«Μinari» (ΗΠΑ, 2020)

Αισιόδοξο οικογενειακό δράμα, ακτινογραφεί «μικρές» στιγμές από την μεγάλη περιπέτεια μιας οικογένειας Κορεατών μεταναστών στην πολιτεία Αρκανσο των ΗΠΑ στη δεκαετία του 1980. Οι καταστάσεις περιγράφονται με στακάτο, ευθύ  τρόπο από τον σκηνοθέτη Λι Αϊζακ Τσουνγκ και το ίδιο θα έλεγες και για τις πολιτισμικές αντιθέσεις ανάμεσα στους μετανάστες και τους ντόπιους.

Ο πάτερ φαμίλιας των Κορεατών (Στίβεν Γιέουν – γνωστός από την σειρά The walkind dead), νέος σχετικά, παντρεμένος με μια γυναίκα που δεν της αρέσει ο τόπος και πατέρας δύο παιδιών, αποδεικνύεται πολύ πιο μοντέρνος και πολύ πιο ώριμος στην σκέψη και την πράξη από πολλούς ντόπιους που μοιάζουν να ζουν σε άλλο αιώνα.

Η ταινία τοποθετείται στην εποχή που ο όρος «Αμερικανικό Ονειρο» ίσχυε ακόμα, τότε που με όπλο την σκληρή εργασία ο οποιοσδήποτε μπορούσε να πετύχει και να αποκτήσει ένα κομμάτι από αυτό το όνειρο. Κάπου νιώθεις ότι κατά κάποιο τρόπο αυτό θέλει να πει η ταινία γενικότερα, ίσως εκεί να βρίσκεται η λύση πολλών σημερινών προβλημάτων- στην αφοσίωση, στην πίστη στο όραμα και στην εργατικότητα.

Τα επεισόδια από τα ενδοοικογενειακά θέματα των Κορεατών φτιάχνουν ένα εύπεπτο «κολάζ» ιδιοσυγκρασιών και χαρακτήρων με την «τρελούτσικη» γιαγιά της Γιου Τζουνγκ Γιουν να δίνει τον τόνο του «σοφού χιούμορ». Εν κατακλείδι μια ταινία που χωρίς ποτέ να γίνεται κραυγαλέα ή υπερβολικά «feelgood» προασπίζει το ήθος, την αφοσίωση στον στόχο, την αγάπη – τις σταθερές αξίες της ζωής.

Η ταινία κατάφερε να συγκεντρώσει έξι υποψηφιότητες στα φετινά Οσκαρ (ανάμεσά τους για τα ταινίας, σκηνοθεσίας – Λι Αϊζακ Τσουνγκ, Α ανδρικού ρόλου – Στίβεν Γιέουν) κερδίζοντας τελικά το Β’ γυναικείου ρόλου για την Γιου Τζουνγκ Γιουν.

Βαθμολογία: 3

ΑΘΗΝΑCOΟL TVMVOS – ΑΚΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ (ΕΚΤΟΣ ΔΕΥΤ.) – ΑΛΕΞ ΠΟΡΤΟ ΡΑΦΤΗ – ΑΛΙΚΗ – ΑΛΣΟΣ Ν. ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ – ΑΝΕΣΙΣ – ΛΙΛΑ – ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ – ΜΑΡΙΛΕΝΑ – ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ – ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ – ΣΙΝΕ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ – (ΕΚΤΟΣ ΠΑΡ.  & ΤΕΤ) – ΣΙΝΕ ΠΕΡΑΝ κ.α.

——————————————

«Αμερικανική προδοσία» (American Traitor: The Trial of Axis Sally, ΗΠΑ, 2021)

 

Βασισμένη στο ιστορικό βιβλίο του Γουίλιαμ Οουεν η ταινία του σκηνοθέτη και συν σεναριογράφου Μάικλ Πόλις έχει δυνατό θέμα καθότι ασχολείται με την ξεχασμένη περίπτωση της Αμερικανίδας Μίλντρεντ Γκίλαρς (Μέντοου Γουίλιαμς) η οποία με το παρατσούκλι Αξις Σάλι και βάση το Βερολίνο, υπήρξε μια από τις πιο σκληροπυρηνικές φωνές ραδιοφωνικής φιλοναζιστικής προπαγάνδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

Όταν ο πόλεμος κάποια στιγμή τελειώνει με την ήττα της Γερμανίας, η Γκίλαρς, η πιο μισητή γυναίκα στις ΗΠΑ, θα συλληφθεί με την κατηγορία της προδοσίας. Ποιο θα μπορούσε να είναι το επιχείρημα της υπεράσπισής της στη δίκη που θα ακολουθήσει;

 

