Αυστηρό μήνυμα στην Ουγγαρία και την Πολωνία να σεβαστούν την «Ευρώπη του Δικαίου» που δοκιμάζεται από την πανδημία και να ανοίξει το πακέτο των 1,8 τρισ. ευρώ με τις πρώτες εκταμιεύσεις στις αρχές του 2021 στέλνει ο επίτροπος Γιοχάνες Χαν με τη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής».

Παραμονές της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες, όπου το καυτό αυτό ζήτημα αναμένεται να συζητηθεί στο παρασκήνιο, ο κ. Χαν δηλώνει «ελπίζω ότι η Πολωνία και η Ουγγαρία θα άρουν τις ενστάσεις τους. Οι επιχειρήσεις, οι πολίτες και τα προγράμματα σε ολόκληρη την Ευρώπη απαιτούν την ταχεία αποδέσμευση χρημάτων τόσο από τον προϋπολογισμό της ΕΕ όσο και από το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του καθεστώτος προϋποθέσεων για την προστασία των κοινοτικών κονδυλίων (του προϋπολογισμού) αυτού θα εφαρμοστούν αντικειμενικά και κατά τον ίδιο τρόπο σε όλα τα κράτη-μέλη. Αυθαιρεσίες και διπλά κριτήρια δεν θα υπάρξουν».

Ακόμη προαναγγέλλει ότι «οι εκδόσεις χρέους από την ΕΕ θα αυξηθούν σημαντικά τους επόμενους μήνες και τα χρόνια, κυρίως ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των πρωτοβουλιών SURE και Next Generation EU». Εντός του Δεκεμβρίου θα οριστικοποιηθεί το σχετικό πλαίσιο. Πρόκειται για πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας αλλά αναμφίβολα αποτελούν ένα σημαντικό βήμα στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Κύριε επίτροπε, όλες οι χώρες της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους για την οικονομία στο Ταμείο Ανάκαμψης. Πού βρίσκεται η διαδικασία σύστασης και ένταξης σε αυτό και ποιες είναι οι δυσκολίες ώστε να λειτουργήσει από την 1-1-2021;

«Το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (MFF) 2021-2027 που συμφωνήθηκε από τους εκπροσώπους των κυβερνήσεων στις 10 Νοεμβρίου πρέπει να υιοθετηθεί και να εγκριθεί από το Ευρωκοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Παράλληλα συνεχίζονται οι διεργασίες για την τελική αποδοχή όλων των άλλων στοιχείων του πακέτου, συμπεριλαμβανομένης της επιμέρους νομοθεσίας και της Απόφασης για τη Διαχείριση των Ιδίων Πόρων (ORD). Στην περίπτωση της ORD, που δίνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το δικαίωμα να δανείζεται, απαιτείται επίσης η επικύρωση από όλα τα κράτη-μέλη στη βάση των συνταγματικών τους απαιτήσεων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην Ολομέλεια του Σεπτεμβρίου έχει ήδη παράσχει τη θετική του γνώμη για το κομμάτι αυτό της νομοθεσίας.

Το επόμενο βήμα είναι η υιοθέτηση της Απόφασης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Οσο για το Ταμείο Ανάκαμψης και Σταθερότητας (RRF), στις 13 Νοεμβρίου ξεκίνησαν τριμερείς επαφές μεταξύ του Ευρωκοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Κομισιόν για τον καθορισμό της λειτουργίας του Ταμείου. Είναι σημαντικό οι θεσμοί να καταλήξουν σύντομα σε συμφωνία, με την Επιτροπή να παίζει τον ρόλο του διαμεσολαβητή. Το Ταμείο πρέπει να καταστεί λειτουργικό το συντομότερο δυνατόν, αν θέλουμε να μπορούμε να εγκρίνουμε τα σχέδια ανάκαμψης και σταθερότητας, να ξεκινήσουμε την εφαρμογή τους και να κάνουμε τις πρώτες εκταμιεύσεις το 2021.

Από τη στιγμή που το Ταμείο θα ενεργοποιηθεί νομικά, τα κράτη-μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν προς αξιολόγηση τα δικά τους σχέδια ανάκαμψης και σταθερότητας. Η προθεσμία για την υποβολή των σχεδίων είναι στις 30 Απριλίου 2021. Παρά ταύτα, η Επιτροπή έχει ενθαρρύνει τα κράτη-μέλη να υποβάλουν ήδη από τις 15 Οκτωβρίου 2020 τα προσχέδια των πολιτικών τους. Η διαδικασία λαμβάνει χώρα με τη μορφή διαλόγου, κατά τα πρότυπα του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου».

