Διαφορετικές προσεγγίσεις διακεκριμένων προσώπων τα οποία υπηρετούν ή έχουν υπηρετήσει την Παιδεία – είτε διδάσκοντας στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα είτε ως υπουργοί Παιδείας ή και με τις δύο αυτές ιδιότητες – φιλοξενούν οι Νέες Εποχές, «ανοίγοντας» το διάλογο για τα Δημόσια Πανεπιστήμια.

 

«Η ιστορία για τη μεταρρύθμιση του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου είναι η ιστορία της χώρας: δύο βήματα μπροστά, ένα πίσω.

Το αποτέλεσμα είναι, αντί το πανεπιστήμιο να οδηγεί τη χώρα, να φωτίζει και να ανοίγει δρόμους για μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, να παραμένει καθηλωμένο σε δόγματα του παρελθόντος και εγκλωβισμένο σε πολιτικά ή προσωπικά συμφέροντα», λέει η πρώην υπουργός Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου «ανοίγοντας» το διάλογο των Νέων Εποχών  Βήματος για τα Δημόσια Πανεπιστήμια και εστιάζει στα αρνητικά των αλλαγών που αφορούν τη διοίκηση των Πανεπιστημίων, ωστόσο εκτιμά ότι: «Οι ελαττωματικές πλευρές ενός νομοσχεδίου σαφώς μπορούν να συζητηθούν, να γίνουν επεξεργασίες, συνθέσεις και συμβιβασμοί. Αυτό που δεν θα πρέπει να γίνει είναι να επαναληφθούν απαράλλακτα τα επιχειρήματα και οι λέξεις-κλισέ του παρελθόντος. Δηλαδή: «ιδιωτικοποίηση των ΑΕΙ», «αντιδημοκρατικό, αυταρχικό, νεοφιλελεύθερο νομοσχέδιο» κ.λπ. Το απαρχαιωμένο δηλαδή λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και που συνοδεύεται από ηρωικά «no passaran», καταδίκες και γενικολογίες».

Ο νέος νόμος-πλαίσιο και το μέλλον των ΑΕΙ  –   Αννα Διαμαντοπούλου

Στο «Ζοφερό μέλλον των Πανεπιστημίων» αναφέρεται ο επίσης πρώην υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου. Λαμβάνοντας τη σκυτάλη του διαλόγου ασκεί δριμύτατη κριτική στο νέο νόμο πλαίσιο για την Παιδεία και την ίδια την υπουργό κ. Νίκη Κεραμέως την οποία μάλιστα κατηγορεί ότι παρανομεί.

Αναφερόμενος στο νόμο πλαίσιο υποστηρίζει πως  «στόχος του είναι να ακυρώσει όχι μόνον τις δημοκρατικές δομές του πανεπιστημίου, αλλά και τις διαδικασίες που ακολούθησαν για πολλές δεκαετίες όλα τα πανεπιστήμια ώστε να είμαστε σήμερα περήφανοι για αυτά. Ακούγεται, ενδεχομένως, προκλητική η διαπίστωση αυτή, αλλά είναι αληθινή. Τα πανεπιστήμιά μας, παρά την εντυπωσιακά χαμηλή χρηματοδότηση και την υποστελέχωσή τους με ευθύνη της κυρίας υπουργού που παρανομεί, μιας και υπάρχει νόμος για προκήρυξη της κάθε θέσης που κενούται από κάποιον που συνταξιοδοτείται, είναι σήμερα ανάμεσα στο 8% των καλύτερων πανεπιστημίων διεθνώς».

Το ζοφερό μέλλον των πανεπιστημίων –  Κώστας Γαβρόγλου

Γρίφο για δυνατούς λύτες αποτελεί το θέμα του «νέου« μοντέλου Διοίκησης που προωθεί ο νέος νόμος – πλαίσιο για την Παιδεία σύμφωνα με τον πρύτανη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Σπύρο Κίντζιο ο οποίος μετέχοντας στο διάλογο των Νέων Εποχών του Βήματος κάνει λόγο για «υπερσυγκέντρωση αρμοδιοτήτων σε ένα μόνο πρόσωπο (πρύτανη και πρόεδρο του Συμβουλίου) που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις εξαγγελθείσες πολιτικές και προθέσεις πάταξης της εικαζόμενης αυθαιρεσίας στις Διοικήσεις των Ιδρυμάτων».

