«Ο άνθρωπος είναι μια φυλακή, όπου η ψυχή παραμένει ελεύθερη».

Βικτόρ Ουγκό

Το δίκτυο μπορεί να είναι γεμάτο άχρηστες πληροφορίες, ψηφιακά απορρίμματα και προγλωσσικές διαφημίσεις αλλά, εάν ξέρεις να ψάξεις, μπορείς να βρεις διαμάντια. Ενα τέτοιο εξόρυξα πρόσφατα. Τη συνέντευξη του KanQuest, ενός ισοβίτη που έχει ήδη περάσει είκοσι χρόνια στην περίφημη φυλακή υψίστης ασφαλείας Αγκόλα, γνωστή και ως «Αλκατράζ του Νότου» ή αλλιώς «Η Φάρμα», καθώς είναι χτισμένη σ’ έναν χώρο όπου παλιά υπήρχαν αχανείς φυτείες στις οποίες δούλευαν σκλάβοι από την Αγκόλα της Αφρικής. Η αφορμή ήταν η έκδοση του πρώτου μυθιστορήματός του με τίτλο «This Life». Η συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στον «New Yorker» ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, με αποτέλεσμα να κατεβάσω το βιβλίο στο Kindle και να το διαβάσω μονορούφι. Ανακάλυψα έναν συγγραφέα με μοναδική «μουσική» φωνή (είναι και ράπερ) που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα – μάλλον είναι πολύ πιο ελεύθερος – από άλλους, καταξιωμένους συναδέλφους του που ζουν ελεύθερα και όχι έγκλειστοι σε τέσσερις τοίχους.

«This Life» είναι η ιστορία μιας ομάδας καταδίκων που εκτίουν την ποινή τους στην ίδια φυλακή. Η βία είναι παρούσα, όχι όμως  περισσότερο από το θαύμα, τη φιλία, την ελπίδα και, κυρίως, τη δημιουργικότητα, που αποτελεί και τον πυρήνα του βιβλίου, καθώς οι ελεύθερες ραπ «μάχες» μεταξύ των βασικών χαρακτήρων χρησιμεύουν ως ένα είδος αφηγηματικού εργαλείου που ενώνει τα διαφορετικά σκέλη της πλοκής. Η κύρια σύγκρουση που υπάρχει είναι μεταξύ του Lil Chris, που νεοφερμένου, και του βετεράνου Rise. Ο αδιαφιλονίκητος ωστόσο πρωταγωνιστής του κειμένου είναι η ζωή στη φυλακή.

Ο καλύτερος τρόπος για να εμποδίσεις έναν φυλακισμένο να δραπετεύσει είναι να βεβαιωθείς ότι ποτέ δεν θα μάθει πως είναι σε φυλακή, έλεγε ο Ντοστογέφσκι. Ωραίο απόφθεγμα για εμάς τους «έξω», αλλά οι έγκλειστοι γνωρίζουν καλά τι είναι η ανελευθερία. Παλιά η φυλακή ήταν ένας «τόπος αλλού», τον οποίο γνωρίζαμε μόνο μέσα από θρύλους και μυθιστορήματα, όπως τον κραταιό «Κόμη Μοντεχρήστο» του Αλέξανδρου Δουμά πατέρα και την περιπέτεια του Εντμόν Νταντές που κλείνεται άδικα στις φοβερές φυλακές του Ιφ. Σήμερα, στην εποχή της παροξυσμικής κοινωνίας του θεάματος, την οποία τόσο εύστοχα προέβλεψε ο Γκι Ντεμπόρ, ζούμε σε μια περίοδο όπου οι κάμερες μπαίνουν με άνεση στα σωφρονιστικά ιδρύματα, δείχνοντάς μας ακόμη κι έναν καθ’ ομολογίαν δολοφόνο να ταΐζει ένα γατάκι – έχοντας πριν από κάποιες βδομάδες σκοτώσει και κρεμάσει το λιλιπούτειο σκυλάκι της συζύγου του. Το αδηφάγο κοινό καταναλώνει το θέαμα τρυπώνοντας ακόμη και στα σωφρονιστικά καταστήματα. Ο προαυλισμός, οι διαστάσεις των κελιών, η χωροταξία των φυλακών, η ανθρωπογεωγραφία τους, γίνονται κοινός τόπος.

Επιπλέον, οι σχέσεις που αναπτύσσονται στις φυλακές πάντα άνοιγαν δρόμο στη φαντασία συγγραφέων και σεναριογράφων, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη ενός ολόκληρου είδους, του prison movie genre  που επεκτάθηκε και στην τηλεόραση με το ανεπανάληπτο «Oz» και τα περίφημα «Prison Break» και «Orange is the New Black».

