Σε ένα μπρα ντε φερ διαρκείας επιδίδεται ο νέος κορωνοϊός με την ανθρωπότητα, καθώς έναν χρόνο μετά την εμφάνισή του ο SARS-CoV-2 επιχειρεί να εξελιχθεί για την επιβίωσή του, «αντιλαμβανόμενος» ότι απειλείται από το… κύμα εμβολιασμών ανά τον κόσμο. Καθοριστικός παράγοντας για το ποιος θα υπερισχύσει είναι ο χρόνος, δεδομένου ότι κάθε καθυστέρηση στους εμβολιασμούς δίνει έδαφος στον ιό για να μεταλλαχθεί.

«Πρόκειται για έναν αγώνα δρόμου ανάμεσα στην ανοσοποίηση του πληθυσμού και την εμφάνιση των μεταλλάξεων, που ίσως στο μέλλον αποδειχθούν ανθεκτικές στα εμβόλια» σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα» ο καθηγητής Μικροβιολογίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Αλκιβιάδης Βατόπουλος.

Ο ειδικός εν τούτοις διευκρινίζει ότι «προς το παρόν δεν υπάρχουν τέτοιες ενδείξεις, τα εμβόλια παραμένουν αποτελεσματικά. Συνεπώς, όσο πιο γρήγορα διεξάγονται οι εμβολιασμοί και εμποδίζονται οι μεταδόσεις τόσο μειώνεται παράλληλα και η πιθανότητα επικράτησης των μεταλλάξεων».

Υπό τις πιεστικές αυτές συνθήκες ο καθηγητής επισημαίνει ως ιδιαίτερα θετική εξέλιξη την κινητικότητα της φαρμακοβιομηχανίας για αύξηση της παραγωγής αλλά και τις έρευνες σχετικά με την ταχεία ενίσχυση των εμβολίων έναντι των μεταλλάξεων.

«Ελευθερία» χωρίς αστερίσκους

Εν τω μεταξύ και καθώς πληθαίνουν τα ερωτήματα σχετικά με το ποια είναι τα πλέον αποτελεσματικά εμβόλια – με αρκετούς μάλιστα πολίτες να μπαίνουν στο δίλημμα να ακυρώσουν το ραντεβού τους παρότι εμπίπτουν στις ομάδες προτεραιοποίησης, ώστε να εμβολιαστούν σε δεύτερο χρόνο, όταν τα δεδομένα θα έχουν εμπλουτιστεί με νέες παρατηρήσεις – ο κ. Βατόπουλος συνιστά: «Εγώ εκτιμώ ότι θα πρέπει να εμβολιάζονται με αυτό που τους προσφέρεται, γιατί όλα τα εμβόλια είναι περίπου τα ίδια».

Ανταποκρινόμενος στις αναζητήσεις των πολιτών και ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας του LSE Ηλίας Μόσιαλος σε νέα ανάρτησή του απαντά ότι τόσο τα εμβόλια που έχουν λάβει το «πράσινο φως» όσο και τα υπόλοιπα που βρίσκονται στην τελική ευθεία είναι «100% αποτελεσματικά όσον αφορά την προστασία που μας παρέχουν από τη νοσηλεία εάν κολλήσουμε (το επικρατούν στέλεχος στην Ευρώπη ή την παραλλαγή που κυκλοφορεί κυρίως στην Αγγλία) αφού εμβολιαστούμε».

Προειδοποιεί δε ότι ίσως ορισμένοι να εκτεθούν στον ιό ακόμα και μετά το… τσίμπημα της βελόνας. «Αλλά ελπίζω να είναι καθησυχαστικό να γνωρίζουμε πως έχοντας κάνει το εμβόλιο δεν χρειάζεται να φοβόμαστε τόσο για τον εαυτό μας. Και θα συνεχίσουμε να προσέχουμε και τους άλλους που δεν έχουν εμβολιαστεί ακόμη» τηρώντας τα μέτρα για κάποιους μήνες.  Τα στελέχη που βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή» της μάχης επί έναν και πλέον χρόνο στη χώρα μας – γιατροί, επιστήμονες, κυβερνητικά στελέχη -, αντιλαμβανόμενα το μέγεθος της υγειονομικής κρίσης και τις προκλήσεις έχουν επενδύσει στα εμβόλια, με την εκστρατεία «Ελευθερία» να διεξάγεται ομαλά και χωρίς καθυστερήσεις.

