«Στον 21ο αιώνα, οι διαφωνίες επιλύονται με πολιτισμένο τρόπο» τονίζει στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα», με αφορμή και την πρόσφατη παρουσία του στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο Ντίμιταρ Κοβάτσεφσκι. Ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας και διάδοχος του Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος ηγήθηκε πολυμελούς κυβερνητικής αποστολής κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα, ενώ συναντήθηκε και με τον έλληνα ομόλογό του Κυριάκο Μητσοτάκη, μιλάει για το μεγάλο όφελος της ιδιότητας του μέλους του ΝΑΤΟ που απολαμβάνει η χώρα του. Την ίδια στιγμή όμως, ζητεί την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) χωρίς καθυστέρηση διότι, όπως υπογραμμίζει, «η μακροχρόνια αναβολή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης επηρεάζει συνολικά τον ευρωσκεπτικισμό». Αναφορικά δε με τη Συμφωνία των Πρεσπών σημειώνει ότι «οι σχέσεις μας αποτελούν παράδειγμα του πώς επιλύεται ένα ανοικτό διμερές ζήτημα και μεταφράζεται σε συνεργασία, ανάπτυξη και ευημερία».

Ο πόλεμος στην Ουκρανία μετέβαλε τις προτεραιότητες όλων. Ποιος είναι ο αντίκτυπος, οικονομικός και πολιτικός, στη χώρα σας;

«Καταδικάζω σθεναρά τη ρωσική στρατιωτική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας. Ο πόλεμος έχει στοιχίσει πολλές ανθρώπινες ζωές, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί και η Ουκρανία έχει υποστεί ανεπανόρθωτες καταστροφές. Πρέπει να σταματήσει άμεσα. Στον 21ο αιώνα οι διαφωνίες επιλύονται με πολιτισμένο τρόπο. Αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία συνιστά πλήρη παρακμή της ανθρωπότητας. Εξαιτίας του ρωσικού πολέμου, η παγκόσμια ενεργειακή και οικονομική κρίση βάθυνε. Σε εποχές παγκοσμιοποίησης και αμοιβαίας συνδεσιμότητας, καμία χώρα δεν είναι απομονωμένη και όλοι μας είμαστε περισσότερο ή λιγότερο συνδεδεμένοι και υφιστάμεθα τις συνέπειες. Η Βόρεια Μακεδονία δεν αποτελεί εξαίρεση και οι συνέπειες είναι ισχυρές, οικονομικά και πολιτικά. Η άμεση έκθεσή μας στις οικονομίες της Ρωσίας και της Ουκρανίας είναι μικρή. Ωστόσο, η μεγάλη απειλή τίθεται από την παγκόσμια οικονομική – ουσιαστικά την ενεργειακή – κρίση που προκάλεσε αύξηση-ρεκόρ στις τιμές. Αυτό αντικατοπτρίζεται στις αυξανόμενες τιμές τροφίμων και παραγωγής στη Βόρεια Μακεδονία. Ως κυβέρνηση πάντως ήμασταν έτοιμοι για αυτά τα σοκ και αντιδράσαμε άμεσα. Αυξήσαμε τους μισθούς και τις συντάξεις. Στηρίξαμε οικονομικά τις επιχειρήσεις. Επενδύσαμε συνολικά 600 εκατομμύρια ευρώ σε μέτρα για τους πολίτες και τις ευάλωτες ομάδες. Η οικονομική κατάσταση είναι δύσκολη, αλλά χωρίς τα μέτρα αυτά θα αντιμετωπίζαμε οικονομική καταστροφή. Αναφορικά με την πολιτική κατάσταση, η Βόρεια Μακεδονία είναι μέλος του ΝΑΤΟ και οι θέσεις μας είναι συντονισμένες με τη Συμμαχία. Σε συνθήκες δριμείας αποσταθεροποίησης ασφαλείας, η χώρα μας απολαμβάνει μείζονα οφέλη ως μέλος της ισχυρότερης πολιτικής και στρατιωτικής συμμαχίας. Η ασφάλεια και η εδαφική μας ακεραιότητα είναι εγγυημένες. Αυτό είναι το σημαντικότερο τούτη τη στιγμή».