Αν δεν υπήρχε η θερμότητα που πάντα καταφέρνει και εκπέμπει ο Αλ Πατσίνο στον ρόλο του συνήγορου υπεράσπισης, το πιθανότερο είναι ότι η ταινία δεν θα απασχολούσε κανέναν γιατί η «ψυχή» της, η ηθοποιός (και παραγωγός εδώ) Μέντοου Γουίλιαμς είναι ένα όμορφο παγάκι. Δεν προκαλεί απολύτως κανένα συναίσθημα. Ευτυχώς δε που η ιστορία δεν είναι ειπωμένη γραμμικά αλλά με πισωγυρίσματα στον χρόνο οπότε ο Πατσίνο εμφανίζεται συχνότερα απ’ όσο θα περίμενες, σώζοντας, σαν πυροσβέστης, ότι μπορεί από την αταλαντοσύνη της Γουίλιαμς…

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΑΝΟΙΞΗ Ν. ΗΡΑΚΛΕΙΟ – ΗΛΕΚΤΡΑ – ΑΡΚΑΔΙΑ – ΟΡΦΕΑΣ ΣΑΡΩΝΙΔΑ

——————————————

Οι διαρρήκτες (Way down/ The vault, Ισπανία, 2021)

 

Μια ακόμα απίθανη στην πραγμάτωσή της ληστεία, με όλες τις αναμενόμενες ανατροπές, κινεί τα νήματα αυτής της περιπέτειας του Χαουμέ Μπαλαγκουέρο. Της σπείρας ηγείται ένας αποφασιστικός Βρετανός εξερευνητής (Λίαμ Κάνινγκχαμ), ο οποίος έχασε μέσα από τα χέρια του τον θησαυρό του Σερ Φράνσις Ντρέικ που ο ίδιος με την ομάδα του ανακάλυψε * με την διαφορά ότι η ανακάλυψη έγινε σε χωρικά ύδατα της Ισπανίας, επομένως ο θησαυρός ανήκει  στους Ισπανούς.

 

Αυτός ο θησαυρός βρίσκεται τώρα φυλαγμένος κάτω από την Τράπεζα της Ισπανίας οπότε η επιχείρηση για την απόκτησή του συνθέτει την διασκεδαστική αυτή ταινία, που μοιάζει να ακολουθεί τα βήματα ανάλογων σειρών του NETFLIX και στην οποία το πρόσωπο κλειδί είναι μια ιδιοφυία της μηχανικής (Φρέντι Χάιμορ). Εξυπνη η ιδέα η ιστορία να τοποθετηθεί την ώρα που εκτυλίσσεται το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, γεγονός που της προσθέτει αληθοφάνεια αν και όλα κινούνται στην σφαίρα της φαντασίας.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΦΙΛΟΘΕΗ – ΔΕΞΑΜΕΝΗ – ΦΙΛΙΠ – ΤΡΙΑΝΟΝ ΣΑΡΩΝΙΔΑ – ΜΠΟΜΠΟΝΙΕΡΑ – ΑΛΟΜΑ – ΦΛΟΙΣΒΟΣ – ΡΙΑ ΒΑΡΚΙΖΑ – ΜΑΡΙΕΛ – ΛΙΛΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΕΛΛΗΝΙΣ -ΠΑΝΟΡΑΜΑ

——————————————

«Monday» (Ελλάδα/ ΗΠΑ/ Αγγλία, 2020)

 

Ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος λατρεύει τους «καταραμένους» έρωτας όπως είχε φανεί από το «Suntan». Στη καρδιά αυτής εδώ της ιστορίας ένα ζευγάρι Αμερικανών στην Ελλάδα (Σεμπάστιαν Σταν, Ντενίζ Γκοφ) ζει επίσης έναν καταραμένο έρωτα. Αγαπιούνται τρελά, κάνουν έρωτα όπου να’ ναι και τσακώνονται. Εκείνη σταθερή προσωπικότητα, δικηγόρος. Εκείνος «στον αέρα», d.jTo παρελθόν και των δύο ποτίζει την σχέση με οξύ όμως αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά στα προβλήματα του παρόντος. Την Παρασκευή όλα καλά αλλά  τι γίνεται τη Δευτέρα;

Καλά όλ’ αυτά αν όμως προσπαθήσεις να βρεις την ουσία αυτής της ταινίας, δεν θα βρεις και πολλά. Στο μεγαλύτερο μέρος της είναι μια επαναλαμβανόμενη, καλογυρισμένη φυσικά, βόλτα στη νυχτερινή Αθήνα, στους δρόμους, στα υπόγεια, στα πάρτι και κυρίως στα κλαμπ όπου ο κόσμος χορεύει σαν τρελός – μόνο που αυτό δεν δείχνει να εξυπηρετεί ιδιαίτερα το σενάριο.

Η σκηνοθεσία του Παπαδημητρόπουλου είναι χαλαρή αλλά η ταινία άδεια. Υπήρξαν στιγμές που ένιωσα την κοινοτοπία να με καταδιώκει και την γραφικότητα να μου στήνει την μία παγίδα μετά την άλλη. Κυρίως όποτε εμφανιζόταν σαν καλικάντζαρος ο Γιώργος Πυρπασόπουλος για να κάνει τον σοφό φύλακα  άγγελο του κεντρικού ήρωα δίνοντάς του συμβουλές σε όλα τα αυτονόητα και στα αγγλικά.