Το «άνοιγμα» της ανοσοποίησης

Οπως αναφέρει σε κάθε ευκαιρία ο γ.γ. Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους, μοναδικός περιορισμός παραμένει η τροφοδοσία των δόσεων, η οποία προς το παρόν δεν αρκεί για να καλύψει τάχιστα τις πληθυσμιακές ανάγκες αλλά και την ολοένα αυξανόμενη απαίτηση των πολιτών για επιστροφή στην κανονικότητα ύστερα από ένα έτος περιορισμών, σκληρών μέτρων και ανατροπών.

Είναι ενδεικτικό ότι η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στο «Top 5» της Γηραιάς Ηπείρου αναφορικά με τον ημερήσιο αριθμό εμβολιασμών, ενώ η είδηση από αξιωματούχους της ΕΕ ότι το μοναδικό μονοδοσικό εμβόλιο της Johnson&Johnson αναμένεται να τεθεί στο… μικροσκόπιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ), ώστε να λάβει έγκριση κυκλοφορίας στις 11 Μαρτίου, αυξάνει τις προσδοκίες.

Αναπροσαρμογή της εμβολιαστικής τακτικής

Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον κ. Θεμιστοκλέους και με βάση τη σχετική συμφωνία η Ελλάδα θα προμηθευτεί 1,2 εκατομμύρια δόσεις, αρχής γενομένης από τον Απρίλιο, όταν θα περάσουν τα σύνορα της χώρας οι πρώτες 300.000. Και καθώς πρόκειται για ένα εύκολο εμβόλιο – σε ό,τι αφορά τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή του αλλά και από το γεγονός ότι προκαλεί ανοσία με μόνο μία δόση – η ηγεσία του υπουργείου Υγείας εξετάζει την αναπροσαρμογή της εμβολιαστικής τακτικής.

Στο πλαίσιο αυτό ανοιχτό είναι το ενδεχόμενο της διάθεσής τους και από τα φαρμακεία και συνεπακόλουθα του εμβολισμού των πολιτών και σε ιδιωτικά ιατρεία. Παρ’ όλα αυτά και σύμφωνα με πληροφορίες από στελέχη της οδού Αριστοτέλους το… άνοιγμα των εμβολιασμών θα γίνει σε δεύτερο χρόνο, καθώς σε αυτό το κρίσιμο διάστημα μείζον στοίχημα αποτελεί η προστασία των πλέον ευάλωτων ακολουθώντας πιστά τον «οδικό χάρτη» που έχει χαράξει η προτεραιοποίηση της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών.

Το σενάριο αναβολής της δεύτερης δόσης

Την ίδια ώρα, επικρατεί παγκοσμίως ένας επιστημονικός προβληματισμός σχετικά με το σενάριο αναβολής της δεύτερης δόσης (σε ό,τι αφορά τα εμβόλια της Pfizer και της Moderna, για τα οποία συστήνεται ο εμβολιασμός με δύο δόσεις), σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί πλεόνασμα που θα πατήσει το… γκάζι στην ανοσοποίηση του πληθυσμού. Σε μια μικρή μελέτη, υπό την εποπτεία του National Institute of Health των ΗΠΑ, διαπιστώθηκε ότι η ανοσολογική απάντηση των ασθενών που έχουν λάβει μία δόση εμβολίου και έχουν ιστορικό λοίμωξης COVID-19 είναι ίδια ή και καλύτερη από κάποιον που έχει λάβει δύο δόσεις χωρίς να έχει νοσήσει. Μάλιστα και όπως υπογραμμίζουν οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Παναγιώτης Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ), συνοψίζοντας τις τρέχοντες εξελίξεις, «εάν τα δεδομένα αυτά υποστηριχθούν και από άλλες μελέτες, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μπορεί να προτείνει μία δόση εμβολίου για όσους έχουν νοσήσει με COVID-19 λοίμωξη».

