Aπερίφραστα και κατηγορηματικά υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα είχε ταχθεί, το 1986, ο Μπόρις Τζόνσον. Σε ένα κείμενο – ντοκουμέντο που αποκαλύπτουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο», το οποίο υπογράφει ως πρόεδρος του διάσημου ομίλου αντιλογίας Oxford Union, ο σημερινός πρωθυπουργός της Βρετανίας ομολογεί ότι ο λόρδος Ελγιν έκλεψε τα Μάρμαρα στις αρχές του 19ου αιώνα. Επικαλείται δε έγγραφα που αποδεικνύουν ότι οι οθωμανικές Αρχές της εποχής δεν του έδωσαν ποτέ άδεια να τα αφαιρέσει.

Κάνοντας λόγο για «σοφιστείες» και «αδιαλλαξία» της βρετανικής κυβέρνησης απέναντι στην Ελλάδα, ο ηγέτης – σήμερα – του Συντηρητικού Κόμματος καλεί το Λονδίνο να επιστρέψει στην Αθήνα τα αριστουργήματα του Φειδία προκειμένου να εκτεθούν σε μουσείο δίπλα στην Ακρόπολη «υπό το λαμπρό φως του ελληνικού ήλιου». Οπως, μάλιστα, σημειώνει στο άρθρο που έγραψε, η απόφαση για την επιστροφή τους θα μπορούσε να περάσει από τη Βουλή των Κοινοτήτων «μέσα σε ένα απόγευμα»! Με αυτή την αφοπλιστικά ειλικρινή παραδοχή, ουσιαστικά αναιρεί τον… σημερινό εαυτό του: ο Τζόνσον διατείνεται τώρα ότι το θέμα δεν είναι πολιτικό, αλλά αφορά, δήθεν, το Βρετανικό Μουσείο.

Είναι η πρώτη φορά που τεκμηριώνεται ότι ο βρετανός ηγέτης υποστήριζε στο παρελθόν τον επαναπατρισμό των Γλυπτών, αίτημα το οποίο τα τελευταία χρόνια απορρίπτει μετά βδελυγμίας. Κατά καιρούς, έχει λεχθεί ότι ως φοιτητής «έβλεπε θετικά» το ελληνικό αίτημα, αλλά μέχρι σήμερα δεν είχε παρουσιαστεί καμία απόδειξη επ’ αυτού. Αντιθέτως, η «Ντέιλι Τέλεγκραφ» έγραψε πριν από τέσσερις εβδομάδες ότι ακόμη και στα χρόνια της Οξφόρδης ο Μπόρις ήταν κατά της επανένωσης των Μαρμάρων και, μάλιστα, «είχε αρθρογραφήσει σε φοιτητικό περιοδικό υποστηρίζοντας ότι πρέπει να μείνουν εδώ». Σήμερα αποδεικνύεται ότι συνέβη το ακριβώς αντίθετο.

Το επίμαχο άρθρο, που συνιστά μνημείο φιλελληνισμού και ωδή στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 1986 στο περιοδικό της Oxford Union, όταν ο Τζόνσον ήταν 22 ετών και είχε μόλις εκλεγεί πρόεδρος του ομίλου. Η ύπαρξή του αγνοούνταν έως σήμερα. «ΤΑ ΝΕΑ» το εντόπισαν έπειτα από διεξοδική έρευνα στα αρχεία της βιβλιοθήκης της Oxford Union. Σύμφωνα με πηγή του πανεπιστημίου, «πρόκειται για ένα ξεχασμένο, στην ουσία χαμένο κείμενο, το οποίο ενδεχομένως θα θυμούνται μόνο όσα μέλη της Ενωσης έτυχε να το διαβάσουν το 1986». Το άρθρο δεν είναι διαθέσιμο online, ούτε υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά σε αυτό στον Τύπο ή στο Διαδίκτυο. Δύο πηγές της Οξφόρδης επιβεβαίωσαν στα «ΝΕΑ» τη γνησιότητά του.

