Είναι θλιβερό ότι δεν έχομε πετύχει, ως κοινωνία, να διαχειριστούμε την Παιδεία ως «εθνικό θέμα ύψιστης σημασίας». Πρέπει να πούμε απερίφραστα ότι και στα Πανεπιστήμια, δυστυχώς, ζουν και βασιλεύουν θύλακες, που πόρρω απέχουν από την ακαδημαϊκή κανονικότητα. Θύλακες που εμποδίζουν το δημόσιο Πανεπιστήμιο να είναι φάρος και πυξίδα για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, για την ανάπτυξη και για τον πολιτισμό. Να είναι χώρος πρότυπο ιδιαίτερα για τους νέους μας.

Οι διαχρονικές νομοθετικές προσπάθειες βελτίωσης της δομής και λειτουργίας των ΑΕΙ της χώρας, μετά τον Ν. 1268/1982, δεν απάλειψαν παθογένειες και προβλήματα γιατί οι θιγόμενοι τις ακύρωσαν εν τη γενέσει τους. Και οι θιγόμενοι ανήκουν σε δύο κυρίως κατηγορίες. Αυτοί που το επιστημονικό status quo τους είναι σε αναντιστοιχία με κάθε βελτιωτική αλλαγή, γιατί βρίσκονται σε αυτές τις θέσεις αναξιοκρατικά, εκμεταλλευόμενοι τα παράθυρα της νομοθεσίας και την αναξιοκρατική συμπεριφορά ομοίων τους (όμοιος ομοίω…!) και αυτοί που, καθηλωμένοι σε δόγματα του παρελθόντος, προσκομίζουν οφέλη και δύναμη από τις κάθε μορφής δοσοληψίες. Η πλειοψηφία των παραπάνω καλύπτουν τη δήθεν αντίστασή/αντίδρασή τους με μανδύα ιδεοληψιών, ότι τα ΑΕΙ πρέπει να είναι χώροι αναξιοκρατίας, α-λογοδοσίας, ασυδοσίας και ανεξέλεγκτης συμπεριφοράς. Η ιδιοτελής επιλεκτική προοδευτική αντιδραστικότητα γίνεται ανάχωμα στην πρόοδο και εν τέλει στην αξιοποίηση των λαμπρών μυαλών των νέων μας για το καλό τους, πάνω απ’ όλα αλλά και γενικότερα της χώρας.

Για πολλοστή φορά τις τελευταίες δεκαετίες επιχειρείται νομοθετική παρέμβαση, αν όχι για την εξάλειψη των προβλημάτων των ΑΕΙ, τουλάχιστον για την άμβλυνσή τους. Οι περισσότερες προτεινόμενες αλλαγές, που περιλαμβάνονται στον υπό διαβούλευση νόμο-πλαίσιο, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Ικανές, εφόσον εφαρμοστούν, να βελτιώσουν την υπάρχουσα κατάσταση και να εξαλείψουν αρκετά από τα υπάρχοντα προβλήματα. Μερικά από αυτά είναι οι απαράδεκτες φωτογραφικές προκηρύξεις και αναξιοκρατικές εκλογές μελών ΔΕΠ, η εσωστρέφεια των ΑΕΙ και των προγραμμάτων σπουδών, η αδυναμία κινητικότητας των φοιτητών μεταξύ ΑΕΙ, η έλλειψη διεπιστημονικών μαθησιακών προσεγγίσεων, η έλλειψη προγραμμάτων σπουδών με σαφή επαγγελματικό προσανατολισμό, η έλλειψη διεθνοποίησης και άλλα προαπαιτούμενα ενός σύγχρονου διεθνούς και ανταγωνιστικού Πανεπιστημίου. Ιδιαίτερης σημασίας και αξίας είναι η γενναία πρόταση απαλλαγής των ΑΕΙ από τα κομματικά τραπεζάκια και η εκλογή των εκπροσώπων των φοιτητών από ενιαίο ψηφοδέλτιο.

