Δημοσιεύθηκε την Τετάρτη 24.12.2021 στην εφημερίδα σας («Το Βήμα της Κυριακής») άρθρο με τον τίτλο «Ο νέος “Μεγάλος Αδελφός” της ΕΥΠ που ακούει τα πάντα» και με δεύτερο τίτλο «Ερωτήματα προκαλεί η ενημέρωση υπό παρακολούθηση υπόπτων» (σελίδα Α12), υπογραφόμενο από τον κ. Βασίλειο Λαμπρόπουλο.
Επί του δημοσιεύματος αυτού παρακαλώ να σημειώσετε, προς αποκατάσταση της αλήθειας και ενημέρωση των αναγνωστών της εφημερίδας σας, τα παρακάτω:
Παρατηρείται κατ’ αρχάς ότι στο άρθρο αυτό και ειδικότερα στην ενότητά του που αφορά την Αρχή Διασφαλίσεως του Απορρήτου των Επικοινωνιών (εφεξής: ΑΔΑΕ), της οποίας είμαι πρόεδρος, περιέχονται ανακρίβειες, οι οποίες είχαν περιληφθεί και σε παλαιότερο άρθρο του αυτού συντάκτη, που είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» την Παρασκευή 18.6.2021 (αριθμός φύλλου 1.131) και που είχε ως τίτλο τη φράση «Βόμβα από ΑΔΑΕ για τις παρακολουθήσεις υπόπτων» και ως παράτιτλο τις φράσεις: «Ζητούν (εννοείται από την ΑΔΑΕ) από την ΕΛ.ΑΣ. να ενημερώνει κακοποιούς, κατασκόπους αλλά και τζιχαντιστές ότι έχει αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών τους», «Σοκ στην Κατεχάκη». Τα περιεχόμενα στο άρθρο εκείνο είχαν ανασκευαστεί με επιστολή μου της 21.6.2021 που είχε αποσταλεί και δημοσιευθεί στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ».
Ηδη ο προαναφερθείς συντάκτης επανέρχεται στο περί ου λόγος άρθρο του σε θέματα τα οποία είχαν περιληφθεί στο πιο πάνω παλαιότερο άρθρο του και τα οποία είχαν αποτελέσει αντικείμενο της παλαιότερης επιστολής μου. Είμαι συνεπώς αναγκασμένος να επανέλθω για να αποκαταστήσω εκ νέου την αλήθεια.
Θα αναφερθώ μόνο στα σημεία των δύο ενοτήτων του άρθρου στα οποία γίνεται αναφορά στην ΑΔΑΕ. Και ειδικότερα στην ενότητα με τον υπέρτιτλο «Ερωτήματα προκαλεί η ενημέρωση υπό παρακολούθηση υπόπτων».
Η Ανεξάρτητη Αρχή υφίσταται εκ του Συντάγματος (άρθρο 19), με αποστολή την προστασία της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας – ενός από τα πλέον κρίσιμα και θεμελιώδη δικαιώματα – του ατόμου. Το δικαίωμα μάλιστα προστατεύεται, κατά τη συνταγματική διάταξη, με απόλυτο τρόπο, ενώ προϋπόθεση για την κάμψη της προστασίας του, αποκλειστικά για λόγους που ανάγονται στην προστασία της εθνικής ασφάλειας ή στη διακρίβωση ποινικών αδικημάτων, αποτελεί σχετική απόφαση της δικαστικής αρχής.
Το δικαίωμα των πολιτών να ενημερωθούν για την περίπτωση που έχει διαταχθεί σε βάρος τους άρση του απορρήτου των επικοινωνιών τους με βάση προηγηθείσα διάταξη της δικαστικής εξουσίας προβλέπεται παγίως και ρητώς από τον ίδιο τον νόμο και ασκείται με υποβολή σχετικού ερωτήματος ενώπιον της ΑΔΑΕ (άρθρο 5 §9 του Ν. 2225/1994, όπως τροποποιηθείς ήδη ισχύει) και δεν είναι πρόσφατη επινόηση της ΑΔΑΕ. Σε μια τέτοια περίπτωση – και πλέον μόνον όσον αφορά τα θέματα διακρίβωσης ποινικών αδικημάτων και όχι πλέον της προστασίας της εθνικής ασφάλειας, με βάση τον Ν. 4790/2021, ο οποίος δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και τέθηκε σε ισχύ στις 31.3.2021 – η Αρχή νομιμοποιείται να απαντήσει μόνον εφόσον το μέτρο έχει πλέον λήξει και υπό την επιπρόσθετη προϋπόθεση