Προορισμός για λίγους, λόγω του εξαιρετικά υψηλού κόστους ζωής, το Μονακό προσφέρει κυρίως δύο πράγματα στους κατοίκους και στους επισκέπτες του: ασφάλεια και πολυτέλεια. Σε μια περίοδο που το θέμα της ασφαλούς διαβίωσης και γενικότερα του επιπέδου ζωής των κατοίκων των πόλεων (μεγάλων και μικρότερων) σε όλον τον κόσμο τίθεται εκ νέου σε συζήτηση για πολλούς και διάφορους λόγους (οικονομική κρίση, Μεταναστευτικό, CΟVID-19 κ.λπ.), οι ανηφορικές γειτονιές του πριγκιπάτου παραμένουν ιδανικά σκηνικά από ένα άλλο, θαυμάσιο παραμύθι. Από ένα παραμύθι πολύ πιο ευχάριστο και κυρίως πιο φαντασμαγορικό από τη σύγχρονη πραγματικότητα για τους λιγότερο τυχερούς. Εκεί, στο πιο πυκνοκατοικημένο κράτος της Ευρώπης, όλα εξακολουθούν να κυλούν αρμονικά και ήσυχα. Και ακόμα και αν για ορισμένους αυτή η ησυχία συνεπάγεται πλήξη, βαρεμάρα – μια καλολουστραρισμένη «ημέρα της μαρμότας» που επαναλαμβάνεται αέναα τόσο ίδια και απαράλλακτη ώσπου να μην αντέχεις άλλο και ώσπου να επιζητείς την ένταση, ακόμα και εκείνη τη μικρή παραφωνία-«ασχήμια» που θα προσθέσει ένα κάποιο ενδιαφέρον στο κάδρο -, υπάρχουν και τα βράδια. Υπάρχουν οι έντονες, λαμπερές νύχτες, οπότε στα privé clubs και στις λέσχες της περιοχής οι ισχυροί του χρήματος, οι διασημότητες από τον χώρο του θεάματος και οι ευρωπαίοι εστεμμένοι συναντώνται για να διασκεδάσουν, για να ξεχάσουν για λίγο τις μπίζνες τους ή και για να κάνουν μπίζνες. Πλωτά μπαρ, κατάφυτες ταράτσες που όταν πέφτει ο ήλιος γίνονται πίστες χορού και αίθουσες βυθισμένες στο ημίφως, όπου όμως ο ελλιπής φωτισμός δεν είναι ικανός να κρύψει την πολυτελή διακόσμηση, όλα αυτά βρίσκονται δίπλα-δίπλα, τόσο κοντά, ώστε να μπορείς να περπατήσεις από το ένα στο άλλο χωρίς να χρειάζεται να πάρεις καν αυτοκίνητο!

