«Στο εξής, οι σύνοδοι κορυφής της ΕΕ χωρίς την Ανγκελα Μέρκελ θα είναι σαν τις αστυνομικές ιστορίες της Αγκαθα Κρίστι χωρίς τη Μις Μαρπλ». Αυτό σημείωνε σε πρόσφατο άρθρο της η γερμανίδα πολιτικός επιστήμων Γιάνα Πούλιεριν, senior Policy fellow στη δεξαμενή σκέψης ECFR, στο Βερολίνο. Η Γιάνα Πούλιεριν συνομίλησε με «Το Βήμα» για την πολιτική κληρονομιά της Μέρκελ αλλά και τα ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο διάδοχος της απερχόμενης καγκελαρίου σε μια κρίσιμη περίοδο για την Ευρώπη και τον κόσμο.

Κρίνετε κυρίως θετική ή αρνητική την πολιτική κληρονομιά της καγκελαρίου Μέρκελ;

«Υπάρχουν δύο αναγνώσεις ως προς την αποτίμηση του έργου της. Σύμφωνα με την πρώτη, η Μέρκελ είναι η πολιτικός που κράτησε την ΕΕ ενωμένη, εκείνη που διαχειρίστηκε πολλές κρίσεις κατορθώνοντας να ισορροπήσει φυγόκεντρες δυνάμεις στην ΕΕ. Σύμφωνα με τη δεύτερη, η Μέρκελ υπήρξε μια πολύ γερμανίδα καγκελάριος, η οποία υπεράσπισε τα συμφέροντα της χώρας της διχάζοντας ορισμένες φορές την ΕΕ, μια καγκελάριος που δεν είχε φιλοδοξίες ούτε ιδέες και η οποία δεν διέθετε την ενέργεια να αμφισβητήσει το status quo. Και οι δύο αναγνώσεις είναι εξίσου σωστές. Η καθεμία εξ αυτών συναρτάται με την πλευρά στην οποία βρίσκεται κάποιος. Αντιλαμβάνομαι ότι για τους Ελληνες η κληρονομιά της Μέρκελ δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική, ότι η πολιτική της κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ κρίθηκε αρνητική. Ταυτόχρονα, η στάση της στο Μεταναστευτικό επαινέθηκε από πολλές χώρες αλλά επικρίθηκε σφοδρά από τις χώρες της Ανατολικής, πρώην κομμουνιστικής Ευρώπης».

Ισχύει ότι η Μέρκελ πολιτεύτηκε με τον τρόπο που πολιτεύτηκε επειδή είχε μεγαλώσει στην πρώην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία, επειδή ήταν παιδί του Ψυχρού Πολέμου;

«Δεν νομίζω ότι ήταν αυτός ο κύριος λόγος που την κινητοποίησε. Αυτό που την κινητοποίησε ήταν ότι με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989, συνειδητοποίησε ότι τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν εν μιά νυκτί. Με αυτή τη λογική, αναλογίστηκε ότι υπήρχε η πιθανότητα η ΕΕ να αποτύχει, η ίδια εξάλλου είχε ήδη δει χώρες να αποτυγχάνουν, αυτοκρατορίες όπως η Σοβιετική Ενωση να καταρρέουν, και αυτό ήταν ένα μάθημα για εκείνη. Ως προς την πολιτική που τελικώς εφάρμοσε, νομίζω ότι είχε επηρεαστεί από τις ιδέες της δεκαετίας του 1990, την έννοια ενός πολυπολικού κόσμου. Η προσέγγισή της ήταν να προσπαθήσει να ενταχθεί η Ρωσία και κυρίως η Κίνα σε αυτό το πολυπολικό διεθνές σύστημα, να γίνει η Κίνα μια υπεύθυνη χώρα. Ως προς τις γεωπολιτικές αλλαγές, θεωρώ ότι η Μέρκελ δεν είχε σωστό ένστικτο. Η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία ήταν το γεγονός που άλλαξε τη θεώρησή της για τη διεθνή κατάσταση, τότε άρχισε να αντιλαμβάνεται σωστά τους διεθνείς συσχετισμούς τουλάχιστον ως προς τη Ρωσία, κάτι που μέχρι το τέλος της θητείας της δεν κατάφερε με την Κίνα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τομεγαλύτερο σφάλμα της Μέρκελ ήταν ότι δεν εμπόδισε, στον βαθμό που μπορούσε, την άνοδο ακροδεξιών κομμάτων σε χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία».