Αν η ΕΕ δείξει απουσία και αδυναμία στα Δυτικά Βαλκάνια, αυτά τα τρίτα μέρη θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες να γεμίσουν το κενό, που είναι ιδιαίτερης γεω-στρατηγικής σημασίας

Η ενεργειακή ασφάλεια είναι κρίσιμη για τα Δυτικά Βαλκάνια μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πόσο σημαντική είναι η ενεργειακή συνεργασία με την Ελλάδα;

«Η Βόρεια Μακεδονία, όπως και άλλες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, θα συμπεριληφθεί στην πλατφόρμα κοινής αγοράς LNG και υδρογόνου μετά τη συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ. Η αλληλεγγύη σε στιγμές παγκοσμίων προκλήσεων είναι εξαιρετικά σημαντική για εμάς. Χάρη σε αυτή τη στρατηγική μπορούμε να απελευθερωθούμε, μερικώς, από την εξάρτησή μας από το ρωσικό αέριο, κάτι που επιδιώκει όλη η Ευρώπη. Η συνεργασία μας με την Ελλάδα για τη διαφοροποίηση είναι έτερο σημαντικό ζήτημα. Οι δύο κυβερνήσεις υπέγραψαν συμφωνία ανάπτυξης ενός διασυνδετηρίου αγωγού μεταφοράς αερίου. Ο λόγος της κατασκευής είναι η ενίσχυση των σχέσεων Ελλάδος, Βόρειας Μακεδονίας και ΕΕ, η ανακούφιση του εμπορίου φυσικού αερίου μεταξύ των δύο χωρών και η διευκόλυνση περαιτέρω ανάπτυξης του δικτύου μεταφοράς αερίου στη χώρα μας. Ενα από τα πλεονεκτήματα του αγωγού είναι η ασφάλεια τροφοδοσίας και ρευστότητας στην αγορά, όπως και η προμήθεια αερίου από τον Νότιο Διάδρομο. Η κατασκευή θα αρχίσει φέτος, σύμφωνα με τις διαδικασίες. Επιπλέον, θα ενισχυθούν η ενεργειακή μας υποδομή και η μακροπρόθεσμη σταθερότητα τροφοδοσίας, ενώ θα μειωθούν τα κόστη για πολίτες και επιχειρήσεις, καθώς θα έχουν πρόσβαση σε φθηνότερη ενέργεια».

Ανησυχείτε για πιθανή διάχυση της αστάθειας στη Βαλκανική; Αισθάνεστε δικαίωση για την επιδίωξη και επίτευξη της ιδιότητας του μέλους του ΝΑΤΟ;

«Πριν από δύο χρόνια, η Βόρεια Μακεδονία εκπλήρωσε έναν από τους στρατηγικούς στόχους που έθεσε ήδη από την ανεξαρτησία της – να γίνει πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ. Δύο χρόνια αργότερα, ενώ εξελίσσεται η μεγαλύτερη στρατιωτική και οικονομική κρίση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, βλέπουμε την αξία αυτής της απόφασης. Η ιδιότητα του μέλους του ΝΑΤΟ είναι ένα προνόμιο, αλλά και ευθύνη. Εναρμονιζόμαστε πλήρως με την εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας ΝΑΤΟ και ΕΕ. Ως μέλος του ΝΑΤΟ, προσφέραμε διάφορους τύπους βοήθειας στην Ουκρανία και είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε πρόσφυγες. Θέλω επίσης να υπογραμμίσω ότι οι ρωσικές δραστηριότητες τόσο εντός της χώρας όσο και στην περιοχή έχουν προσεκτικά ταυτοποιηθεί και παρακολουθηθεί. Η περιοχή είναι ευαίσθητη στη ρωσική επιρροή και η χώρα μας διαθέτει κόμματα, τόσο εντός όσο και εκτός Βουλής, που ανοικτά εξεδήλωσαν τη στήριξή τους στη Ρωσία. Παράλληλα, στον κυβερνοχώρο υπάρχει αξιοσημείωτη παρουσία οργανωμένων ομάδων στήριξης της ρωσικής επίθεσης και μιας σχετικοποίησης της σύγκρουσης που δεν πρέπει να υποτιμάται. Οι προσπάθειες αυτές στοχεύουν να δημιουργήσουν δίλημμα σχετικά με τον στρατηγικό ρόλο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, να υποσκάψουν την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτές τις στρατηγικές αποφάσεις της χώρας μας. Επομένως, ΝΑΤΟ και ΕΕ πρέπει να διατηρήσουν την αξιοπιστία τους ώστε να ενισχύσουν την περιοχή. Η πολιτική ανοικτών θυρών είναι μια ιστορική επιτυχία που διασφαλίζει ειρήνη και ασφάλεια σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Η πολιτική αυτή πρέπει να συνεχιστεί για να διασφαλιστούν η ολοκλήρωση της περιοχής, η ασφάλεια και η σταθερότητα των Δυτικών Βαλκανίων. Η μακροχρόνια αναβολή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης επηρεάζει συνολικά τον ευρωσκεπτικισμό και τη δυσπιστία. Πρέπει να ξεπεράσουμε τις περιφερειακές διαφωνίες. Αυτό είναι σήμερα ζήτημα ασφαλείας, όχι οικονομίας. Η διεύρυνση της ΕΕ θα αυξήσει την ασφάλεια. Θα σταθεροποιήσει τη δημοκρατία. Είναι πολύ σημαντικό για τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία να ξεκινήσουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ χωρίς καθυστέρηση».

