Υπό το βάρος του δημόσιου χρέους που εκτινάχθηκε στο 206% του ΑΕΠ το περασμένο έτος, των διογκωμένων ελλειμμάτων της πανδημίας και κυρίως της αύξησης του ιδιωτικού χρέους οι θεσμοί – που βρέθηκαν την περασμένη Τρίτη στην Ελλάδα – βάζουν στον «πάγο» κάθε σκέψη για περαιτέρω μείωση της φορολογίας αλλά και για επιπλέον παροχές το 2022.

Την ίδια στιγμή ενέκριναν το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2022 εκφράζοντας συγκρατημένη αισιοδοξία για την πορεία της οικονομίας, αλλά δεν επιτρέπουν διεύρυνση των φοροελαφρύνσεων.

Πλέον τίθεται ερώτημα τι θα κάνει η κυβέρνηση κάτω από τις δυσμενείς συνθήκες που δημιουργούν στα νοικοκυριά η ενεργειακή κρίση και οι συνεχείς ανατιμήσεις, αλλά και τυχόν πολιτικές εξελίξεις που μπορεί να οδηγήσουν τη χώρα σε πρόωρες εκλογές.

Τις όποιες απαντήσεις καλείται άμεσα να δώσουν το Μέγαρο Μαξίμου και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, το οποίο δέχεται ισχυρότατες πιέσεις ιδιαίτερα από πολίτες που είναι εκτός των πρόσφατων εξαγγελιών, όπως είναι οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι άνεργοι και άλλες κατηγορίες πολιτών με χαμηλά εισοδήματα, να στηριχθούν με μια έκτακτη βοήθεια στο τέλος του έτους.

Πάντως, οι θεσμοί εκφράζουν την ανησυχία τους για την πορεία του ιδιωτικού χρέους, ιδιαίτερα εκείνου που προέρχεται από οφειλές πολιτών και επιχειρήσεων προς τις τράπεζες με πλήθος μη εξυπηρετούμενων ή αρρύθμιστων δανείων και τις απλήρωτες ασφαλιστικές εισφορές και λιγότερο για τα χρέη στις εφορίες που και αυτά έχουν φθάσει στο ύψος ρεκόρ των 109 δισ. ευρώ.

Τα χρέη

Για τα χρέη προς τις τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία οι θεσμοί εκτιμούν, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι αυτά δεν μειώνονται με τον ρυθμό που έχει συμφωνηθεί, αποδέχονται ότι υπάρχουν ρυθμίσεις και επιλογές αλλά συνεχίζουν να αυξάνονται τα χρέη των ιδιωτών. Για τα χρέη στην Εφορία βλέπουν ότι και εκεί είναι τεράστια τα ποσά που οφείλονται συνολικά αλλά αναγνωρίζουν οι ρυθμίσεις που τρέχουν σήμερα και εκείνες που θα ακολουθήσουν θα συγκρατήσουν την αύξηση του εν λόγω χρέους.

Εκεί που πραγματικά φαίνεται να έχουν «σηκώσει τα χέρια ψηλά» είναι στις τεράστιες καθυστερήσεις έκδοσης των συντάξεων. Ισως γι’ αυτόν τον λόγο ο υπουργός Εργασίας κ. Κωστής Χατζηδάκης έσπευσε να ανακοινώσει μέσα την εβδομάδα ότι συστήνεται «πύργος ελέγχου» στον ΕΦΚΑ – ουσιαστικά ένα ηλεκτρονικό παρατηρητήριο – για την παρακολούθηση υπαλλήλων και συνταξιοδοτικών αποφάσεων με στόχο να εκδίδονται 3 συντάξεις ανά υπάλληλο την ημέρα.

Επιτήρηση

Η ενισχυμένη επιτήρηση συνεχίζεται παρά το γεγονός ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες έχουν γίνει πιο ευέλικτοι λόγω της πανδημίας. Αυτό σημαίνει ότι μέτρα που κατά καιρούς συζητούνται όπως η καθολική κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, το ενδεχόμενο μείωσης των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης στα καύσιμα αλλά και των συντελεστών ΦΠΑ δεν μπορεί κάτω από αυτές τις δημοσιονομικές συνθήκες να τύχουν της έγκρισης των θεσμών, αναφέρει μιλώντας προς «Το Βήμα της Κυριακής» αρμόδιος κυβερνητικός παράγοντας.

Επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο, οι θεσμοί εξετάζουν την πορεία υλοποίησης του νέου ΕΝΦΙΑ και δηλώνουν ότι δεν πρέπει να χαθεί ούτε 1 ευρώ από τα προϋπολογισθέντα έσοδα και να μην υπάρχει παρέκκλιση στη δέσμευση για συνέχιση της εισπραξιμότητας των προβλεπόμενων εσόδων.

Ωστόσο, η εφαρμογή των νέων αντικειμενικών αξιών στο σύνολο της επικράτειας από 1.1.2022 και η άσκηση που πρέπει να υλοποιηθεί για το πού πρέπει να υπάρξουν μειώσεις ή αυξήσεις συντελεστών ΕΝΦΙΑ προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο δημοσιονομικό αποτέλεσμα φαίνεται να είναι πολύ δύσκολη υπόθεση.

Η φορολογία

Οι θεσμοί, επίσης, δεν επιτρέπουν καμία αλλαγή στη φορολογία εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που θα επηρεάσει αρνητικά τα έσοδα, ενώ δεν φαίνεται να άφησαν και πολλά περιθώρια για να γίνει συζήτηση για παροχή έκτακτου επιδόματος στο τέλος του έτους σε χαμηλοσυνταξιούχους ή άλλες κατηγορίες πολιτών πέραν αυτών που έχουν ήδη αποφασιστεί και κοστολογηθεί. Το μόνο που μπορεί να συζητήσουν είναι κάποια μέτρα ενίσχυσης των νοικοκυριών αν συνεχιστεί το ράλι ακρίβειας στην ενέργεια. Αλλά και εκεί δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο και ανακοινώσιμο.

Αξίζει να τονιστεί ότι όλα τα ζητήματα για την ελληνική οικονομία συζητήθηκαν στο πλαίσιο της 12ης αξιολόγησης την περασμένη Τρίτη, τα αποτελέσματα της οποίας αναμένεται να δημοσιευθούν τον Νοέμβριο στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας. Η εν λόγω εποπτεία θεωρητικά θα μπορούσε να ολοκληρωθεί με τη 13η αξιολόγηση τον Μάρτιο του 2022. Μέχρι τότε όμως οποιοδήποτε μέτρο ενίσχυσης νοικοκυριών, επαγγελματιών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα πρέπει πρώτα να έχει συζητηθεί και αξιολογηθεί από τους θεσμούς και μετά να θεσμοθετηθεί. Μετά τη 13η αξιολόγηση τα πάντα θα επανεξεταστούν στο πλαίσιο των συζητήσεων για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, με βασικότερο το πρωτογενές πλεόνασμα που πρέπει να έχει ένα κράτος και τα κριτήρια βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.