Οι εβδομάδες κυλούσαν βουβές, τίποτε αξιοσημείωτο δεν συνέβαινε στην καθημερινότητά του. Και ήταν ακριβώς εκείνη η αδιαφορία των υπολοίπων που κόντευε να τον αποτρελάνει. Τον είχε ζώσει, για να είμαστε σαφείς, η απελπισία. Απώτερος σκοπός τους ήταν, καταπώς πίστευε, να τον παραπετάξουν στην αφάνεια, να τον θάψουν ζωντανό στη λήθη. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεστε, τον γέμιζε με επώδυνη οδύνη. Αναζητούσε, λοιπόν, μετά μανίας κάτι φοβερό, κάτι εκρηκτικό, μια γενικευμένη «πρόκληση» η οποία όχι μόνο δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη αλλά θα ανάγκαζε όλους τους επίβουλους εχθρούς του να τον μισήσουν ακόμη περισσότερο! Ωσπου κάποια μέρα, καθώς περιπλανιόταν άσκοπα, συλλογιζόμενος την αδικία που κατέτρυχε την ιδιοφυΐα του, ο Σελίν (φιλολογικό ψευδώνυμο του Λουί-Φερντινάν Ωγκίστ Ντετούς, 1894-1961) φτάνει σε μια υπαίθρια αγορά με παλαιοβιβλιοπωλεία και, εντελώς απρόσμενα, συναντά τον κομψό Πολ Μοράν.

Ο τελευταίος (εξαίρετος συγγραφέας κατά τα λοιπά) αρχίζει να στηλιτεύει την εθνική «ντροπή», πώς δηλαδή «η Γαλλία βρίσκεται υπό την κυριαρχία των παλιοεβραίων», με τους λογοτεχνικούς κύκλους, ασφαλώς, να μην αποτελούν εξαίρεση. Ο άλλος, ένας Aριος με εξημμένο το σύνδρομο καταδίωξης, δεν αργεί καθόλου να συνειδητοποιήσει ποια είναι η αποτελεσματική λύση στα προβλήματά του, ποια είναι η «ιερή σταυροφορία» την οποία οφείλει να στηρίξει η (ομολογουμένως απαράμιλλη) πένα του. Σπεύδει έπειτα ο Σελίν στην οδό Ροκεπίν προκειμένου να μιλήσει στον «προϊστάμενο επικοινωνίας», σε έναν πράκτορα της Γκεστάπο κοντολογίς. Ο «πρωτάρης» Σελίν ανοίγει καλά τ’ αφτιά του, ακούει προσεκτικά και ενημερώνεται για το «εβραϊκό ζήτημα» και το κρίσιμο «αίσθημα μνησικακίας» με το οποίο ακονιζόταν η ναζιστική ιδεολογία. Εν συνεχεία όμως, με συνοπτικές διαδικασίες, ως πεπειραμένος επαγγελματίας την ίδια στιγμή, ο Σελίν ζητεί να μάθει πώς λειτουργεί η εκδοτική αγορά στη Γερμανία και τι θα ισχύσει για τις μεταφράσεις και τα πνευματικά του δικαιώματα. Εξυπακούεται δε ότι απαίτησε τους πιο ευνοϊκούς όρους για τον εαυτό του. Δεν απέμενε πια παρά να εκτελέσει αυτό που ήδη κλωθογύριζε στο μυαλό του…

Πορτρέτο ενός προπαγανδιστή

Eτσι φαντάζεται τον κορυφαίο γάλλο πεζογράφο ο Χανς-Eριχ Καμίνσκι (1899-1963) στο βιβλίο του Ο Σελίν φαιοχίτωνας ή Το κακό σήμερα που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά και, δίχως υπερβολή, διαβάζεται με ακατάπαυστο ενδιαφέρον. Ο γερμανοεβραίος αναρχικός αντιφασίστας, που είχε καταφύγει στο Παρίσι, δημοσίευσε το συγκεκριμένο κείμενο το 1938, λίγο προτού ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, στη διάρκεια μιας χρονιάς ωστόσο η οποία θεωρείται σήμερα κομβικής σημασίας για την τύχη των Εβραίων της Ευρώπης και τις μετέπειτα ζοφερές εξελίξεις που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα.

Ο Καμίνσκι γράφει, επί της ουσίας, μια ευθύβολη πολεμική, ανατριχιαστικά διορατική μάλιστα, που συνδυάζει τη διαβρωτική σάτιρα (μέχρι και εγκάρδιο σμίξιμο μεταξύ Σελίν και Χίτλερ στη Νυρεμβέργη παρακολουθούμε…) με τη σθεναρή και ψύχραιμη επιχειρηματολογία. Στο στόχαστρο όμως δεν είναι ο λογοτέχνης Σελίν, δεν αμφισβητείται εδώ το καλλιτεχνικό του μέγεθος, αυτό είναι ξεκάθαρο, αλλά ο προπαγανδιστής Σελίν που, εξωθούμενος από μια μάλλον απτή ποταπότητα, ενστερνίστηκε τον πιο χυδαίο αντισημιτισμό (τον «σοσιαλισμό των ηλιθίων») και συνέπλευσε συνειδητά με τους ναζιστές.