O Τζόνσον αναφέρεται στην πρόσκληση που απηύθυνε τον Ιούνιο του 1986 στην ελληνίδα υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη να μιλήσει στη συζήτηση της Oxford Union με θέμα την επιστροφή ή μη των Γλυπτών του Παρθενώνα. Στην ψηφοφορία που ακολούθησε, το ελληνικό αίτημα, το οποίο με τόσο πάθος υπερασπίστηκε η Μελίνα, επικράτησε σαρωτικά. Οι απόψεις του Τζόνσον τον καιρό που σπούδαζε Κλασική Φιλολογία και Φιλοσοφία στο αρχαιότερο πανεπιστήμιο του αγγλόφωνου κόσμου βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με τις θέσεις που διατυπώνει δημοσίως τα τελευταία χρόνια. Στο άρθρο που φέρνουν στη δημοσιότητα «ΤΑ ΝΕΑ», δηλώνει χωρίς περιστροφές ότι ο Ελγιν, πρεσβευτής της Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη, έκλεψε τα Γλυπτά: «η δεύτερη μεγάλη καταστροφή» του Παρθενώνα, έπειτα από τον βομβαρδισμό του από τον Μοροζίνι, ήταν «η εκτεταμένη λεηλασία του αρχαίου ναού από τον Λόρδο Ελγιν από το 1801 έως το 1811». Στη συνέχεια, υποστηρίζει ότι το περιβόητο «φιρμάνι» έδινε στον βρετανό διπλωμάτη άδεια να πάρει «μερικά κομμάτια πέτρας που έτυχε να είναι σκορπισμένα στην Ακρόπολη» και σε καμία περίπτωση δεν τον εξουσιοδοτούσε να ξεκολλήσει τα γλυπτά από τον αρχαίο ναό.

«Η ερμηνεία που έδωσε (σ.σ.: στο φιρμάνι) ήταν τουλάχιστον αυθαίρετη» λέει, προσθέτοντας ότι «την έβγαλε καθαρή» εκμεταλλευόμενος το «καθεστώς περίπου αναρχίας που επικρατούσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία». Στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» τον περασμένο Μάρτιο, ο Τζόνσον ισχυρίστηκε το ακριβώς αντίθετο από τον… νεότερο εαυτό του. «Τα Γλυπτά αποκτήθηκαν νομίμως από τον λόρδο Ελγιν, σύμφωνα με τους νόμους που ίσχυαν εκείνη την εποχή.

Ο νόμιμος ιδιοκτήτης τους είναι οι επίτροποι του Βρετανικού Μουσείου» είχε πει. Είναι, επίσης, εντυπωσιακό ότι στο άρθρο που έγραψε πριν από 35 χρόνια, επιτίθεται στη βρετανική κυβέρνηση (πρωθυπουργός τότε ήταν η Θάτσερ) για τα επιχειρήματα που μετέρχεται, τα οποία, ωστόσο, χρησιμοποιεί και ο ίδιος σήμερα! «Οι μανδαρίνοι του Γουάιτχολ (σ.σ.: της βρετανικής κυβέρνησης) απέρριψαν, το 1983, το επίσημο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των μαρμάρων λέγοντας ότι «η συναλλαγή είχε γίνει με τις αναγνωρισμένες νόμιμες Αρχές της εποχής»».

Οπως, όμως, υποστηρίζει, υπάρχουν αποδείξεις ότι το επιχείρημα της κυβέρνησης είναι αίολο: «Μια επιστολή του Ελγιν το 1811 αποκαλύπτει ότι οι τουρκικές αρχές αρνήθηκαν ότι τα πρόσωπα που του είχαν πουλήσει αυτά τα μάρμαρα είχαν οποιοδήποτε δικαίωμα να τα παραχωρήσουν».

«Ευλόγως, θα αναρωτηθεί κάποιος: εάν κατείχε ήδη από το 1986 τέτοιες αποδείξεις, δεν παραπλάνησε το κοινό όταν ισχυρίστηκε φέτος ότι τα Γλυπτά αποκτήθηκαν νόμιμα;», σχολίασε ελληνική διπλωματική πηγή.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στη σελίδα 22 του περιοδικού «Debate» της Oxford Union Society (έτος 1ο, αρ. τεύχους 3), περίπου έναν χρόνο προτού ο Τζόνσον αποφοιτήσει από το Μπέιλιολ Κόλετζ της Οξφόρδης. Το περιοδικό έχει πάψει να εκδίδεται.