Φως στο τούνελ με την τήρηση των μέτρων

Και ενώ το τρίτο κύμα βρίσκεται υπό εξέλιξη, οι επιστήμονες κάνουν έκκληση στους πολίτες να συνεχίσουν να τηρούν ευλαβικά τα μέτρα, επιμένοντας ότι το φως στο τούνελ είναι πλέον ορατό. Μάλιστα, όπως σημειώνουν, το υψηλό ποσοστό εμβολιασμών αλλά και οι θερμές κλιματικές συνθήκες πιθανόν να ευνοήσουν το άνοιγμα της κοινωνίας και της οικονομίας τον ερχόμενο Μάιο, με έμφαση σε δραστηριότητες που μένουν επί μήνες ερμητικά κλειστές, όπως είναι για παράδειγμα ο κλάδος της εστίασης.

Οι μάχες, οι απώλειες και η ελπίδα για έξοδο στη ζωή

Εναν χρόνο μετά την ανακοίνωση του καθηγητή Παθολογίας – Λοιμώξεων Σωτήρη Τσιόδρα για το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα στην Ελλάδα, η χώρα συνεχίζει να παλεύει με το τρίτο κατά σειρά κύμα. Στις 26 Φεβρουαρίου 2020 ο καθηγητής συνιστούσε «ψυχραιμία» στους Ελληνες που… κρέμονταν από τα χείλη της επιστημονικής κοινότητας. Ωστόσο, 365 ημέρες μετά ο καθένας από εμάς αναμετριέται με τις αντοχές του, καθώς παρατηρείται κόπωση παγκοσμίως, με αποτέλεσμα το «όπλο» του lockdown να μην αποδεικνύεται το ίδιο αποτελεσματικό όπως την περασμένη άνοιξη. Κατά το ίδιο διάστημα έχουν διαπιστωθεί σε όλον τον πλανήτη 113 εκατομμύρια κρούσματα, ενώ έχουν καταγραφεί 2,5 εκατομμύρια θάνατοι. Εστιάζοντας στη χώρα μας, έχουν επιβεβαιωθεί συνολικά από την αρχή της πανδημίας περισσότερες από 189.000 λοιμώξεις, ενώ η μαύρη λίστα των θυμάτων αγγίζει τις 6.500 απώλειες. Και παρότι ο επιστημονικός άθλος της ανάπτυξης εμβολίων έναντι της COVID-19 λειτούργησε ως «πυξίδα» που μέρα με τη μέρα μάς οδηγεί στην έξοδο του σκοτεινού πανδημικού τούνελ, έως και σήμερα το στοίχημα παραμένει ένα. Το έθεσε στις 21 Μαρτίου του περασμένου έτους ο κ. Τσιόδρας, όταν είχε εμφανιστεί συναισθηματικά φορτισμένος κατά την τακτική απογευματινή ενημέρωση, σημειώνοντας με νόημα: «Ποιους θέλουμε να προστατέψουμε, ποιους θέλουμε να έχουμε μαζί μας του χρόνου; Η απάντηση είναι “όλους”».

«Ο αγώνας όλων μας»

Και αναφερόμενους στους πλέον ευάλωτους πολίτες – δηλαδή τους ηλικιωμένους – είχε επισημάνει: «Τιμούμε όλους, σεβόμαστε όλους, προστατεύουμε όλους, κατεξοχήν αυτούς. Δεν μπορούμε να υπάρχουμε, ούτε να έχουμε ταυτότητα χωρίς αυτούς», καλώντας παράλληλα τους πολίτες να γίνει αυτός ο στόχος «ο αγώνας όλων μας».

Την περασμένη Παρασκευή, ύστερα από ένα έτος κυκλοφορίας του SARS-CoV-2, ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας Νίκος Χαρδαλιάς ευχαρίστησε με θέρμη τους ίδιους πολίτες. Και φανερά συγκινημένος τόνισε: «Εναν χρόνο μετά είμαστε εδώ για να βγάλουμε την πατρίδα μας από τη λαίλαπα. Το χρωστάμε στους γονείς μας, το χρωστάμε στα παιδιά μας, το χρωστάμε στους φίλους μας, στους ανθρώπους που αγαπάμε. Το οφείλουμε στη μνήμη όλων όσοι τόσο άδικα, τόσο αναπάντεχα, έφυγαν από κοντά μας, έπεσαν στη μάχη απέναντι στον “αόρατο” εχθρό».