Ενα θέμα ιδιαίτερα σημαντικό για την πορεία κάθε οργανισμού είναι το μοντέλο διοίκησής του. Δεν πιστεύω ότι όσοι γνωρίζουν εκ του σύνεγγυς τις μεθοδεύσεις και το δούναι-λαβείν στην εκλογή των πρυτανικών αρχών, και όχι μόνο,  δεν θα συμφωνήσουν ότι απαιτούνται βελτιωτικές αλλαγές. Ομως αυτές οι αλλαγές πρέπει να έχουν θετικό πρόσημο στην αποτελεσματικότητα διοίκησης των ΑΕΙ. Αναμφίβολα το Συμβούλιο Διοίκησης (ΣΔ) είναι ένας επιτυχημένος διεθνώς θεσμός διοίκησης των Πανεπιστημίων και επιβάλλεται να (ξανα-) δοκιμαστεί και στη χώρα μας. Αλλά η εκλογή των εξωτερικών μελών του ΣΔ μόνον από τα εσωτερικά μέλη, όπως και η εκλογή του Πρύτανη από τα μέλη του ΣΔ, με τις υπάρχουσες γνωστές παθογένειες, που είναι εξαιρετικά δύσκολο να εξαλειφθούν ως διά μαγείας, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μεγεθύνει τις ομαδοποιήσεις και επομένως θα ακυρώσει την επιθυμητή αδιάβλητη και κυρίως την αξιοκρατική εκλογή του Πρύτανη, ο οποίος θα είναι και ο Πρόεδρος του ΣΔ. Επομένως, η διαδικασία εκλογής των οργάνων διοίκησης είναι ιδιαίτερης σημασίας, τόσο για την αξιοπιστία της όσο και για την ευρεία αποδοχή των  εκλεγομένων. Ολα τα μέλη του ΣΔ πρέπει να εκλέγονται είτε από το σύνολο της πανεπιστημιακής κοινότητας, είτε από εκλεγμένους εκλέκτορες, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η όσο το δυνατόν αντικειμενική / αξιοκρατική / αδιάβλητη εκλογή των καλύτερων. Επιπρόσθετα, ο Πρύτανης δεν πρέπει να είναι και Πρόεδρος του ΣΔ. Ελέγχων και ελεγχόμενος! Ακόμη, το ΣΔ πρέπει να έχει επιτελικό και όχι γραφειοκρατικό ρόλο. Οι αρμοδιότητες του ΣΔ φαίνονται άκρως γραφειοκρατικές, που εκ των πραγμάτων δεν θα υλοποιούνται.

Η ευκταία και τόσο αναγκαία αναπτυξιακή πορεία της χώρας επιτάσσει να μη χαθεί άλλη μια ευκαιρία εκσυγχρονισμού των ελληνικών ΑΕΙ. Οφείλομε όλοι στις νέες γενιές να συνεισφέρομε ώστε η τρέχουσα διαβούλευση να καταλήξει σε ένα modus vivendi αποδεκτό από την πλειοψηφία των σοβαρών πολιτικών, πανεπιστημιακών δασκάλων, φοιτητών και την υγιώς σκεπτόμενη κοινωνία, χωρίς παρωχημένες ιδεοληψίες, ώστε να υπάρξει συνέπεια και συνέχεια για το καλό όλων. Το οφείλομε στην πατρίδα, στις νέες γενιές και, εν τέλει, στη δική μας συνείδηση. Το ατελέσφορο ράβε-ξήλωνε, που ισχύει σήμερα, δεν οδηγεί πουθενά. Ας παραδειγματιστούμε από τα πλέον επιτυχή διεθνή Πανεπιστήμια, όπου το πλαίσιο δομής και λειτουργίας τους παραμένει σταθερό για δεκαετίες, ανεξάρτητα από τις εναλλαγές κομμάτων και υπουργών.

*Η κυρία Καλλιόπη Α. Ρουμπελάκη-Αγγελάκη είναι ομότιμη καθηγήτρια Βιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.