ότι η δικαστική αρχή βεβαιώνει ότι με τη γνωστοποίηση της επιβολής του στον θιγόμενο «δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε» η άρση του απορρήτου. Επομένως, η ΑΔΑΕ υποχρεούται εκ του νόμου να τηρεί αρχεία τα οποία θα της επιτρέψουν οσάκις υποβληθεί σχετικό αίτημα από πολίτη να μπορεί να εκπληρώσει την από τον νόμο απορρέουσα υποχρέωσή της να τον ενημερώσει σύμφωνα με την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 5§9 του Ν. 2225/1994. Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι η ΑΔΑΕ δεν αποφάσισε ξαφνικά αυθαιρέτως και σε κενό νόμου να τηρεί στοιχεία σχετικά με τις άρσεις του απορρήτου των επικοινωνιών. Ούτε είχε ανάγκη να ζητήσει και να λάβει την άδεια της «λεωφόρου Κατεχάκη» (sic), όπως εσφαλμένα αναφέρεται στην τελευταία περίοδο της εν λόγω δεύτερης ενότητας, για να τηρήσει τις από το Σύνταγμα και τον νόμο προκύπτουσες υποχρεώσεις της.
Περαιτέρω, η ενημέρωση των θιγέντων με βάση την προαναφερθείσα διάταξη γίνεται μόνον όσακις υποβάλλεται σχετικό ερώτημα-αίτημα πολίτου και  αυτονοήτως μόνο και υπό την περαιτέρω προϋπόθεση ότι οι δικαστικές αρχές έχουν διαβεβαιώσει την ΑΔΑΕ ότι από την επίμαχη ενημέρωση δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο ελήφθη το μέτρο της άρσεως του απορρήτου. Ουδέποτε η ΑΔΑΕ θα διανοούνταν να υπονομεύσει ή να ναρκοθετήσει την επιχειρησιακή λειτουργία και αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών που μεριμνούν για την ασφάλεια της χώρας και την πρόληψη κινδύνων που την απειλούν. Και μόνο το να υπαινίσσεται κάποιος κάτι τέτοιο εκτός από απολύτως ανακριβές είναι και βαρύτατα προσβλητικό τόσο για την εν λόγω Αρχή όσο και για εμέ προσωπικά που υπηρέτησα επί 40 έτη ως δικαστής στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Τέλος, επιβάλλεται να γίνει μια διευκρίνιση στην αναφορά που γίνεται στην πρώτη ενότητα του άρθρου (με τον τίτλο «Ο νέος “Μεγάλος Αδελφός” της ΕΥΠ που ακούει τα πάντα») σε έκθεση της ΑΔΑΕ για το έτος 2020. Εκείνο που διαπίστωσε η ΑΔΑΕ δεν είναι αύξηση των «υποκλοπών», όπως εσφαλμένως γίνεται αναφορά στην επίμαχη περικοπή, αλλά των αποφάσεων άρσης του απορρήτου ληφθέντων νομίμως από τις αρμόδιες προς τούτο δικαστικές αρχές.
Αξιότιμε κύριε Διευθυντά, αξιότιμε κύριε Αρχισυντάκτα,
Με δεδομένο τον κρίσιμο ρόλο που διαχρονικά διαδραματίζει ο Τύπος στη λειτουργία της δημοκρατίας, είναι αυτονόητο ότι η αποσπασματική και πραγματολογικά ανακριβής πληροφόρηση του αναγνωστικού κοινού προκαλεί σύγχυση ως προς το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο. Η στρέβλωση των δεδομένων, όσο ευχερώς κι αν παράγει ψευδεπίγραφες ειδήσεις που θορυβούν και εντυπωσιάζουν την κοινή γνώμη, δεν προσφέρει τελικώς καλές υπηρεσίες ούτε στην αλήθεια ούτε στη διαπαιδαγώγηση επαρκών και υποψιασμένων πολιτών.
Σε αναμονή της πλήρους αποκατάστασης της αλήθειας και του τρωθέντος κύρους της Αρχής μας, θεωρούμε επιβεβλημένη τη φιλοξενία της απάντησής μας στο προσεχές φύλλο του εντύπου σας. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Με εκτίμηση
Χρήστος Ν. Ράμμος
Πρόεδρος της Αρχής Διασφαλίσεως του Απορρήτου των Επικοινωνιών,

Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ε.τ.

***
Η απάντηση του συντάκτη
1. Τα δημοσιεύματα του «Βήματος της Κυριακής» και των «ΝΕΩΝ» στα οποία αναφέρεται ο αξιότιμος πρόεδρος της ΑΔΑΕ βασίζονται σε έγγραφα της Αρχής, όπως και δικαστικών αρχών. Οπως και σε δηλώσεις στελεχών της ΕΛ.ΑΣ. αλλά και δικαστικών λειτουργών που εκφράζουν σχετικές ανησυχίες για την επιλογή της ΑΔΑΕ να προχωρεί σε ενημέρωση των θιγομένων που έχουν παρακολουθηθεί νομίμως από τις κρατικές αρχές για σοβαρές υποθέσεις κρατικής ασφάλειας και εγκληματικών ενεργειών.
2. Λόγω ακριβώς αυτών των επιφυλάξεων και των φόβων που υπήρχαν από την εκφρασμένη πρόθεση της ΑΔΑΕ να αρχίσει να ενημερώνει «στόχους» τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, το υπουργείο Δικαιοσύνης προώθησε τον Μάρτιο του 2021 τροπολογία σύμφωνα με την οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρχει ενημέρωση του οποιουδήποτε που σχετίζεται με παρακολουθήσεις για θέματα εθνικής ασφάλειας, εθνικής άμυνας κ.λπ., τα οποία αφορούν την πλειονότητα των άρσεων απορρήτου.
3. Για την ψήφιση της συγκεκριμένης τροπολογίας υπήρξε μάλιστα αρθρογραφία από τον αξιότιμο πρόεδρο της ΑΔΑΕ, όπου εξέφραζε την αντίθεσή του.
4. «Το Βήμα της Κυριακής» και «ΤΑ ΝΕΑ» παρουσίασαν προ μερικών ημερών εσωτερικό έγγραφο της ΑΔΑΕ που έχει συνταχθεί τον περασμένο Οκτώβριο με την πρόθεση δημιουργίας ψηφιακού αρχείου όλων ανεξαιρέτως των αιτημάτων άρσης απορρήτου (ακόμα και αυτών για την εθνική ασφάλεια για την οποία υπάρχει η σχετική πλήρης βάσει νόμου απαγόρευση για ενημέρωση πολιτών) που θεωρούνται ότι αφορούν κρίσιμες έρευνες και υψηλής ευαισθησίας για τις αρχές ασφαλείας. Με στελέχη των εν λόγω Αρχών να φοβούνται ενδεχόμενη διαρροή τους (αφού θα υπάρχει μεθοδική καταγραφή τους, ανάλυση ανά όνομα, υποθέσεις κ.λπ.) από κρατικούς υπαλλήλους που καμία σχέση δεν έχουν με τους έμπειρους – αρμόδιους ερευνητές των υποθέσεων από ΕΛ.ΑΣ., ΕΥΠ, ΣΔΟΕ, δικαστικούς λειτουργούς κ.λπ.
5. Συμπληρώνεται ότι καταγράφεται η συγκεκριμένη πρόθεση υπευθύνων της ΑΔΑΕ να προχωρήσουν στη δημιουργία ψηφιοποίησης δεκάδων χιλιάδων απόρρητων δικαστικών εγγράφων, όταν – σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες – τα τελευταία χρόνια έχουν υποβληθεί μόνο τρία-τέσσερα σχετικά αιτήματα προς την ΑΔΑΕ από πολίτες που επιζητούν τέτοιου είδους ενημέρωση. Μάλιστα τα ελάχιστα αυτά αιτήματα τα οποία προωθήθηκαν στη Δικαιοσύνη για να δοθεί η σχετική άδεια φαίνεται ότι δεν έτυχαν απόκρισης, είτε υπήρξε αρνητική απάντηση. Δηλαδή, πιο απλά, το ζήτημα που δημιουργείται είναι ότι η ΑΔΑΕ επιχειρεί τη δημιουργία ενός ψηφιακού αρχείου με κρίσιμο πλήρες απόρρητο υλικό των αρχών ασφαλείας κ.λπ. και επιμένει για τη σχετική ενημέρωση θιγομένων, ενώ δεν υπάρχει, μέχρι στιγμής, αντίστοιχο ενδιαφέρον από τους πολίτες.

