κόμματός του θέτοντας το δίλλημα, «ή ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτος και θα πάμε σε προοδευτική κυβέρνηση ή θα πάμε σε δεύτερες εκλογές και σε κυβέρνηση Μητσοτάκη».

Βεβαίως, το ενδεχόμενο να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν συγκεντρώνει ιδιαίτερες πιθανότητες με βάση την εικόνα που υπάρχει στις δημοσκοπήσεις. Στην περίπτωση αυτή, πάντως, ο κ. Τσίπρας θα μπορέσει να πιέσει τα υπόλοιπα κόμματα επισείοντας το φόβο εκλογικής τους συρρίκνωσης στις δεύτερες εκλογές. Υπάρχει περίπτωση να επιδιωχθεί η συγκρότηση «προοδευτικής διακυβέρνησης», μετά τις πρώτες εκλογές, ακόμα και αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερο κόμμα; Παρά τις διαψεύσεις στην κοινή γνώμη φαίνεται να σχηματίζεται η εντύπωση, στην οποία αναφέρθηκε (ΕΡΤ) ο συνταγματολόγος, Νίκος Αλιβιζάτος. «Αυτά τα “ποτέ” που λέγονται, είναι πολιτικά συνθήματα. Έχω την εντύπωση πώς αν οι υπόλοιποι έχουν περισσότερες ψήφους από τη ΝΔ και συμφωνήσουν, θα βρουν ένα τρόπο και ως εκ τούτου έχει δίκιο ο κ. Μητσοτάκης να λέει ότι μπορεί να επιχειρηθεί τέτοια κυβέρνηση».

Η στρατηγική Μητσοτάκη

Αυτή ακριβώς την εντύπωση που καλλιεργείται και από τις δηλώσεις Τσίπρα, ότι άλλα λέγονται πριν τις εκλογές και άλλα γίνονται μετά, επιχειρεί να αξιοποιήσει ο Πρωθυπουργός. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρεται συνεχώς σε αυτόν τον «κίνδυνο». Οι επιτελείς του γνωρίζουν, από τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους ότι το αφήγημα της «προοδευτικής διακυβέρνησης», όπως το παρουσιάζει ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι και τόσο ελκυστικό για την κοινή γνώμη σε σχέση με αυτό της «αυτοδύναμης αλλά πολύχρωμης ΝΔ».

Εκτιμούν επίσης, ότι αυτά τα σενάρια προκαλούν προβληματισμό σε ένα κρίσιμο τμήμα ψηφοφόρων του κέντρου, που είχαν στηρίξει τον Κυριάκο Μητσοτάκη το 2019, αποστασιοποιήθηκαν στην πορεία δείχνοντας τάσεις επαναπατρισμού στο ΠαΣοΚ αλλά δεν θέλουν να μπει η χώρα σε περιπέτειες. Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ, κατηγορεί ευθέως τον Πρωθυπουργό ότι διασπείρει fake news σε ότι αφορά τη μετεκλογική στάση του κόμματος του, αλλά βλέπει, όπως αναφέρουν κορυφαία στελέχη ότι «η προπαγάνδα της ΝΔ μας δημιουργεί πρόβλημα».

Ο Πρωθυπουργός θα συνεχίσει να αναφέρεται στον κίνδυνο της «τερατογέννεσης» μετά τις εκλογές της απλής αναλογικής. Και θα συνεχίσει, όπως εκτιμάται να πιέζει, με το βλέμμα στους κεντρώους ψηφοφόρους, τον κ. Ανδρουλάκη ζητώντας του να ξεκαθαρίσει ότι δεν έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του, το σενάριο του Αλέξη Τσίπρα.

Πόσο υπαρκτό είναι τα σενάριο;

Το σενάριο μιας κυβέρνησης ανοχής, επί της ουσίας, είναι μια παραλλαγή του σεναρίου της προοδευτικής διακυβέρνησης. Ήταν η αιχμή του δόρατος της προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ να ρίξει γέφυρες προς το ΠαΣοΚ τις οποίες, πάντως, φρόντισε να ανατινάξει ο κ. Ανδρουλάκης. Όχι μόνο γιατί οι σχέσεις των δύο κομμάτων στην πορεία προς τις κάλπες είναι ευθέως ανταγωνιστικές αλλά και γιατί ο όρος του προέδρου του ΠαΣοΚ, για τρίτο πρόσωπο στη θέση του Πρωθυπουργού, δεν βρίσκει σύμφωνο τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Τσίπρας χαρακτήρισε τις αναφορές του κ. Ανδρουλάκη σε τρίτο πρόσωπο, «λόγια του αέρα.»

«Στην Ελλάδα δεν έχει γίνει στο παρελθόν και έτσι δεν μπορεί κανείς να πει εύκολα ένα παράδειγμα» ανέφερε (ΕΡΤ) ο Νίκος Αλιβιζάτος και υπογράμμισε: «Το ισχύον Σύνταγμα πάντως προβλέπει ότι ψήφο εμπιστοσύνης παίρνεις, για να το πω πολύ απλά, με 151, άμα έχεις εσύ ο ίδιος την πλειοψηφία αλλά και άμα έχεις την πλειοψηφία των παρόντων, δηλαδή όσοι είναι μέσα στη Βουλή εκείνη την ώρα, η οποία πρέπει να είναι τουλάχιστον 120 (…) Αν για παράδειγμα, ένα κόμμα Χ έχει 20 βουλευτές κι αποφασίσει να δώσει ψήφο ανοχής, τότε στην κρίσιμη ψηφοφορία δεν πρέπει να πάει στη Βουλή. Ποιοι θα είναι οι παρόντες; 280. Δηλαδή η πλειοψηφία των 200 στους 280 είναι 141. Με 141 παίρνει ψήφο εμπιστοσύνης. Αυτό δεν μπορεί να είναι κάτω από 120». Ο γνωστός συνταγματολόγος, πάντως, σημείωσε ότι «μια κυβέρνηση που βασίζεται σε ψήφο ανοχής εκφράζει τη λαϊκή ετυμηγορία».