Παρότι «ελληνολάτρης» και τακτικός επισκέπτης της χώρας μας, ο βρετανός πρωθυπουργός είναι σήμερα από τους πιο σκληρούς πολέμιους της επανένωσης των Γλυπτών. Τον περασμένο μήνα, απέρριψε το σχετικό αίτημα του Κυριάκου Μητσοτάκη, χρησιμοποιώντας το πολυκαιρισμένο – και σαθρό – επιχείρημα περί «ιδιοκτησίας» των Μαρμάρων από το Βρετανικό Μουσείο. Στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» τον Μάρτιο, πήρε «επάνω του» την απόφαση για παραμονή των Γλυπτών στο Λονδίνο, κάνοντας λόγο για «θέση της βρετανικής κυβέρνησης».

Τον Φεβρουάριο του 2014, ως δήμαρχος Λονδίνου, είχε προσβάλει τον Τζορτζ Κλούνι λέγοντας ότι «τα έχει χαμένα» και ότι «υποστηρίζει τη χιτλερική ατζέντα», όταν ο αμερικανός ηθοποιός μίλησε υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών.

Το παρελθόν, όμως, τον στοιχειώνει: «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να φύγουν από αυτή τη βόρεια κουλτούρα της κατανάλωσης ουίσκι και της ενοχής και να εκτεθούν εκεί όπου ανήκουν: στην Ελλάδα», διακηρύσσει στο άρθρο του ο κατεχόμενος από φιλελληνικό οίστρο Μπόρις, τσιτάροντας πότε Ομηρο («Θες κορφοβούνια απλόσκιωτα, θες θάλασσα αφρισμένη» (Ιλιάδα, ραψ. Α, στ. 157)) και πότε Απόστολο Παύλο («Μη πλανάσθε. Ο Θεός δεν εξαπατάται» (Προς Γαλάτας 6,7)).

Ο Ελγιν πάει στην Αθήνα

Την Πέμπτη 12 Ιουνίου η Ελληνίδα Υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη θα έρθει στην Oxford Union. Το θέμα της (σ.σ.: για το οποίο θα μιλήσει), χάρη σε ένα δυναμικό λόμπινγκ, έχει γίνει γνωστό σε όλο τον κόσμο: η επιστροφή των Ελγινείων Μαρμάρων. Ισχυρές δυνάμεις θα της δώσουν ώθηση για να πετάξει στη Βρετανία. Αφενός το παθιασμένο εθνικό αίσθημα του ελληνικού λαού και αφετέρου οι σοφιστείες και η αδιαλλαξία της Βρετανικής Κυβέρνησης. Ανάμεσα σε αυτές τις δυνάμεις, βρίσκεται παγιδευμένο όχι κάτι ασήμαντο, αλλά ο υπέρτατος καλλιτεχνικός θησαυρός του αρχαίου κόσμου. Η συζήτηση στις 12 Ιουνίου θα σηματοδοτήσει την κορύφωση της ανανεωμένης εκστρατείας της ελληνικής κυβέρνησης για την αποκατάσταση στην Ελλάδα της γλυπτικής ενσάρκωσης του πνεύματος του έθνους. Η ψηφοφορία στην Οξφόρδη – το κέντρο της Βρετανικής Κλασικής Ακαδημαϊκής Διδασκαλίας – θα επηρεάσει χωρίς αμφιβολία την απόφαση του Γουάιτχολ. Για να το θέσω ωμά, η απόφασή σας μετράει.