Ένα σύγχρονο love story λοιπόν που Ο.Κ. το βλέπεις και αυτό ήταν. Νοσταλγώ την εποχή που ο σκηνοθέτης μπορούσε να καταφέρει γροθιά στο στομάχι με την καλύτερη ταινία του, το «Wasted youth». Αυτή εδώ η καινούργια, σου δίνει την αίσθηση του wasted time.

Βαθμολογία: 1 ½

ΑΘΗΝΑ: ΑΕΛΛΩ – ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΑΛΕΞ ΠΟΡΤΟ ΡΑΦΤΗ – ΑΡΙΑΝ – ΒΟΤΣΑΛΑΚΙΑ – ΔΙΟΝΥΣΙΑ – ΑΙΓΛΗ ΣΑΡΩΝΙΔΑ – ΑΜΑΡΥΛΛΙΣ – ΚΑΤΕΡΙΝΑ – ΧΛΟΗ – ΣΙΝΕ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ – ΨΥΧΙΚΟ- ΘΗΣΕΙΟΝ κ.α.

 

Eπανεκδόσεις

«Μπλε βελούδο» (Blue velvet, ΗΠΑ, 1986) του Ντέιβιντ Λιντς.

 

 Με αφετηρία ένα κομμένο αυτί που ένας νεαρός (Κάιλ Μακ Λάχλαν) βρίσκει στον δρόμο, ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Λιντς μας ξεναγεί στα άδυτα ενός παράξενου, σκοτεινού και απειλητικού κόσμου, κρυμμένου πίσω από την φαινομενική γαλήνη μιας κωμόπολης της αμερικανικής υπαίθρου. Είναι ο κόσμος που συναντάμε σε όλες σχεδόν τις κατοπινές ταινίες του Λιντς, ο κόσμος που μόνον αυτός ο σκηνοθέτης μπορεί να πλάσει. Συμπρωταγωνιστούν οι Λόρα Ντερν, Ιζαμπέλα Ροσελίνι, Ντιν Στόκγουελ ενώ την παράσταση «κλέβει» ο Ντένις Χόπερ παίζοντας έναν εφιαλτικό, ψυχάκια κακοποιό. Ο Λιντς προτάθηκε για το Οσκαρ σκηνοθεσίας.

Βαθμολογία: 4 ½

ΑΘΗΝΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΦΛΕΡΥ

«Αίνιγμα» (Garde a vue, Γαλλία, 1981) του Κλοντ Μιλέρ. 

Ο Λίνο Βεντούρα στον ρόλο ενός μεθοδικού ανακριτή  και ο Μισέλ Σερό σ’ εκείνον του αριστοκρατικού μεγαλοδικηγόρου, είναι η «γάτα» και το «ποντίκι» αυτής της καταπληκτικής ταινίας, όπου κατά την διάρκεια μιας νύχτας, ο πρώτος, προσπαθεί να διαπιστώσει αν ο δεύτερος του Σερό είναι ή όχι ένοχος για τον βιασμό και την δολοφονία ενός κοριτσιού. Μια σπάνια αναμέτρηση συμπεριφορών, τάξεων και στυλ στην οποία ο εσωτερικός χώρος -το γραφείο του ανακριτή- όσο η ώρα περνά, τόσο νοιώθεις ότι σμικραίνει, συμβάλλοντας έτσι στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρας που συνδυάζεται αριστοτεχνικά με το αστυνομικό μυστήριο. Το 2000 η ταινία απέκτησε ένα αμερικάνικο ριμέικ το «Βασικός ύποπτος για φόνο» με τους Μόργκαν Φρίμαν και Τζιν Χάκμαν στους αντίστοιχους.

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΣΤΕΛΛΑ – ΚΑΡΜΕΝ – CINE ΔΑΦΝΗ

«Μπομπ, ο χαρτοπαίκτης» (Bob le flambeur, Γαλλία, 1956) του Ζαν Πιέρ Μελβίλ

 

Η ατμόσφαιρα ήταν πάντα το βασικό εργαλείο του σκηνοθέτη Ζαν Πιέρ Μελβίλ που εδώ υποκλίνεται με αξιοπρέπεια στο αμερικανικό φιλμ νουάρ αφηγούμενος με στυλ την  στενάχωρη ιστορία ενός  προχωρημένης ηλικίας, αλκοολικού κακοποιού (Ροζέ Ντουσέν) που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα στις κακόφημες συνοικίες του Παρισιού – κυρίως την Πλατείας Πιγκάλ.  Η επιτυχία κατοπινών ταινιών του Μελβίλ («Ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο», «Ο κόκκινος κύκλος»), έχει επισκιάσει κάπως αυτή την ταινία, εξίσου γοητευτική μέσα στη μόνιμη μελαγχολία της. Πολλά χρόνια αργότερα ο Νιλ Τζόρνταν θα γύριζε τον «Καλό κλέφτη», το αγγλόφωνο ριμέικ του Μπομπ, με τον Νικ Νόλτε.

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΑΘΗΝΑΙΑ –  ΡΙΒΙΕΡΑ – ΖΕΦΥΡΟΣ