Η «μητέρα» της σύγχρονης ντισκοτέκ

Το επιβεβαιώνουν και αυτές οι παλιές, ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τα πάρτι του «Jimmy’z», του nightclub που λειτουργεί στο κέντρο του πριγκιπάτου και που θεωρείται ένα από τα διασημότερα spots της Ριβιέρας. Πίσω από τη δημιουργία του βρίσκεται η γαλλίδα τραγουδίστρια και ιμπρεσάριος νυχτερινών κέντρων Ρεζίν, κατά κόσμον Regina ή Régine Zylberberg. Γεννημένη το 1929 στο Βέλγιο από γονείς Πολωνοεβραίους, η καλλιτέχνις και επιχειρηματίας με την έντονη προσωπικότητα ξεκίνησε την τραγουδιστική καριέρα της μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ την ίδια πάνω-κάτω εποχή άρχισε να εργάζεται ως επικεφαλής σε παρισινές ντισκοτέκ. Μια από τις καινοτομίες που έφερε στον χώρο είναι η αντικατάσταση των τζουκ μποξ από disc jockeys, γεγονός που οδήγησε στην εξέλιξη των χώρων νυχτερινής διασκέδασης και στην εμφάνιση των ντισκοτέκ όπως τις γνωρίζουμε σήμερα. Το 1957 εγκαινίασε το κλαμπ «Chez Régine» στο Καρτιέ Λατέν. Η επιτυχία ήταν τόσο μεγάλη που ακολούθησαν και σε άλλα «Chez Régine» σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, μεταξύ άλλων και στο Μόντε Κάρλο. Στο αγαπημένο της Μόντε Κάρλο ίδρυσε το 1974 και το «Jimmy’z», το οποίο έγραψε τη δική του ιστορία. Το κλαμπ βρίσκεται στην παραλία, δίπλα στo Monte-Carlo Sporting (όπου φιλοξενούνται κάθε χρόνο τα κορυφαία events του πριγκιπάτου όπως το Μonte-Carlo Red Cross Ball και το Rose Ball) και θεωρείται ακόμα και σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά την ίδρυσή του, τόπος συνάντησης των απανταχού VIPs. Από τη σάλα του έχουν περάσει οι μεγαλύτεροι DJs και μουσικοί παραγωγοί των τελευταίων δεκαετιών, ανάμεσά τους οι Fatboy Slim, Μικαέλ Καλφάν, Ρόμπιν Σουλτς, Lost Frequencies, Μπομπ Σινκλάρ, Μαρκ Ρόνσον, Μάρτιν Σολβέιγκ, Boy George κ.ά. Το «Jimmy’z» επαναλειτούργησε το 2017 μετά την εκ βάθρων ανακαίνισή του. Ανάμεσα στις προσθήκες που έγιναν περιλαμβάνεται και ένα πλωτό καλοκαιρινό μπαρ. Σήμερα λειτουργεί Πέμπτη με Σάββατο από τις 11.30 το βράδυ ως τα ξημερώματα, η πρόσβαση όμως δεν επιτρέπεται σε όλους καθώς έχει αρκετά επιλεκτική «πόρτα».

Ναοί της μεταμεσονύκτιας διασκέδασης

Ομως, ο ανταγωνισμός είναι πραγματικά μεγάλος στη σοφιστικέ νυχτερινή ζωή του Μονακό. Το λαμπερό και glamorous «Twiga» βρίσκεται κοντά στο «Fairmont Hotel», δίπλα στον χαριτωμένο Ιαπωνικό Κήπο και διαθέτει τη δική του προβλήτα όπου τα μέλη του μπορούν να φτάσουν με τα σκάφη τους. Τα «La Rascasse» (από το όνομα μιας από τις πιο διάσημες στροφές της πίστας του Grand Prix Formula 1 του Μονακό), «Brasserie of Monaco» (που πρωτολειτούργησε το 1905) και φυσικά το «Le Bar Américain» που εντυπωσιάζει με την παλιοκαιρινή αριστοκρατική διακόσμησή του ξεχωρίζουν μεταξύ άλλων στη νυχτερινή ζωή της πόλης-κράτους. Για να μην ξεχάσουμε και το περίφημο Καζίνο, ένα από τα πιο κομψά και εντυπωσιακά κτίρια του Μόντε Κάρλο, έργο του αρχιτέκτονα Σαρλ Γκαρνιέ. Και όταν το βράδυ δώσει τη θέση του στη μέρα, τα private night clubs δίνουν τη θέση τους στα private clubs και η οινοποσία δίνει τη θέση της στην οικογενειακή ψυχαγωγία αλλά και στις συζητήσεις περί επιχειρηματικότητας και πολιτικής ή στα θαλάσσια (και όχι μόνο) σπορ.