Ως θεατές καταναλώνουμε. Ψυχαγωγούμαστε. Το θέμα «φυλακή» είναι εθιστικό, η συνθήκη σκληρή (η τιμωρία, που προϋποθέτει έγκλημα-παράβαση, η ανελευθερία, ο εγκλεισμός, ο συναγελασμός, η εξέγερση, η απόδραση). Το «ριάλιτι» μπορεί να είναι συναρπαστικό, για παράδειγμα οι δύο(!) αποδράσεις του Βασίλη Παλαιοκώστα με ελικόπτερο. Ακόμη και μακάβριο. Μια από τις φρικτότερες ειδήσεις που είχα διαβάσει συνέβη στην εξέγερση των φυλακών Κορυδαλλού που άρχισε στις 14 Νοεμβρίου 1995 στις φυλακές Κορυδαλλού, κράτησε έξι μέρες και τελείωσε με τέσσερις νεκρούς και εβδομήντα δύο τραυματίες. Ο 27χρονος Δημήτρης Καραμούτης, ο οποίος βρισκόταν στο κελί της απομόνωσης κατόπιν δικού του αιτήματος, επειδή φοβόταν για τη ζωή του, βασανίστηκε, μαχαιρώθηκε, κρεμάστηκε με ένα σεντόνι, τον ράντισαν με πετρέλαιο και του έβαλαν φωτιά. Ο άνθρωπος βρισκόταν εκεί απλώς για μια παράβαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Την πλήρωσε, διότι έμοιαζε με τον πραγματικό στόχο των εξεγερθέντων.

Ο δημοσιογράφος Paul Manson υποστηρίζει ότι οι φανταστικές παραστάσεις της φυλακής δεν βοήθησαν στην κατανόηση του κοινού για το τι πραγματικά συμβαίνει στα σωφρονιστικά καταστήματα και δεν συμβάλλουν θετικά στην κατεύθυνση της βελτίωσης των συνθήκων. Η βιομηχανία του κινηματογράφου και της τηλεόρασης έχει μετατρέψει το έγκλημα και τη φυλακή σε αντικείμενο ψυχαγωγίας, μειώνοντας ή απαλείφοντας το σωφρονιστικό κομμάτι. Κινηματογράφος και τηλεόραση, εδώ και πολύ καιρό, αντιμετωπίζουν τη φυλακή όχι μόνο ως απαραίτητη τιμωρία, αλλά και ως μια μοναδική διαδικασία για τον έλεγχο και τη μείωση του εγκλήματος, προκειμένου να εξαλειφθούν οι γεμάτοι στερεότυπα «ψυχωτικοί εγκληματίες». Ισως λοιπόν οι πιο κατάλληλοι να μιλήσουν είναι όσοι ξέρουν το θέμα από πρώτο χέρι.

Κι εδώ έρχεται ένα άλλο βιβλίο, ακόμη πιο ενδιαφέρον κι από το πρώτο. Το κοινό τους στοιχείο είναι πως ο συγγραφέας υπήρξε επίσης τρόφιμος των φυλακών της Αγκόλα. Το «Solitary» του Albert Woodfox είναι γραμμένο από έναν άνθρωπο που πέρασε περισσότερο από 43 χρόνια (!) στην απομόνωση, σε ένα μικρό κελί, για 23 ώρες τη μέρα, επτά μέρες τη βδομάδα, 365 μέρες τον χρόνο για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε. Μπήκε νεαρός και βγήκε σχεδόν εβδομήντα χρονών. Ερευνες έχουν δείξει ότι η απομόνωση για 15 μέρες μπορεί να επιφέρει στον άνθρωπο μη αναστρέψιμα ψυχολογικά προβλήματα. Ο Woodfox έμεινε 15.000(!) μέρες εκεί. Μια αδιανόητη ιστορία ζωής που δικαιολογημένα έφτασε στους φιναλίστ για το National Book Award αλλά και του Πούλιτζερ.

Ενα αυτοβιογραφικό κείμενο που ανήκει περισσότερο στον χώρο του μύθου και του τραγικού. Μια ιστορία πέραν σχεδόν των ανθρωπίνων δυνάμεων. Περιμένω πότε θα εκδοθεί και στη χώρα μας αυτό το μοναδικό μάθημα ζωής.

Ισως γιατί επειδή όπως είπε ο Καρλ Κράους: «Ο κόσμος είναι μια φυλακή όπου το κελί απομόνωσης είναι προτιμότερο».


Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.