Ο Καμίνσκι, με άλλα λόγια, αποδομεί πολιτικά τον Σελίν και καταδεικνύει τη διανοητική του διαφθορά, τον απάνθρωπο ξεπεσμό ενός συγγραφέα ο οποίος θέλησε να συγκαλύψει την ολέθρια ηθική του ακρισία («σαν ένας οποιοσδήποτε χαμηλής μόρφωσης, στενοκέφαλος μικροαστός») πίσω από τη δεδομένη αισθητική του αξία. «Δεν ξέρω πού πάει και πού θα φτάσει∙ δεν ξέρω καν αν πρέπει να τον περιφρονήσω ή να τον οικτίρω» τονίζει κάπου ο Καμίνσκι.

Πάντως το ενδιαφέρον, εν προκειμένω, έγκειται στο γεγονός ότι αυτά τα λέει ένας αλλοτινός λάτρης του Σελίν. Διότι υπήρξε και μια περίοδος, τι ειρωνεία αλήθεια, μετά την έκδοση του πρώτου αριστουργηματικού (αντιμιλιταριστικού, ποικιλοτρόπως αντισυμβατικού και πρωτοποριακού) μυθιστορήματός του Ταξίδι στην άκρη της νύχτας (Voyage au bout de la nuit, 1932), κατά την οποία η Αριστερά τον είχε διεκδικήσει για λογαριασμό της. Μεταξύ άλλων, ο Λέων Τρότσκι τον εξύμνησε με κολακευτικά λόγια ενώ ο Λουί Αραγκόν αποπειράθηκε να τον εγγράψει στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας. «Hμουν μεγάλος θαυμαστής του Σελίν και θα επιθυμούσα να παραμείνω» αναφέρει ο Καμίνσκι. «Κυρίως ο «Θάνατος επί πιστώσει» (Mort à crédit, 1936) ήταν – και παραμένει – για μένα ένα από τα πιο δυνατά βιβλία της εποχής μας, διότι εξερευνά άγνωστες περιοχές της ανθρώπινης ψυχής και τις περιγράφει με τον πιο στιβαρό τρόπο».

Δημιουργία και ιδεολογία

Δεν γινόταν όμως να παραμείνει θαυμαστής του, επειδή το 1937 ο Σελίν εξέδωσε τις Μπαγκατέλες για μια σφαγή (Bagatelles pour un massacre), τον αποκαλυπτικό και βασικό αντισημιτικό του λίβελλο. «Δηλητηριώδες» χαρακτηρίζει το βιβλίο αυτό ο Καμίνσκι, «απλώς ένα σύμφυρμα φωνασκιών, προσβολών, ύβρεων, ψευδών αιτιάσεων και αστήρικτων διαβεβαιώσεων, το οποίο έγραψε βγάζοντας αφρούς από το στόμα σ’ ένα παραλήρημα χωρίς αποχρώσεις, χωρίς διακυμάνσεις, αισχρό τόσο στο πνεύμα όσο και στη γλώσσα».

Πράγματι, στο κυρίως κείμενο του Καμίνσκι ερχόμαστε σε επαφή με αρκετά αποσπάσματα από τις διαβόητες Μπαγκατέλες και, αν μη τι άλλο, παίρνουμε μια αηδιαστική γεύση από τη σκοτεινή και βορβορώδη πλευρά ενός αδιαμφισβήτητου δεξιοτέχνη του 20ού αιώνα. Βλέπουμε με τα ίδια μας τα μάτια πώς το ύφος (η πεμπτουσία μιας αυθεντικής λογοτεχνικής φωνής) δύναται να επιστρατευθεί απροκάλυπτα και κυνικά για να ξεράσει πάνω στο χαρτί τον δολοφονικό οίστρο της συνωμοσιολογικής παραφροσύνης. «Αν χρειάζονται μοσχάρια μέσα στον χαμό, ας σφάξουμε τους Εβραίους: αυτή είναι η θέση μου! Αν τους πιάσω στα χέρια μου μαζί με τα κωλο-γίντις τους, είμαι έτοιμος να φτάσω στα άκρα, να τους ξεπαστρέψω όλους και χωρίς εξαίρεση μέχρι τον τελευταίο! Είναι το Αντίθετο του Ανθρώπου!» παραθέτει ο Καμίνσκι τον Σελίν, τον οποίο αποκαλεί «τροβαδούρο του πογκρόμ», έναν απολύτως ντροπιαστικό τίτλο που τον αξίζει και με το παραπάνω.

Το βιβλίο του «Μάγματος», σε μετάφραση του Χαραλάμπου Μαγουλά, συνοδεύεται από ένα εμπεριστατωμένο επίμετρο του Νίκου Ν. Μάλλιαρη το οποίο (καλύπτοντας σχεδόν τη μισή έκδοση) θέτει πολλά (και εξόχως ενδιαφέροντα) θέματα γύρω από την εργοβιογραφία του Σελίν, με κυριότερο την αντιφατική και χαοτική σχέση δημιουργού και ανθρώπου, ή αλλιώς, λογοτεχνίας και ιδεολογίας. Ο Σελίν δεν εκτελέστηκε ως δωσίλογος (δεν συνεργάστηκε σε πρακτικό επίπεδο με τις κατοχικές δυνάμεις στη Γαλλία), φυλακίστηκε όμως και εξορίστηκε στη Δανία. Επαναπατρίστηκε το 1951. Υπήρξε σπουδαίος συγγραφέας και άθλιος αντισημίτης. Και τα δύο αυτά μαζί.

Χανς-Εριχ Καμίνσκι

Ο Σελίν φαιοχίτωνας

Μετάφραση Χαράλαμπος Μαγουλάς, Επίμετρο Νίκος Ν. Μάλλιαρης.

Εκδόσεις Μάγμα, 2021, σελ. 160, τιμή 12 ευρώ