Το ιστορικό

Το 450 π.Χ., ο Περικλής, ο ηγέτης που οδήγησε την Αθήνα στο μεγαλείο της, εκπόνησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μνημειωδών δημοσίων έργων. Η Ακρόπολη, το αρχαίο φρούριο της Αθήνας, έμελλε να γίνει η δόξα και ο φθόνος όλου του κόσμου. Οι πουριτανικές φωνές έφεραν αντιρρήσεις, ισχυριζόμενες ότι ο Περικλής χρησιμοποιούσε αντικανονικά τους φόρους που προέρχονταν από εδάφη τα οποία ήταν υπό τον έλεγχο της Αθήνας για να «φτιασιδώσει την πόλη σαν να ήταν πόρνη». Αλλά η Ιστορία απέδειξε ότι η κρίση τους ήταν λανθασμένη. Οι αριστοτέχνες Φειδίας, Ικτίνος και Καλλικράτης, με προσωπική ενθάρρυνση του Περικλή, δημιούργησαν κτίσματα και γλυπτά που συμβόλιζαν την υπερηφάνεια και το πνευματικό σθένος της Αθήνας. Στη ζωφόρο που απεικονίζει τα Παναθήναια, η οποία περιτρέχει τον τοίχο πίσω από τους κίονες του Παρθενώνα, μπορούμε να θαυμάσουμε την κλασική τέχνη σε όλο της το μεγαλείο. Ο τεχνικός έλεγχος είναι λεπτομερής, τα χαρακτηριστικά ήρεμα και απαθή. Η αποστασιοποίηση και ο αυτοέλεγχος των αγαλμάτων βρίσκονται σε αρμονία με το περίκλειο όραμα: αυτό που ήθελε την πόλη και τους πολίτες της παρθένου θεάς ανεξάρτητους, αυτάρκεις και υπεράνω σαρκικών απολαύσεων. Η Ζωφόρος των Παναθηναίων αποτελούνταν από 111 λίθους. Οι 97 σώζονται μέχρι σήμερα. Οι 56 από αυτούς βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο.

Ο Παρθενώνας, ο ναός της Αθηνάς Παρθένου, υπέστη δύο μεγάλες καταστροφές στην ιστορία του. Η πρώτη ήταν το 1678, όταν ένας πανούργος τούρκος στρατηγός, υπό καθεστώς πολιορκίας από τους Ενετούς, αποφάσισε να τον χρησιμοποιήσει ως αποθήκη πυρομαχικών – περίπου σαν να κρύβεις ένα τανκ μέσα σε σκηνή του Ερυθρού Σταυρού. Αλλά ο ενετός στρατηγός Μοροζίνι τράβηξε τ’ όπλο του, όπως ακριβώς έκανε ο Γκέρινγκ όταν άκουγε τη λέξη «πολιτισμός», βομβάρδισε και ανατίναξε το μεγαλύτερο μέρος του κεντρικού τμήματος. Η δεύτερη μεγάλη καταστροφή ήταν η εκτεταμένη λεηλασία του αρχαίου ναού από τον Λόρδο Ελγιν από το 1801 έως το 1811.

Η Ελλάδα εκείνη την εποχή ήταν ένα ρημαγμένο οχυρό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η εθνική ταυτότητα που ο Περικλής πρόλαβε να δει φευγαλέα, η οποία έκανε τόσο αισθητή την παρουσία της τον 20ό αιώνα, είχε αρχίσει να τρεμοσβήνει, ώσπου χάθηκε. Ο Λόρδος Ελγιν ήταν πρεσβευτής στην Υψηλή Πύλη και είχε αφήσει πίσω του στην Αγγλία μια νέα και επιπόλαιη σύζυγο, που είχε την ακόρεστη δίψα ενός κακομαθημένου κοριτσιού για δώρα. Οταν πήγε στην Ακρόπολη, συνειδητοποίησε ότι είχε βρει μερικά πράγματα που θα μπορούσαν να της κινήσουν το ενδιαφέρον. Εκμεταλλευόμενος την εξάρτηση της Τουρκίας από τη Βρετανία για στρατιωτική υποστήριξη, εξασφάλισε από τον Σουλτάνο ένα φιρμάνι για να αφαιρέσει «qualche pezzi di pietra» – μερικά κομμάτια πέτρας – που έτυχε να είναι σκορπισμένα στην Ακρόπολη. Η ερμηνεία που έδωσε σε αυτή τη φράση ο Ελγιν ήταν τουλάχιστον αυθαίρετη. Επί δέκα χρόνια, μια ομάδα εργατών, υπό την καθοδήγηση ενός άπληστου Ιταλού με το όνομα Λουζιέρι, πριόνιζε και πελεκούσε τα γλυπτά του Φειδία. Τεράστιες βοϊδάμαξες κατηφόριζαν καθημερινά στον Πειραιά φορτωμένες το θλιβερό φορτίο τους: το γόνατο του Ερμή είναι ακόμη στην Αθήνα. Το υπόλοιπο σώμα του βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.