Με το βλέμμα στραμμένο στη θάλασσα

Το Yacht Club de Monaco, το οποίο ίδρυσε ο πρίγκιπας Ρενιέ το 1953, είναι ένα από τα πιο πολυτελή «κλειστά» κλαμπ του πριγκιπάτου, με περισσότερα από 2.500 μέλη από 79 εθνικότητες. Για να γίνεις δεκτός στην «παρέα» πρέπει να έχεις συστάσεις από δύο μέλη, τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου του συλλόγου, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον πρίγκιπα Αλβέρτο Β’, αλλά και να καταβάλεις ένα υπολογίσιμο ποσό, το ύψος του οποίου δεν δημοσιοποιείται. Το Yacht Club στεγάζεται μαζί με το επίσης ιστορικό Société Nautique de Monaco σε ένα εντυπωσιακό παραθαλάσσιο κτίριο υψηλής τεχνολογίας που μοιάζει με πλοίο, σχεδιασμένο από τo διάσημο βρετανικό αρχιτεκτονικό γραφείο Foster+Partners. Μέσα στο κτίριο βρίσκεται το εντυπωσιακό «Wine Palace», το οποίο περιλαμβάνει στη συλλογή του περισσότερα από 3.000 μπουκάλια με κρασί, σαμπάνια και οινοπνευματώδη ποτά, πολλά εκ των οποίων είναι ιδιαίτερης αξίας. Εννοείται πως μεγάλο μέρος της συλλογής αφορά τα γαλλικά κρασιά. Οι επισκέπτες (γιατί το «Wine Palace» δεν απευθύνεται μόνο στα μέλη των private clubs) μπορούν να απολαύσουν τα «spirits» της αρεσκείας τους και να τα συνοδεύσουν με εξαιρετικής ποιότητας τυριά, φουά γκρα, μικρές τάρτες με διάφορες γεύσεις και πολλούς ακόμα πειρασμούς.

Ιδεαλισμός, αθλητισμός, ομορφιά!

Το Monaco Ambassadors Club ιδρύθηκε το 1973 με την ενθάρρυνση της πριγκίπισσας Γκρέις. Πρόκειται για μια «κλειστή» παρέα από διπλωμάτες, πολιτικούς, ανώτερους αξιωματούχους, επιχειρηματίες αλλά και προσωπικότητες από τον κόσμο του αθλητισμού, της επιστήμης κ.λπ. Στόχος, η προώθηση των αξιών του πριγκιπάτου του Μονακό σε όλον τον κόσμο. Πρόεδρός του σήμερα είναι (και πάλι) ο πρίγκιπας Αλβέρτος Β’. Για να γίνεις μέλος μπορείς να επιλέξεις ανάμεσα σε τρεις συνδρομές: τη συνδρομή για ένα άτομο, η οποία στοιχίζει 2.500 ευρώ εφάπαξ για την εγγραφή και 3.000 ευρώ τον χρόνο, εκείνη για ζευγάρι η οποία εκτός από τα 2.500 εφάπαξ προϋποθέτει και την καταβολή 5.000 ευρώ κάθε χρόνο και τη συνδρομή του ευεργέτη, ήτοι 3.500 ευρώ εφάπαξ και 15.000 ευρώ τον χρόνο. Εννοείται πως είναι απαραίτητες και οι θετικές συστάσεις δύο μελών του club. Χαρακτηρισμένο ως το άθλημα των πλουσίων (και των αριστοκρατών, την εποχή που υπήρχε αριστοκρατία), το τένις μετρά πολλούς οπαδούς ανάμεσα στους μόνιμους κατοίκους αλλά και στους μόνιμους, κάθε χρόνο, επισκέπτες του πριγκιπάτου. Το Monte-Carlo Country Club ιδρύθηκε το 1928 από τον πρίγκιπα Λουδοβίκο Β’ του Μονακό, παρουσία, μεταξύ άλλων, του Γουσταύου Ε’ της Σουηδίας και του πρίγκιπα Νικολάου της Ελλάδας. Εννοείται πως ένα μέρος σαν το Μονακό δεν θα μπορούσε να μην έχει και ένα κλαμπ για τους φίλους ενός ακόμα αθλήματος που αγαπήθηκε από την υψηλή κοινωνία, του γκολφ. Τo Monte-Carlo Golf Club έχει πιο μακρά ιστορία από το Monte-Carlo Country Club καθώς ιδρύθηκε το 1911. Υπηρεσίες ομορφιάς και ευεξίας παρέχει το Thirty Nine Club, με τις συνδρομές να ξεκινούν από τα 1.500 ευρώ τον χρόνο (το άτομο) και να φτάνουν τα 7.900 ευρώ (το ζευγάρι). Το Club des Résidents Etrangers de Monaco λειτουργεί από το 2010, υπό την αιγίδα του πρίγκιπα Αλβέρτου Β’ και χάρη στη γενναιοδωρία των μελών του. Στόχος του να βοηθήσει τους ξένους που ζουν και εργάζονται στο Μονακό «να ενσωματωθούν στη ζωή των Μονεγάσκων» μέσα από κοινωνικές, πολιτιστικές, αθλητικές κ.λπ. δράσεις.