Βασίλης Γ. Λαμπρόπουλος

***
Η ανταπάντηση του κ. Χρήστου Ράμμου
 

Σχετικά με την απάντηση του συντάκτη της εφημερίδας σας κ. Β. Λαμπρόπουλου, που δημοσιεύτηκε ως απάντηση σε δική μου επιστολή στο ΒΗΜΑ της 9.1.2022 (σελίδα Α32) οφείλω να επισημάνω τα ακόλουθα:

Παρά την απάντησή μου, ο εν λόγω συντάκτης εξακολουθεί να εμμένει στην στρέβλωση των γεγονότων  και στα δυσφημιστικά για την ΑΔΑΕ δημοσιεύματα του στις εφημερίδες ΤΑ ΝΕΑ (30.12.2021) και ΤΟ ΒΗΜΑ (24.12.2021) υποχρεώνοντας με να επανέλθω:

1.Από το  εσωτερικό έγγραφο της Αρχής, φωτοτυπία του οποίου δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ της 30.12.2021, ουδόλως προκύπτει ότι η Αρχή ή εγώ προσωπικά αποφασίσαμε αυθαιρέτως και παρανόμως, επικινδύνως δε για την δημόσια ασφάλεια, να ενημερώνουμε διάφορους εγκληματίες για το ότι ήρθη κατά το παρελθόν το απόρρητο των επικοινωνιών τους. Αρκεί μια απλή ανάγνωση του εν λόγω  εγγράφου για να διαπιστωθεί ότι αφορά συγκρότηση Επιτροπής, η οποία θα συντάξει  την κατά το άρθρο 35 του ευρωπαϊκού  Γενικού Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων μελέτη του αντικτύπου που τυχόν θα προκληθεί από την τήρηση προσωπικών αρχείων. Αρχείων  τα οποία  σκοπό έχουν να μπορεί η ΑΔΑΕ με ίδιους πόρους, χωρίς  δηλαδή να καταφεύγει στα αρχεία των παρόχων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών,  να εφαρμόζει την διάταξη ισχύοντος νόμου της ελληνικής πολιτείας και συγκεκριμένα του άρθρου 5 §9 του ν. 2225/1994 (όπως τροποποιηθείσα ήδη ισχύει), που ρητώς και σαφώς  επιτάσσει στην Αρχή να γνωστοποιεί σε κάθε πολίτη την επιβολή του μέτρου της άρσης του απορρήτου του κατά το παρελθόν, οσάκις, σωρευτικά, α) υποβάλλεται σχετικό αίτημα, β)έχει λήξει το μέτρο της άρσης του απορρήτου του και γ) οι αρμόδιες δικαστικές υπηρεσίες έχουν προηγουμένως διαβεβαιώσει την Αρχή,  ότι από την  ενδεχόμενη γνωστοποίηση της λήψεως του μέτρου δεν διακυβεύεται ο σκοπός της λήψεως του. Αυτό εξηγήθηκε αναλυτικά στις επιστολές που έστειλα στα ΝΕΑ και στο ΒΗΜΑ. Η εμμονή, συνεπώς, του συντάκτη στις αρχικές του θέσεις, χωρίς προκειμένου να διαμορφώσει ακριβή άποψη για τα ισχύοντα στο πλαίσιο του νόμου, και  να έχει προηγουμένως ζητήσει ενημέρωση από την Αρχή ή από εμένα προσωπικώς θέτει σοβαρά ζητήματα δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Πολλώ δε μάλλον, που επιμένει να αναπαράγει στρεβλή και πραγματολογικώς ανακριβή πληροφόρηση, επικαλούμενος αορίστως έγγραφα και δηλώσεις ανώνυμων στελεχών, ακόμη και μετά τις εκτενείς έγγραφες διευκρινίσεις μου. Αποφεύγοντας να υιοθετήσω σκέψεις περί έλλειψης καλής πίστεως εκ μέρους του, φοβούμαι ότι μόνη εναπομείνασα εξήγηση είναι πλέον  ότι ουδόλως έχει κατανοήσει το ζήτημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την παραπληροφόρηση των αναγνωστών του εντύπου σας επί ζητημάτων εκ φύσεως ευαίσθητων τόσο για την ασφάλεια της χώρας, όσο και για τη δικαιοκρατική της ταυτότητα.

