Κόσμος πολύς πηγαινοερχόταν στους διαδρόμους του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «Ευαγγελισμός», δημιουργώντας συνωστισμό. Στην προσπάθειά μου να εντοπίσω το γραφείο της εντατικολόγου Αναστασίας Κοτανίδου, διευθύντριας της ΜΕΘ του εν λόγω νοσοκομείου, συντονίστριας όλων των ΜΕΘ της χώρας και αναπληρώτριας καθηγήτριας Πνευμονολογίας – Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, και περνώντας δίπλα και από ανθρώπους που δεν φορούσαν σωστά ή που είχαν κατεβάσει (για λίγο;) τις μάσκες τους, αναρωτήθηκα αν υπήρχαν στιγμές που και εκείνη, η γιατρός που έχει περάσει όλη της τη ζωή μέσα στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, ένιωθε φόβο παρόμοιο με τον φόβο που αισθάνομαι εγώ όταν βρίσκομαι μέσα σε πλήθος. Αυτή ήταν και η πρώτη ερώτηση που της έκανα όταν επιτέλους την εντόπισα και όταν καθισμένη απέναντί μου σταμάτησε να απαντάει για λίγο στο τηλέφωνό της που χτυπούσε ασταμάτητα.

Υπάρχουν στιγµές που δεν σκέφτεστε ως γιατρός, που δεν φιλτράρετε τα πάντα µέσα από την επιστηµονική γνώση και εµπειρία, αλλά γίνεστε η γυναίκα που ανησυχεί για την υγεία της, για τη ζωή της, για την υγεία και για τη ζωή των δικών της ανθρώπων; Φοβηθήκατε κάποια στιγµή περισσότερο;

«Οχι! Δεν μπορώ να σας πω πως ήρθε στιγμή που φοβήθηκα ιδιαίτερα. Είμαι ένας πολύ ψύχραιμος άνθρωπος. Οχι, δεν φοβήθηκα πάρα πολύ. Είχα από την αρχή επίγνωση της κατάστασης, καταλάβαινα πως υπάρχουν κίνδυνοι, όμως αυτό το «ζην επικινδύνως» είναι και μέρος του επαγγέλματος που επέλεξα να ακολουθήσω. Στη δουλειά μου καλείσαι να είσαι πάντα σε ετοιμότητα. Πρέπει να έχεις πάντα στο μυαλό σου πως μπορεί να βρεθείς σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Μέρος της εκπαίδευσης που λαμβάνεις αφορά εξάλλου την αντιμετώπιση τέτοιων σημαντικών κρίσεων. Απλώς μέχρι τώρα όλο αυτό το είχαμε πιο πολύ θεωρητικά στο μυαλό μας. Τα τελευταία χρόνια το ζούμε».

Και όταν η θεωρία γίνεται ξαφνικά πράξη; Τότε τι;

«Τότε πολύ απλά κάνεις τη δουλειά σου! Ετοιμότητα για να το αντιμετωπίσουμε στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας είχαμε. Γιατί οι μονάδες αυτές πάντα είναι «ετοιμοπόλεμες». Οι καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης είναι για εμάς μια συνηθισμένη καθημερινότητα. Ετοιμότητα για να το αντιμετωπίσουμε συνολικά ως σύστημα Υγείας δεν νομίζω ότι είχαμε. Πώς θα μπορούσαμε άλλωστε, από τη στιγμή που μιλάμε για μια εντελώς πρωτόγνωρη κατάσταση; Χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να συντονιστούν όλα όπως έπρεπε και για να αρχίσουν να λειτουργούν».

Εσείς, οι γιατροί που βρεθήκατε στην πρώτη γραµµή της δηµοσιότητας…

«Είναι κάτι το οποίο δεν επιδίωξα ποτέ! Υπάρχουν μάλιστα πολλές στιγμές που όλο αυτό γίνεται εξαιρετικά κουραστικό!».

Τι σας κουράζει περισσότερο στην τακτική πλέον επικοινωνία σας µε τον Τύπο;

«Η πίεση. Πολλές φορές εσείς οι δημοσιογράφοι στην προσπάθεια να κάνετε τη δουλειά σας επιμένετε να βγάλετε είδηση ακόμα και εκεί που δεν υπάρχει. Αυτό όμως μπορεί να γίνει ακόμα και επικίνδυνο».