Μετά την κατάθεση της ουκρανικής υποψηφιότητας για ταχεία ένταξη στην ΕΕ, η συζήτηση για προώθηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας έχει επανέλθει. Εφθασε η ώρα για το επόμενο βήμα;

«Αυτό ακριβώς υπογραμμίζουμε σε όλες τις επαφές μας με την ΕΕ την τελευταία περίοδο. Διαφορετικά, η κατάσταση ενθαρρύνει το συμφέρον τρίτων μερών στην περιοχή. Αν η ΕΕ δείξει απουσία και αδυναμία στα Δυτικά Βαλκάνια, αυτά τα τρίτα μέρη θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες να γεμίσουν το κενό, που είναι ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας. Οπως γνωρίζετε, η Βόρεια Μακεδονία είναι υποψήφια χώρα ήδη από το 2005, εδώ και 17 χρόνια. Η Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης υπεγράφη πριν από 21 χρόνια. Δεν έχουμε ακόμη αρχίσει διαπραγματεύσεις και αυτό οφείλεται σε προκλήσεις που απέτρεψαν την ευρωπαϊκή μας ολοκλήρωση. Είμαστε όμως ακόμη εδώ σήμερα διότι για εμάς δεν υπάρχει εναλλακτική της ένταξής μας στην ΕΕ. Για εμάς αφορά την αποδοχή των υψηλότερων δυτικών δημοκρατικών αξιών και δεσμεύσεων να ικανοποιήσουμε τα ευρωπαϊκά standards στην κοινωνία και στους θεσμούς. Το εμπόδιο για την έναρξη διαπραγματεύσεων της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας γίνεται αισθητό σε όλη την περιοχή ως πλήγμα για την Ενωση. Η έλλειψη έγκρισης διαπραγματευτικού πλαισίου σπαταλά πολύτιμο χρόνο. Είναι σημαντικό, ειδικότερα στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία, να ξεκινήσει η διαδικασία χωρίς μία ημέρα καθυστέρηση. Είναι αναγκαίο για τη Βόρεια Μακεδονία να έχει κρυστάλλινη ευρωπαϊκή προοπτική, να υπάρξει προβλέψιμη, αξιόπιστη, ισχυρή και επιταχυμένη διαδικασία ολοκλήρωσης».