2.Από το ίδιο εσωτερικό έγγραφο της Αρχής, επίσης, ουδόλως προκύπτει ότι τα αρχεία που θα τηρούνται, θα αφορούν και περιπτώσεις άρσεων για λόγους εθνικής ασφάλειας. Η κατηγορία αυτή εξαιρέθηκε, όπως επίσης κατ’ επανάληψη έχει διευκρινιστεί στις απαντητικές επιστολές μου, με τη διάταξη 87 του ν. 4790/2021. Αυτονοήτως συνεπώς, η Αρχή έχει προσαρμοστεί στο τροποποιηθέν νομικό πλαίσιο, από την πρώτη στιγμή ισχύος της της νέας διάταξης. Είναι ακατανόητη επομένως, η εμμονή του συντάκτη να βεβαιώνει το αντίθετο.

3.Το ότι ανώνυμα και ανεύθυνα εν τη ανωνυμία τους στελέχη αρχών ασφαλείας ανησυχούν (προδήλως αβασίμως) από το γεγονός ότι η ΑΔΑΕ θα τηρεί τα επίμαχα αρχεία δεν είναι αυτονοήτως λόγος σε μια ευνομούμενη πολιτεία να μένει ανεφάρμοστη διάταξη νόμου (εν προκειμένω του άρθρου 5 §9 του ν.2225/1994). Στο σημείο αυτό πρέπει να προστεθεί ότι κατά το Σύνταγμα (άρθρο 19 παρ. 1) και το νόμο (άρθρο 6 §1 α του ν. 3115/2003) η ΑΔΑΕ έχει αρμοδιότητα και καθήκον να ασκεί  πλήρη έλεγχο στις υπηρεσίες ασφαλείας του κράτους σε σχέση  το αν τηρούν τους κανόνες προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών.  Επομένως δεν πρόκειται για μια άσχετη κρατική υπηρεσία, η οποία παρεμβαίνει αυθαιρέτως, ως παρείσακτος, σε τομείς που δεν την αφορούν.

4.Είναι ακατανόητη,  τέλος, για μια δημοκρατική δικαιοκρατούμενη πολιτεία η σημασία του επιχειρήματος  του συντάκτη  των άρθρων στην απάντηση του, ότι ελάχιστα αιτήματα πολιτών έχουν προωθηθεί στην ΑΔΑΕ με αίτημα την σχετική ενημέρωση. Και με την εκδοχή ότι έτσι έχουν τα πράγματα, το γεγονός ότι, μέχρι τώρα, μόνο  λίγοι πολίτες έχουν γνώση μιας διάταξης νόμου και, συνεπώς,  έχουν κάνει χρήση της δεν είναι προδήλως λόγος να  περιπέσει σε αχρησία και να παύσει να  εφαρμόζεται η  επίμαχη διάταξη,  και να μην μεριμνά η  επιφορτισμένη για την  εφαρμογή της  κρατική υπηρεσία  (πόσο μάλλον μια συνταγματικά κατοχυρωμένη Αρχή) στο   να εξασφαλίζονται  οι προϋποθέσεις εφαρμογής της. Υπενθυμίζουμε δε, για μια ακόμη φορά, ότι πρόκειται για διάταξη που κατοχυρώνει ατομικό δικαίωμα (εν προκειμένω το δικαίωμα στο απόρρητο των επικοινωνιών), με ερείσματα στο Σύνταγμα, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διερωτώμαι ειλικρινώς πώς αυτές οι εθνικές και υπερεθνικές δεσμεύσεις της ελληνικής πολιτείας γίνονται άραγε αντιληπτές από τον συντάκτη των υπό συζήτηση άρθρων.

Σε αναμονή της πλήρους αποκατάστασης της αλήθειας και του τρωθέντος κύρους της Αρχής και εμού προσωπικώς, θεωρούμε επιβεβλημένη τη φιλοξενία της απάντησης αυτής, στο σύνολο της λόγω της σοβαρότητας και της ευαισθησίας του θέματος,  στο προσεχές φύλλο του εντύπου σας. Σας ευχαριστώ για την προσοχή.

Με εκτίμηση

Χρήστος Ν. Ράμμος

Πρόεδρος της Αρχής Διασφαλίσεως του Απορρήτου των Επικοινωνιών

Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ε.τ.