Εγκλωβισμένο σε ένα – αδιόρατο προς το παρόν – θετικό σενάριο ως προς την εξέλιξη της πανδημίας παραμένει το Μέγαρο Μαξίμου, με αποτέλεσμα τις διαρκείς και αγωνιώδεις διαβεβαιώσεις περί της μη επιβολής ενός νέου lockdown.

Παρά ταύτα, οι «σκληροί δείκτες» των νοσηλειών και των θανάτων παραμένουν υψηλοί, η ανησυχία λόγω και της νέας μετάλλαξης εξαπλώνεται και μοναδική ελπίδα για την αναστροφή της κατάστασης παραμένει η επίδραση των περιοριστικών μέτρων για τους ανεμβολίαστους και ο φόβος, παράμετροι οι οποίες συνδυαστικά φαίνεται ότι επιδρούν θετικά στην ένταση του ρυθμού των εμβολιασμών. Σύμφωνα πάντως με τα υπάρχοντα στοιχεία, η τάση που διαπιστώνεται αφορά κυρίως χαμηλότερες ηλικιακές ομάδες, οι οποίες κατά κανόνα δεν επιβαρύνουν το σύστημα υγείας.

Την ίδια στιγμή, το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη και οι αρμόδιοι υπουργοί επιμένουν να υποβαθμίζουν την κοινωνική και πολιτική επίπτωση του κύματος ανατιμήσεων, το οποίο ωστόσο δεν περιορίζεται στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας, αλλά εξαπλώνεται πλέον και στα αγαθά πρώτης ανάγκης.

Tο επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη και οι αρμόδιοι υπουργοί επιμένουν να υποβαθμίζουν την κοινωνική και πολιτική επίπτωση του κύματος ανατιμήσεων

Οι διαβεβαιώσεις και το στοίχημα

Υπό αυτήν την έννοια, η πολιτική διαχείριση των πρώτων σοβαρών στοιχείων αποτύπωσης ενός κύματος ανησυχίας σε μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας μετατρέπεται σε ένα μεγάλο πολιτικό στοίχημα για την κυβέρνηση.

Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και στελέχη της κυβέρνησης προσδιορίζουν χρονικά την κορύφωση της νέας πανδημικής έξαρσης στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου. Την ίδια στιγμή δε επιμένουν ότι οι ανατιμήσεις στην ενέργεια και σε βασικά αγαθά πρώτης ανάγκης θα είναι παροδικές. Παρ’ όλα αυτά, ειδικοί και στα δύο πεδία επιμένουν ότι οι βεβαιότητες αυτές είναι παρακινδυνευμένες.

Σε ό,τι αφορά την υγειονομική κρίση, η κυρίαρχη κριτική προς την κυβέρνηση εστιάζει στη διστακτικότητα και την καθυστέρηση ως προς τη λήψη μέτρων, έστω για τη συμπαγή όπως φαίνεται πληθυσμιακή ομάδα των ανεμβολίαστων, αλλά και στη διατύπωση συγκεχυμένων μηνυμάτων.

Πέραν της ούτως ή άλλως μονίμως επαμφοτερίζουσας στάσης του ΣΥΡΙΖΑ, επικριτές αυτής της κυβερνητικής τακτικής, όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, επισημαίνουν το θέμα το οποίο προκαλείται από τη διαχείριση του προβλήματος: «Νομίζω ότι αυτή η νοοτροπία η οποία καλλιεργείται λειτουργεί αρνητικά. Υπάρχει μια διάθεση πρόωρου εφησυχασμού, διακηρύσσουμε πρόωρα και πανηγυρικά το τέλος κρίσιμων καταστάσεων και την επιστροφή στην κανονικότητα, ενώ βλέπουμε μπροστά μας να εξελίσσεται μία νέα φάση της πανδημίας, μία νέα κρίση ας το πούμε έτσι. Υπό την έννοια αυτή δεν πρέπει να αποκλείεται η λήψη μέτρων, γιατί αυτό στέλνει ένα λανθασμένο μήνυμα, ότι μπορούμε πια να εφησυχάσουμε» σημείωσε μεταξύ άλλων ο πρώην πρόεδρος του ΠαΣοΚ σε ραδιοφωνική του συνέντευξη (ΣΚΑΪ) την προηγούμενη εβδομάδα.

Από το περιβάλλον του Πρωθυπουργού πάντως διαμηνύεται με επιμονή ότι νέα, γενικά περιοριστικά μέτρα δεν πρόκειται να υπάρξουν (με επίγνωση ότι θα είναι και δύσκολο να εφαρμοστούν) και ότι οι όποιες αποφάσεις θα αφορούν μόνον ανεμβολίαστους πολίτες. Ταυτόχρονα, συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη επιμένουν στο τρίπτυχο: αύξηση εμβολιασμών – τήρηση και έλεγχος μέτρων – ενίσχυση του ΕΣΥ.