Ακούµε πολλά. Συχνά, όσο κι αν θέλεις να ενηµερωθείς, διαβάζεις τόσο διαφορετικές αναλύσεις και τοποθετήσεις που δεν ξέρεις τι να πιστέψεις. Εσείς είστε ευχαριστηµένη από τη µέχρι στιγµής διαχείριση;

«Θεωρώ πως την πανδημία η Ελλάδα τη διαχειρίστηκε πάρα πολύ καλά. Και ο κόσμος και η πολιτική ηγεσία αντέδρασαν σε γενικές γραμμές με καλό τρόπο. Είδαμε μεγάλες χώρες της Ευρώπης και ακόμα και τις ΗΠΑ να αποδεικνύονται πολύ κατώτερες των περιστάσεων σε σχέση με τη μικρή Ελλάδα που είχε περάσει και δέκα χρόνια κρίσης. Και που το σύστημα Υγείας ήταν ένα σύστημα με το οποίο δεν είχαν ασχοληθεί όπως έπρεπε. Ας μην το ξεχνάμε αυτό… Οι Ελληνες εκείνο που πάντα προσπαθούσαν ήταν να έχουν μερικά χρήματα παραπάνω για να πάνε στον ιδιωτικό τομέα σε περίπτωση που προέκυπτε κάποιο πρόβλημα και για να μην αναγκαστούν να καταφύγουν στον δημόσιο τομέα».

Απέναντι στους γιατρούς είµαστε, νοµίζω, πιο καχύποπτοι σε σχέση µε τους άλλους Ευρωπαίους. Δεν δείχνουµε εύκολα εµπιστοσύνη, αλλά στεκόµαστε κριτικά απέναντί τους. Συµφωνείτε;

«Κάπως έτσι είναι. Ο Ελληνας δύσκολα εμπιστεύεται τη γνώμη ενός γιατρού. Συνήθως όλοι έχουμε κάποιον φίλο, κάποιον γνωστό, κάποιον γνωστό γνωστού, ο οποίος μπορεί να μην έχει την απαραίτητη ειδικότητα, αλλά τα ξέρει όλα καλύτερα από τον ειδικευμένο γιατρό και δίνει τις συμβουλές του αφιλοκερδώς. Ομως ένας άνθρωπος που στην πραγματικότητα δεν γνωρίζει μπορεί να μεταφέρει την πληροφορία λάθος. Και αν όχι λάθος, πάντως αποκομμένη από τη συνολική εικόνα που έχει ο ειδικός. Τέτοιες νοοτροπίες και τέτοιες συμπεριφορές δημιουργούν μια δυσπιστία, μια δυσκολία να εμπιστευτεί κάποιος τον κατάλληλο γιατρό».

Είµαστε τελικά λίγο κακοµαθηµένοι ή µάλλον εξαιρετικά απαιτητικοί όταν βρισκόµαστε µπροστά σε θέµατα υγείας;

«Είμαστε πράγματι κακομαθημένοι. Θέλουμε τον γιατρό σήμερα, τώρα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, αν όχι χθες. Θεωρούμε πως δικαιούμαστε να τον έχουμε οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας το θελήσουμε. Αυτό όμως δεν συμβαίνει σε καμία χώρα του εξωτερικού. Η κόρη μου είναι στο σύστημα Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου εδώ και πολλά χρόνια. Προέκυψε κάποια στιγμή μια μικρή περιπέτεια υγείας. Για να δει τον κατάλληλο γιατρό στο ίδιο νοσοκομείο στο οποίο εργαζόταν, χρειάστηκε να περιμένουμε δεκαπέντε ημέρες. Και για να κάνει την εξέταση την οποία θεωρούσα πως έπρεπε να κάνει, χρειάστηκε να έρθει στην Ελλάδα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν αδύνατο να την κάνει μέσα στο επόμενο τρίμηνο, θα αργούσε πολύ».

Ποια η θέση σας στον «εµφύλιο των εµβολίων»; Ποιες οι σκέψεις που κάνετε όταν κάποιος πιθανός αρνητής σάς λέει: «Είναι το σώµα µου και το κάνω ό,τι θέλω»;

«Δεν θα διαφωνήσω μαζί του, είναι πράγματι το σώμα μου και το κάνω ό,τι θέλω. Ομως, όταν με αυτόν τον τρόπο το σώμα μου μπορεί να κάνει κακό στο κοινωνικό σύνολο… Τότε δεν είναι μόνο το σώμα μου, είναι μέρος το συνόλου που πρέπει να λειτουργήσει σωστά για τη διαφύλαξη και την προστασία της δημόσιας υγείας. Αν είχαμε να αντιμετωπίσουμε π.χ. πανδημία πανώλης, δεν θα τρέχαμε να κάνουμε το εμβόλιο για να μην πεθάνουμε από την πανώλη, ακόμα και αν ήταν πειραματικό; Και τότε δικό μας θα ήταν το σώμα, και τώρα δικό μας είναι το σώμα, έχουμε όμως ευθύνη και προς το κοινωνικό σύνολο».

Πού οφείλεται αυτή η καχυποψία;

«Αυτή τη στιγμή έχει επικρατήσει σε μεγάλη, φοβάμαι, μερίδα του κόσμου η άποψη πως η CΟVID-19 είναι μια ίωση, η οποία, εντάξει, είναι λίγο πιο βαριά από τη γρίπη, αλλά ως εκεί. Και γι’ αυτόν τον λόγο νομίζουμε πως μπορούμε να θέσουμε τους όρους μας. Δεν είναι έτσι».

