Ενόσω ο ρωσο – ουκρανικός πόλεμος μαίνεται επί του πεδίου, οι δύο πλευρές επιδίδονται σε άλλη μια σκληρή αντιπαράθεση προκειμένου να εξασφαλίσουν υποστήριξη αλλά και να καταρρίψει η μία το αφήγημα της άλλης. Η απρόκλητη ρωσική εισβολή στα ουκρανικά εδάφη και οι απόκοσμες εικόνες που είδαν το φως της δημοσιότητας εξαιτίας των σφοδρών ρωσικών βομβαρδισμών κατά πόλεων – με αποκορύφωμα την ισοπέδωση της Μαριούπολης – προκάλεσαν κύμα διεθνούς συμπαράστασης και έμπρακτης αρωγής προς την χώρα του Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Ο Ουκρανός Πρόεδρος από την αρχή του πολέμου παραμένει στο Κίεβο, συχνά – πυκνά βρίσκεται δίπλα στους στρατιώτες του, ενώ αποδείχθηκε ότι ο ίδιος αποτελεί το μεγάλο επικοινωνιακό «χαρτί» της χώρας του. Με τις παρεμβάσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και τις ομιλίες του σε διάφορα εθνικά κοινοβούλια, έχει αναχθεί σε ένα από τα σύμβολα του πολέμου που εκκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου.

Έως τώρα ο Ζελένσκι έχει απευθυνθεί στα κοινοβούλια των Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδά, ΗΠΑ (κογκρέσο), Ισραήλ, Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία, Ιαπωνία, Ολλανδία και Αυστραλία. Στο πλαίσιο αυτό, το μεσημέρι της Πέμπτης 7 Απριλίου θα απευθυνθεί και στο ελληνικό Κοινοβούλιο, μετά από πρόσκληση που το απηύθυνε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.

Μπορεί η κουβέντα μεταξύ των κομμάτων να αναλώνεται μέχρι στιγμής στο εάν πρέπει να μιλήσει ο Ουκρανός Πρόεδρος ή στο ποιοι θα βρίσκονται εντός της Ολομέλειας την ώρα της ομιλίας, όμως αυτό ίσως να μην είναι το μείζον ζήτημα. Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει «Το Βήμα», διπλωματικοί αξιωματούχοι εξέφραζαν ανησυχία για την ομιλία του κ. Ζελένσκι και για τούτο φροντίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο την κάθε λεπτομέρεια.

Σχέσεις Αθήνας – Κιέβου
Στην Αθήνα δεν περνούν απαρατήρητες οι συνεχόμενες αναφορές του Ουκρανού Προέδρου στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και στον διαμεσολαβητικό ρόλο της Τουρκίας για τον τερματισμό της σύρραξης ή ακόμη και για τον ρόλο της ως εγγυήτριας δύναμης σε μία μελλοντική διπλωματική διευθέτηση. Ταυτόχρονα, και υπό την δεδομένη ψυχολογική φόρτιση του πολέμου, ο κ. Ζελένσκι μπορεί να γίνει απρόβλεπτος στις ομιλίες του. Και εκεί, μπορεί να ειπωθεί κάτι που να προκαλέσει ρήγμα στις διμερείς σχέσεις.

Άλλωστε, όσοι έχουν εικόνα του περιγράμματος των ελληνο-ουκρανικών σχέσεων, γνωρίζουν ότι μέχρι και την έναρξη του πολέμου οι σχέσεις των δύο χωρών δεν βρίσκονταν ίσως στο καλύτερο δυνατό σημείο. Αυτό είχε αποτυπωθεί με σαφήνεια στην επίσκεψη που πραγματοποίησε ο Νίκος Δένδιας στο Κίεβο το περασμένο θέρος. Τότε, ο κ. Ζελένσκι δεν είχε συναντηθεί με τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών, ενώ και η συνάντηση του με τον Ουκρανό ομόλογό του, Ντμίτρο Κουλέμπα, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα θετική, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες.