Η «φωτιά» των ανατιμήσεων

Κατ’ αντιστοιχία με την πανδημία, το Μέγαρο Μαξίμου αντιμετωπίζει με μια επίμονη αισιοδοξία το πρόβλημα των πληθωριστικών πιέσεων. Η μόνιμη επωδός είναι ότι πρόκειται για παροδικό φαινόμενο, ωστόσο η εικόνα της αγοράς φανερώνει στοιχεία τα οποία εντείνουν την ανησυχία.

Πέραν των αυξήσεων στα καύσιμα, είναι πλέον αισθητή η αύξηση των τιμών σε αγαθά πρώτης ανάγκης και κυρίως στα σιτηρά, το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Σε κάποιες περιπτώσεις οι αυξήσεις έχουν οδηγήσει έως και σε υπετριπλασιασμό των τιμών παραγωγού και παράγοντες της αγοράς εκφράζουν έντονες επιφυλάξεις ως προς το αν και κατά πόσον η τάση αυτή είναι δυνατόν να αναστραφεί τους προσεχείς μήνες.

Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο σύνθετο λόγω της εκτίμησης ότι σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στην παραγωγή σιτηρών, δεν θα είναι δυνατή η υποχώρηση των τιμών στα προηγούμενα επίπεδα, δεδομένου ότι η εξέλιξη των τελευταίων μηνών έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του εισοδήματος των παραγωγών, το οποίο είχε συμπιεστεί δραματικά τα προηγούμενα χρόνια.

Η επίδραση του γερμανικού συνασπισμού

Οσο η πανδημία και οι πληθωριστικές πιέσεις θα διαμορφώνουν ένα σύνθετο παζλ για όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η προσοχή του Μεγάρου Μαξίμου στρέφεται στην επίδραση που αναμένεται να έχει ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης συνασπισμού μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων στη Γερμανία.

Κυβερνητικές πηγές εκφράζονται κατ’ αρχάς θετικά για την εξέλιξη. Οπως σημειώνουν, «υπάρχουν σημεία της προγραμματικής συμφωνίας των τριών κομμάτων που βρίσκονται κοντά στις ελληνικές θέσεις». Ιδιαίτερη έμφαση δίνουν στην ανάληψη του υπουργείου Οικονομίας και Κλιματικής Προστασίας από τον συμπρόεδρο των Πρασίνων Ρόμπερτ Χάμπεκ, δεδομένου του ελληνικού ενδιαφέροντος για τις επενδύσεις στο πεδίο της πράσινης μετάβασης. Ομως την ίδια στιγμή δεν κρύβεται η ανησυχία για την ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών από τον επικεφαλής των Ελεύθερων Δημοκρατών, Κρίστιαν Λίντνερ, λόγω των σκληρών του θέσεων στο θέμα της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας. «Ως προς τις ανησυχίες που εκφράζονται ότι το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών θα τηρήσει σκληρή στάση στο συγκεκριμένο θέμα, υπογραμμίζεται ότι η γραμμή διαμορφώνεται ενιαία από τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία λαμβάνει υπόψη και τις ισορροπίες εντός της ΕΕ» αναφέρουν κυβερνητικές πηγές. Την ίδια στιγμή υπογραμμίζουν την ταύτιση απόψεων του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και τον πρωθυπουργό της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι ως προς το ότι στην πορεία προς την ανάκαμψη των ευρωπαϊκών οικονομιών θα πρέπει «να ενσωματώνονται τα διδάγματα της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης».

Με αυξημένες προσδοκίες βλέπει πάντως η ελληνική κυβέρνηση την ανάληψη του υπουργείου Εξωτερικών από την συμπρόεδρο των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ, δεδομένης της στάσης του κόμματος έναντι της Τουρκίας για τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και της αντίθεσής του στην πώληση στρατιωτικού υλικού προς την κυβέρνηση της Αγκυρας.

Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΤΗ ΣΥΝΟΔΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Με το βλέμμα στραμμένο και στις εξελίξεις στην Τουρκία και τις αντιδράσεις κατά του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν λόγω της οικονομικής κρίσης, ιδιαίτερη σημασία προσδίδεται από την κυβέρνηση στην επίσημη πρόσκληση του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη να συμμετάσχει και να μιλήσει στη Σύνοδο Κορυφής για τη Δημοκρατία (Summit for Democracy), η οποία θα διεξαχθεί διαδικτυακά στις 9 και 10 Δεκεμβρίου.

Ο πρόεδρος της Τουρκίας, όπως και κάποιοι από τους ηγέτες κρατών-μελών της ΕΕ, δεν έχουν προσκληθεί και από το Μέγαρο Μαξίμου μεταδίδεται ότι η συμμετοχή του Πρωθυπουργού στη Σύνοδο έχει ιδιαίτερη σημασία, εν αναμονή και του σχεδιαζόμενου επίσημου ταξιδιού του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον στο πρώτο εξάμηνο του 2022. «Αναγνωρίζουμε και εκτιμούμε τη συνεργασία σας στο έργο της οικοδόμησης δημοκρατικών κοινωνιών που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και επιτρέπουν σε όλους τους πολίτες να προοδεύσουν» σημειώνεται μεταξύ άλλων στην επιστολή-πρόσκληση του αμερικανού προέδρου προς τον έλληνα πρωθυπουργό.