«Τα Συμβούλια  Διοίκησης και άλλες ιστορίες πανεπιστημιακής παραδοξότητας» –  Σπύρος Κίντζιος

Το προτεινόμενο σύστημα διοίκησης των ΑΕΙ  κατά τον καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και πρώην υφυπουργός κ. Θεόδωρο Π. Παπαθεοδώρου «Συγκροτεί ένα «μονοκρατορικό» σύστημα διοίκησης, το οποίο περιλαμβάνει από εκλεγμένα εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου και έναν «τρισυπόστατο» πρύτανη, ο οποίος είναι ταυτόχρονα και πρόεδρος του Συμβουλίου, αλλά και πρόεδρος του ΕΛΚΕ, μέχρι διορισμένους, επίσης από τον πρύτανη, αντιπρυτάνεις για τις τρέχουσες υποθέσεις. Εισάγει, δηλαδή, ένα μονοπρόσωπο (κατ’ επίφαση συλλογικό) όργανο με ακαδημαϊκές, οικονομικές, διοικητικές και διαχειριστικές υπερεξουσίες (plein pouvoir). Υποδεικνύει, ουσιαστικά, τη συγκέντρωση «ομάδων συμφερόντων» γύρω από το πρόσωπο του υποψηφίου πρύτανη, με στόχο την επιδίωξη της πλειοψηφίας των εσωτερικών μελών του Συμβουλίου, ενώ αποθαρρύνει οποιοδήποτε ενδιαφέρον για τη συμμετοχή εξωτερικών μελών και ακαδημαϊκών προσωπικοτήτων στο Συμβούλιο».

«Η συγκυρία και η ευκαιρία»    Θεόδωρος Π. Παπαθεοδώρου

Μια ριζική μεταρρύθμιση υπέρ του καλού δημόσιου σχολείου εκτιμά ως αναγκαία ο υπουργός Επικρατείας και αρμόδιος για τον συντονισμό των κυβερνητικών πολιτικών Αρης Σκέρτσος. Όπως αναφέρει στις Νέες Εποχές  για να καλυφθεί η απόσταση με την υπόλοιπη Ευρώπη και της οικονομίες της γνώσης η μεταρρύθμιση θα πρέπει να γίνει από την προσχολική εκπαίδευση, έως φυσικά και το πανεπιστήμιο, ενώ θεωρεί σημαίνουσας βαρύτητας τον ψηφιακό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης:  «ψηφιακές υποδομές σε όλες τις τάξεις, αναβαθμισμένος εξοπλισμός στα εργαστήρια, voucher για απόκτηση τεχνολογικών εργαλείων για τους μαθητές, Robotics και STEM, τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και των προγραμμάτων σπουδών, πρότυπη επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση σε νέες δεξιότητες, την κατάρτιση των καθηγητών, μεγάλα προγράμματα έρευνας στα ΑΕΙ και δημιουργίας ποιοτικών θέσεων εργασίας για νέους επιστήμονες».

«Η Εκπαίδευση στην «Ελλάδα 2.0»   Άρης Σκέρτσος

Για βαθύ έλλειμα Δημοκρατίας στο χώρο των ελληνικών Πανεπιστημίων κάνει λόγο ο κ. Ανδρέας Γ. Μαρκαντωνάτος  καθηγητής της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού και επόπτης Επιμόρφωσης στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Στο νέο νόμο – πλαίσιο για την Παιδεία «βλέπει» μια φιλόδοξη νομοθετική πρόταση εκ μέρους της ελληνικής πολιτείας και  εκτιμά πως η μεταρρύθμιση που αυτό θα φέρει είναι αναγκαία προκειμένου «να επιστρέψει ολοδύναμη και στιβαρή η γνήσια δημοκρατία της ευθύνης και της αξιοκρατίας στα ελληνικά πανεπιστήμια, προτού η κατάσταση αποβεί μη αναστρέψιμη».

«Η ψευδεπίγραφη δημοκρατία των ΑΕΙ»   Ανδρέας Γ. Μαρκαντωνάτος

Το τεράστιο θέμα της σχολικής βίας θέτει ο καθηγητής εγκληματολογίας και πρώην υπουργός Γιάννης Πανούσης, επιχειρώντας να συμβάλει στο διάλογο με μια σειρά από ερωτήματα και προβληματισμούς. «Κατά τη γνώμη μου ο όρος, η έκταση και ο σχετικός πανικός των ΜΜΕ γύρω από το bullying συγκροτούν μία «κατασκευή» η οποία μπορεί ν’ αποδοθεί σε διάφορα κίνητρα, αλλά σίγουρα δεν αποτελεί το μεγαλύτερο και σοβαρότερο πρόβλημα του ελληνικού σχολείου (σε βαθμό που να εκδίδονται ειδικοί οδηγοί για τη στρατηγική αντιμετώπισης)» εξηγεί ο έμπειρος δάσκαλος .

«Εν τέλει η αναγκαία «συνείδηση του άλλου» δεν έχει καμιά σχέση ούτε με τις καταλήψεις, ούτε με τα μνημόνια, ούτε βέβαια με την ένοπλη αντί-δράση κατά της σχολικής βίας.

Από την άλλη, η πρόληψη αργεί και η σιωπή των τρίτων όλο και διευρύνεται καθώς ουδείς αισθάνεται την υποχρέωση να σεβαστεί ή να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των άλλων. Αυτό όμως είναι ένα ευρύτερο εθνικό πρόβλημα.

Κάποτε, κάποιος, κάπως πρέπει να εξηγήσει στην ελληνική κοινωνία τη διαφορά ανάμεσα στον κοινωνικό αποκλεισμό, τον ρατσισμό και την εγκληματική βία… δεν είναι τα πάντα ισοπεδωμένα από το political correct system».

«To σχολείο που πληγώνει;»  Πανούσης Γιάννης