Παρ’ όλα αυτά, για την Αθήνα δεν υπήρχε δεύτερη σκέψη. Μετά την ρωσική εισβολή, η Ελλάδα στήριξε ξεκάθαρα την Ουκρανία αποστέλλοντάς της τόσο ανθρωπιστικό όσο και αμυντικό υλικό. Ταυτόχρονα, ο κ. Μητσοτάκης δεσμεύτηκε ότι η Ελλάδα θα ανοικοδομήσει το μαιευτήριο που καταστράφηκε στην Μαριούπολη και ότι θα συνδράμει ευρύτερα στην ανοικοδόμηση της πόλης. Υπενθυμίζεται δε ότι ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στη μαρτυρική πόλη, ο Μανώλης Ανδρουλάκης, παρέμεινε εκεί υπό δραματικές συνθήκες πριν τελικά την εγκαταλείψει.

Παράλογες απαιτήσεις
Την ίδια στιγμή, όπως όλες οι ουκρανικές πρεσβείες ανά τον κόσμο, έτσι και αυτή στην Αθήνα κινητοποιείται συνεχώς. Ο Ουκρανός πρέσβης Σεργκέι Σουτένκο είναι αρκετά δραστήριος και πολύ συχνά επικοινωνεί με τις ελληνικές αρχές για να καταθέσει διάφορα αιτήματα. Ωστόσο, όπως ανέφεραν στο «Βήμα» άνθρωποι με γνώση των δεδομένων, ορισμένες φορές τα αιτήματα ξεπερνούν τα εσκαμμένα, προκαλώντας μάλιστα ενόχληση.

Σύμφωνα δε με ορισμένες πληροφορίες, αυτό που φέρεται ότι προκάλεσε έντονη ενόχληση στο υπουργείο Εξωτερικών ήταν ουκρανικό αίτημα για να μπει φρένο στη λειτουργία ελληνικού τηλεοπτικού σταθμού εθνικής εμβέλειας για την παρουσίαση φιλορωσικών θέσεων. Η γραπτή απάντηση της ελληνικής διπλωματίας ήταν άμεση, ξεκάθαρη και φυσικά αρνητική. Άλλα ουκρανικά αιτήματα σχετίζονται με τη μη χορήγηση βίζας σε Ρώσους τουρίστες ή στο να μην αγοράσει η Ελλάδα εξαρτήματα για τους ρωσικούς εξοπλισμούς που διαθέτει – κάτι που προφανώς δεν μπορεί να γίνει δεδομένης της ευαίσθητης θέσης της χώρας μας σε σχέση με την Τουρκία.

Επιπλέον, η ουκρανική πλευρά αιτήθηκε -κάτι που παραδέχτηκε και ο ίδιος ο κ. Σουτένκο στην τελευταία συνέντευξη Τύπου- την απέλαση Ρώσων διπλωματών από την χώρα μας. Και πάλι, η απάντηση της Αθήνας ήταν αναφανδόν αρνητική. «Για ποιο λόγο να επιδεινώσουμε και άλλο τις σχέσεις μας με τη Ρωσία;» σημείωναν στο «Βήμα» άριστα πληροφορημένες πηγές. Πίσω από την ελληνική άρνηση, υπάρχει ένα σαφές και τεκμηριωμένο σκεπτικό.

Στην Ρωσική Ομοσπονδία υπηρετούν περί τους 35 Έλληνες, στην πρεσβεία και τα προξενεία. Αντίθετα, στην Ελλάδα, υπηρετούν περισσότεροι από 150 Ρώσοι αξιωματούχοι. Η δυσαναλογία στον αριθμό ενδέχεται σε περίπτωση εκατέρωθεν απελάσεων να προκαλέσει πρόβλημα λειτουργίας στις ελληνικές αρχές στην Ρωσία. Και αυτό κρίνεται από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές απευκταίο και αχρείαστο.