Και πρόσθεσε με νόημα: «Εναν χρόνο μετά σας ευχαριστούμε μέσα από την καρδιά μας για όσα έχετε κάνει, για την κούραση που αντέχετε, για τη μάσκα που δεν αντέχετε, για κάθε φορά που είπατε “όχι”, όταν τόσο πολύ είχατε ανάγκη να πείτε “δεν πειράζει”. Εναν χρόνο μετά έχουμε πορευθεί μαζί σε αυτόν τον ανηφορικό δρόμο και μαζί ευχόμαστε οι επόμενοι μήνες να είναι μήνες ελευθερίας, μήνες δημιουργίας, μήνες ανάστασης για όλους μας, συνεχίζουμε και να είστε σίγουροι πως θα νικήσουμε».

Μάχη για να μη «λυγίσουν» τα νοσοκομεία

Ενώ η Αττική – όπου συγκεντρώνονται 3,7 εκατομμύρια κάτοικοι ή αλλιώς το 35,4% του πληθυσμού – εισέρχεται στην τρίτη εβδομάδα του lockdown έπειτα από τη σχετική εισήγηση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων την περασμένη Παρασκευή, ζητούμενο παραμένει να μην ξεπεραστούν οι αντοχές του ΕΣΥ.

Εως και την Παρασκευή υπήρχαν στο Λεκανοπέδιο μόλις 42 κλίνες ΜΕΘ – COVID ελεύθερες, ενώ σε διάστημα ενός 24ώρου 160 νέοι ασθενείς εισήχθησαν στα νοσοκομεία της πρωτεύουσας, με τον Πειραιά και τη Δυτική Αττική να προβληματίζουν τους ειδικούς. Είναι σημαντικό δε να σημειωθεί ότι στο σύνολο της χώρας περισσότεροι από 2.500 ασθενείς με συμπτώματα που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός λαμβάνουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε απλές ή ειδικές κλίνες, με την Αρκαδία, το Ναύπλιο, την Αχαΐα αλλά και τη Θεσπρωτία, τη Λευκάδα, το Ηράκλειο Κρήτης και την Κορινθία να βρίσκονται σε κατάσταση πολιορκίας.

Από τα δεδομένα που αφορούν την ευρεία διασπορά του ιού και το κύμα ασθενών που προκαλεί, οι ειδικοί «διαβάζουν» τη δημιουργία συνθηκών για μια νέα υγειονομική κρίση, σε περίπτωση που τα επαρχιακά νοσοκομεία ξεπεράσουν τα όριά τους αναζητώντας κλίνες στην Αττική, όπου είναι ήδη δυσεύρετες.

Παράλληλα όμως στο επίκεντρο της ανησυχίας βρίσκεται και η Θεσσαλονίκη εξαιτίας της υψηλής κυκλοφορίας των νέων στελεχών του κορωνοϊού – και συγκεκριμένα τόσο της βρετανικής όσο και της νοτιοαφρικανικής μετάλλαξης – που φαίνεται να επιδεινώνουν την επιδημιολογική εικόνα στη συμπρωτεύουσα.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ένας στους δύο πολίτες άνω των 80 ετών στη χώρα μας έχει λάβει την πρώτη δόση και σε ποσοστό 15% και τη δεύτερη. Μάλιστα, όπως αποκάλυψε η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου, η μείωση της επίπτωσης καταγράφεται ήδη στο νοσοκομείο «Αττικόν», όπου παρότι νοσηλεύθηκαν το τελευταίο διάστημα ασθενείς προχωρημένης ηλικίας δεν ανέπτυξαν επιπλοκές. Αντιθέτως, ένα στα τρία κρούσματα αφορούν πολίτες ηλικίας 45-65 ετών, «με αρκετούς από αυτούς να είναι διασωληνωμένοι».