Ανήκω σε µια γενιά η οποία στην παιδική της ηλικία έκανε πολλά εµβόλια. Ποτέ δεν ρώτησαν οι γονείς µας τι είχαν µέσα αυτά τα εµβόλια. Τώρα συζητούµε τα πάντα στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης και εµφανιζόµαστε όλοι ως γνώστες, ως ειδικοί, ως οι έξυπνοι της παρέας που έχουν καταλάβει τι παίζεται. Παλαιότερα αυτό το πεδίο δηµόσιου διαλόγου αλλά και διασποράς ψευδών ειδήσεων δεν υπήρχε…

«Νοµίζω πως έχετε δίκιο σε αυτό που λέτε. Τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης, όταν τα διαβάζεις χωρίς στοιχειώδεις γνώσεις και χωρίς κριτικό µάτι, µπορεί να γίνουν ό,τι χειρότερο».

 

Η αλήθεια είναι πως έχουν αρχίσει να µαζεύονται διάφορα εµβόλια. Πλησιάζει η τρίτη δόση (ορισµένοι την έχουν ήδη κάνει), έφτασε και ο καιρός που πρέπει να γίνει το εµβόλιο της γρίπης. Δηµιουργεί κάποιο πρόβληµα αυτό;

«Οχι, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Να φανταστείτε, στον αμερικανικό στρατό αυτοί που κατατάσσονται κάνουν περί τα δεκαέξι εμβόλια μαζεμένα την ίδια ημέρα. Υγιείς άνθρωποι είναι, δεν παθαίνουν τίποτα, και εδώ υγιείς είναι οι περισσότεροι που τα κάνουν. Το εμβόλιο της γρίπης πρέπει να το κάνουμε για λόγους ασφαλείας. Για να νιώθουμε πιο ασφαλείς, ας μην το κάνουμε μαζί με τα άλλα, ας αφήσουμε μία εβδομάδα απόσταση από την ημερομηνία που θα κάνουμε την τρίτη δόση του εμβολίου για την COVID-19 ή από όποια άλλα εμβόλια. Αυτό αρκεί. Επιτέλους, όμως, πρέπει να δεχθούμε ότι η ιατρική επιστήμη είναι κάτι το οποίο πρέπει να το εμπιστευόμαστε».

Για όλα αυτά που συζητούµε τώρα µπορεί ως γιατρός να έχει χρειαστεί να πείσετε τους ασθενείς σας. Ως καθηγήτρια έχει χρειαστεί να πείσετε τους φοιτητές σας;

«Στην Ιατρική Σχολή Αθηνών δεν έχει χρειαστεί να καταβάλουμε κόπο για να πείσουμε τους φοιτητές. Οχι! Οχι! Οι φοιτητές ήταν πολύ θετικοί, ήταν μεγάλη η ανταπόκριση, πάνω από 92% με 95% έχουν εμβολιαστεί».

Τι λέτε σε αυτούς τους φοιτητές µιλώντας τους για όσα τους περιµένουν; Ποια είναι κατά τη γνώµη σας τα προσόντα ενός καλού γιατρού;

«Η υπομονή και η ψυχραιμία. Χωρίς αυτά δεν μπορείς να είσαι καλός γιατρός. Αυτό τους λέω».

Ως γιατρός δεν θα είχατε περισσότερες ευκαιρίες στο εξωτερικό από αυτές που είχατε σταδιοδροµώντας στην Ελλάδα;

«Θεωρώ πως η Ελλάδα είναι η ομορφότερη χώρα του κόσμου. Το όνειρο κάθε ανθρώπου στη Γη θα έπρεπε να είναι να ζήσει στην Ελλάδα. Απλώς είναι ένας τόπος που έχει κακοπάθει στα χέρια μας. Εμείς οι ίδιοι τον καταστρέφουμε. Κατά τα άλλα, όχι μόνο στο εξωτερικό, και στον ελληνικό ιδιωτικό τομέα θα μπορούσα να έχω περισσότερες ευκαιρίες».

Γιατί όµως επιλέξατε τον δηµόσιο τοµέα;

«Πολύ απλά επειδή θεωρώ πως όταν έχουμε κάποιο σοβαρό πρόβλημα, στο δημόσιο σύστημα Υγείας πρέπει να απευθυνόμαστε. Οπότε αυτό πρέπει να ενισχύσουμε και να βελτιώσουμε».

Τι θα λέγατε στον µέσο πολίτη που προσπαθεί να καταλάβει, που µπερδεύεται, που δεν ξέρει τι να κάνει…

«Εμπιστευθείτε τους επιστήμονες. Αυτό είναι το μήνυμα!».