Ηταν το καθεστώς περίπου αναρχίας που επικρατούσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία που επέτρεψε στον Ελγιν να τη βγάλει καθαρή. «Σε πειράζει να δανειστώ για λίγο αυτά τα κομμάτια πέτρας;» θα είπε, ενδεχομένως, στον τοπικό λοχία, ο οποίος μάλλον ανασήκωσε τους ώμους του και επέστρεψε στο χαρέμι του στο Ερέχθειο. Και όμως, επί αυτής ακριβώς της βάσης οι μανδαρίνοι του Γουάιτχολ απέρριψαν, το 1983, το επίσημο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των μαρμάρων λέγοντας ότι «η συναλλαγή είχε γίνει με τις αναγνωρισμένες νόμιμες Αρχές της εποχής». Οπως προκύπτει, ακόμη και αυτή η πενιχρή υπερασπιστική γραμμή είναι άκυρη: μια επιστολή του Ελγιν το 1811 αποκαλύπτει ότι οι τουρκικές Αρχές αρνήθηκαν «ότι τα πρόσωπα που του είχαν πουλήσει αυτά τα μάρμαρα είχαν οποιοδήποτε δικαίωμα να τα παραχωρήσουν».

Για να είμαστε δίκαιοι, ο Ελγιν προσέφερε υπηρεσία στην ανθρωπότητα, αρπάζοντας τα γλυπτά προτού οι Τούρκοι τα χρησιμοποιήσουν για να χτίσουν τρώγλες. Εχασε μια ολόκληρη περιουσία σε αυτή την επιχείρηση, και στο τέλος ούτε η γυναίκα του, που μάλλον τα έβρισκε πολύ ψυχρά και άσεμνα, ήταν ικανοποιημένη. Το 1816 τα πούλησε στη Βρετανική Κυβέρνηση για 35.000 στερλίνες. Ως εκ τούτου, θα χρειαζόταν να ψηφιστεί ένας νόμος προκειμένου να επιστραφούν. Είναι περιττό να πούμε ότι αυτό φαίνεται να είναι ένα λίγο – πολύ ανυπέρβλητο εμπόδιο στη διαδικασία της επιστροφής – ωστόσο, θα μπορούσε να περάσει μέσα σε ένα απόγευμα. Οι λόγοι για την αφαίρεση των μαρμάρων ήταν καλοί. Οι λόγοι για την επιστροφή τους είναι ακόμη καλύτεροι.

Τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να φύγουν από αυτή τη βόρεια κουλτούρα της κατανάλωσης ουίσκι και της ενοχής και να εκτεθούν εκεί όπου ανήκουν: στη χώρα με το λαμπρό φως του ηλίου, το τοπίο του Αχιλλέα, τα «απλόσκιωτα κορφοβούνια και την αφρισμένη θάλασσα». Θα στεγαστούν σε ένα νέο μουσείο μερικές εκατοντάδες μέτρα από την Ακρόπολη. Θα τα φροντίζουν σχολαστικά. Δεν θα υποστούν σοβαρές φθορές, όπως υπέστησαν στο Βρετανικό Μουσείο το 1938 από μανιακές πλύστρες που τα έτριβαν με χάλκινες βούρτσες. Ο θρύλος λέει ότι τα αγάλματα των θεών ούρλιαζαν καθώς τα έσκιζαν από τον Παρθενώνα. Εχουν περάσει σχεδόν δύο αιώνες από την ενέργεια του Λόρδου Ελγιν και οι θεοί δεν μπορούν να εξαπατηθούν.

Μπόρις Τζόνσον

Μπέιλιολ