Στη μετά Μέρκελ Γερμανία αναμένουμε ενίσχυση της γαλλογερμανικής συνεργασίας με σκοπό την περαιτέρω ευρωπαϊκή ενοποίηση;

«Εξαρτάται από την έκβαση των εκλογών. Οσον αφορά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης του 2020, για παράδειγμα, οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU/ CSU) έχουν καταστήσει σαφές ότι το θεωρούν «ιστορική εξαίρεση» και τονίζουν ότι μετά την ολοκλήρωση του ρόλου του θα πρέπει η ΕΕ να επανέλθει στην προτέρα κατάσταση με τους ισχύοντες κανόνες για την οικονομία. Αντιθέτως οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) αλλά και οι Πράσινοι κλίνουν περισσότερο προς τις προτάσεις της Γαλλίας για έναν πιο σταθερό ρόλο του Ταμείου. Αυτές τις προτάσεις δεν συμμερίζονται ούτε οι Γερμανοί Φιλελεύθεροι, οι οποίοι θα προβάλουν σθεναρές αντιστάσεις σε περίπτωση που το κόμμα τους, το FDP, αναδειχθεί μετεκλογικά απαραίτητο για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού».

Εξαιτίας αυτών των διαφωνιών το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης δεν βρέθηκε στο επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας;

«Τα κόμματα απέφευγαν να μιλούν για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, για το μέλλον της ΕΕ, για την Κίνα, προκειμένου να μην ταράξουν τους ψηφοφόρους. Για πρώτη φορά είχαμε μια «αμερικανοποημένη» προεκλογική εκστρατεία, χωρίς σαφή εικόνα για τα προγράμματα των κομμάτων, για την ουσία της πολιτικής τους, γεγονός ασυνήθιστο για τη Γερμανία. Κλιματική αλλαγή, κοινωνική δικαιοσύνη, τόνωση της απασχόλησης ήταν τα ζητήματα που κυριάρχησαν σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία, που ήταν εσωστρεφής, ομφαλοσκοπική και εστίαζε στις προσωπικότητες των υποψηφίων».

Το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών θεωρείται σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές «ανοιχτό». Συμφωνείτε;

«Είναι τόσο ανοιχτό το αποτέλεσμα, που η Γερμανία μπορεί να βρεθεί σε κατάσταση παράλυσης, διότι θα έχουμε συνασπισμό τριών κομμάτων για πρώτη φορά σε εθνικό επίπεδο στη Γερμανία, και θα υπάρχουν σοβαρές, ίσως και αγεφύρωτες, διαφωνίες μεταξύ των κομμάτων – για παράδειγμα, για τον ρόλο του γερμανικού στρατού, την ανάληψη στρατιωτικών δράσεων στο πλαίσιο της ΕΕ».

Η Γερμανία να βρεθεί σε κατάσταση παράλυσης; Δεν είναι ακραίο σενάριο;

«Με έναν κυβερνητικό συνασπισμό τριών κομμάτων τα οποία θα πρέπει να διαπραγματεύονται συνεχώς για τα πάντα, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε τίποτε δεδομένο. Η οικονομία της Γερμανίας είναι εύρωστη αλλά πολύ εξαρτώμενη από τις εξαγωγές και σε έναν κόσμο που αλλάζει, αυτή η ευρωστία δεν είναι δεδομένη, πόσο μάλλον που η καγκελάριος Μέρκελ δεν προχώρησε στις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις (επενδύσεις σε υποδομές, ψηφιοποίηση του κράτους κ.λπ.). Θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε πόσο σταθερός θα αποδειχθεί ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός και τι περιθώριο ελιγμών θα έχει ο νέος καγκελάριος».