Η Βουλγαρία έχει θέσει βέτο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μετά την ανάληψη της εξουσίας από μια νέα κυβέρνηση, οι διμερείς συνομιλίες έχουν λάβει νέο momentum. Είστε αισιόδοξος; Ποια είναι τα εμπόδια, οι παράμετροι μιας λύσης και το χρονοδιάγραμμα;

«Στις 21 Μαρτίου 2020, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέδωσε σύσταση για την άνευ προϋποθέσεων έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων Βόρειας Μακεδονίας – ΕΕ. Δυστυχώς, το «άνευ προϋποθέσεων» αντικαταστάθηκε από τους όρους που έθεσε το βέτο της βουλγαρικής κυβέρνησης. Αυτό το βέτο είναι ακόμη ενεργό, όμως οι αλλαγές στη Βουλγαρία πιστεύω ότι οδηγούν προς τη σωστή κατεύθυνση. Εχουμε καλή επικοινωνία με τον πρωθυπουργό Πετκόφ και ειλικρινή βούληση να λύσουμε τη διαφορά. Εχουμε δημιουργήσει ομάδες εργασίας σε αρκετούς τομείς και έχουν υπογραφεί μνημόνια κατανόησης, αλλά και εφαρμοστεί ουσιαστικές δράσεις που φέρνουν εγγύτερα τους λαούς μας και θα διασφαλίσουν κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Μειώσαμε τη ρητορική μίσους στο ελάχιστο και η επίσημη επικοινωνία Σόφιας – Σκοπίων αναπτύσσεται με αμοιβαίο σεβασμό και στο πνεύμα των ευρωπαϊκών αξιών. Αυτό ήταν κλειδί για τον κατευνασμό των εντάσεων ώστε να εργαστούμε για μια αμοιβαία αποδεκτή λύση. Πιστεύω ότι αυτό το νέο πλαίσιο θα μας επιτρέψει να κοιτάξουμε στο μέλλον και να λύσουμε τις προκλήσεις το ταχύτερο δυνατόν».

«Οι σχέσεις μας παράδειγμα του πώς επιλύεται ένα διμερές ζήτημα»

Πέρασαν τρία χρόνια από τη Συμφωνία των Πρεσπών. Πώς προχωρεί η εφαρμογή της, ποια είναι τα τρέχοντα εμπόδια; Θα μπορούσατε, τέλος, να μας δώσετε μια εικόνα της στρατιωτικής συνεργασίας, καθώς υπάρχει ανησυχία στην Αθήνα λόγω της πρόσφατης συμφωνίας που υπογράψατε με την Τουρκία…

«Οι δύο κυβερνήσεις εφαρμόζουν επιτυχώς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμφωνία. Εχουμε τακτική και συνεχή επικοινωνία. Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι οι δράσεις επηρεάστηκαν από την περίπλοκη κατάσταση της πανδημίας. Διατηρούμε τον πολιτικό διάλογο, ενεργειακά έργα περιφερειακής σημασίας ολοκληρώνονται και τελειώνουμε τις προετοιμασίες για το άνοιγμα νέων μεθοριακών περασμάτων. Επιπλέον, οι δύο επιτροπές για ιστορικά – αρχαιολογικά – εκπαιδευτικά ζητήματα, όπως και η διεθνής ομάδα ειδικών για τα εμπορικά σήματα συνεχίζουν το έργο τους. Οι σχέσεις μας αποτελούν παράδειγμα του πώς επιλύεται ένα ανοικτό διμερές ζήτημα και μεταφράζεται σε συνεργασία, ανάπτυξη και ευημερία. Η Ελλάδα παραμένει ένας από τους σημαντικότερους και ενεργότερους υποστηρικτές της ευρωπαϊκής μας πορείας. Επιπλέον, η Βόρεια Μακεδονία και η Τουρκία διατηρούν μακροχρόνια συνεργασία σε θέματα άμυνας. Η υπογραφή μιας τέτοιας συμφωνίας δεν είναι κάτι νέο. Ανάλογες συμφωνίες είχαν υπογραφεί και εφαρμόζονταν για χρόνια. Η οικονομική στήριξη που αναφέρεται σε αυτές τις συμφωνίες χρησιμοποιείται για εκσυγχρονισμό και εξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεών μας από την τουρκική αμυντική βιομηχανία. Η συμφωνία που πρόσφατα υπεγράφη είναι μέρος μίας διμερούς αμυντικής συνεργασίας περίπου 20 ετών και δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εξαιρετική στρατιωτική συνεργασία με την Ελλάδα».