Ωστόσο υπάρχει σοβαρή εμπλοκή με τη στάση της Ουγγαρίας και της Πολωνίας που άσκησαν το δικαίωμα αρνησικυρίας στις ψηφοφορίες για τον νέο προϋπολογισμό και το σχέδιο ανάκαμψης της ΕΕ…

«Στις 16 Νοεμβρίου 2020 η Coreper II δεν κατάφερε να καταλήξει σε συμφωνία επί των νομικών κειμένων για το Ταμείο και για το πακέτο ανάκαμψης εξαιτίας της διαφωνίας της Ουγγαρίας και της Πολωνίας σε ό,τι αφορά τον μηχανισμό εφαρμογής του Κράτους Δικαίου ως όρου για την χρηματοδότηση. Τούτο είναι πολύ λυπηρό, δεδομένου του επείγοντος της χρηματοδότησης εν καιρώ κρίσης. Οι πολιτικές συμφωνίες που επιτεύχθηκαν στις τριμερείς επαφές που προαναφέραμε σε διαφορετικά πεδία του πακέτου συνάδουν πλήρως με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 21ης Ιουλίου 2020.

Η γερμανική προεδρία προσπαθεί αυτή την ώρα να βρει λύση στο αδιέξοδο. Διότι είναι ο μόνος τρόπος που θα διασφαλίσει ότι τα κονδύλια θα εισρεύσουν σε όλα τα κράτη-μέλη από την 1η Ιανουαρίου 2021. Πολίτες, επιχειρήσεις και γεωγραφικές περιοχές που επλήγησαν περισσότερο από τον κορωνοϊό και τις συνέπειές του σε ολόκληρη την Ευρώπη εξαρτώνται από μας και πρέπει να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες τους. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν αναλάβει τις ευθύνες τους συμφωνώντας σε ένα πακέτο ύψους 1,8 τρισ. ευρώ, που αντιστοιχεί περίπου στο 15% του ΑΕΠ της Ενωσης.

Το άνευ προηγουμένου αυτό πακέτο είναι η προσήκουσα απάντηση στη σοβούσα άνευ προηγουμένου κρίση. Εχοντας διαθέσει περισσότερο δημόσιο χρήμα από κάθε άλλη φορά σε επίπεδο ΕΕ, τον περασμένο Ιούλιο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογράμμισε τη σημασία της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ενωσης και ταυτόχρονα τον σεβασμό του Κράτους Δικαίου. Οι δαπάνες που χρηματοδοτούν οι φορολογούμενοι της ΕΕ πρέπει να προστατεύονται από κάθε μορφή απάτης, διαφθοράς και από άλλες απειλές. Αυτό υπαγορεύει τον σεβασμό στο Κράτος Δικαίου, συμπεριλαμβανομένης μιας αποτελεσματικής και ανεξάρτητης Δικαιοσύνης.

Στις 5 Νοεμβρίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφώνησαν σε ένα γενικό καθεστώς προϋποθέσεων για την προστασία του Κοινοτικού Προϋπολογισμού. Το καθεστώς αυτό θεσπίζει τους απαραίτητους κανόνες για την προστασία του Κοινοτικού Προϋπολογισμού σε περίπτωση που παραβιάζεται το Κράτος Δικαίου από τα κράτη-μέλη. Οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του καθεστώτος αυτού θα εφαρμοστούν αντικειμενικά και κατά τον ίδιο τρόπο σε όλα τα κράτη-μέλη.

Αυθαιρεσίες και διπλά κριτήρια δεν θα υπάρξουν. Η διαδικασία εγγυάται τη δίκαιη μεταχείριση των κρατών-μελών. Θα έχουν εξάλλου τρεις ευκαιρίες για να εκθέσουν τις απόψεις τους όταν ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός: πρώτον, στα αρχικά πορίσματα της Κομισιόν, δεύτερον, στα μέτρα που θα προτείνει η Κομισιόν και, τέλος, πριν από την τελική απόφαση του Συμβουλίου. Κατ’ εξαίρεση κάθε ενδιαφερόμενο κράτος-μέλος μπορεί να ζητήσει από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να φέρει ένα ζήτημα για συζήτηση στην επόμενη συνεδρίαση του Συμβουλίου.

Κάθε μέτρο που θα προτείνει η Επιτροπή θα πρέπει να εγκριθεί από τα κράτη-μέλη στο Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία. Και ασφαλώς κάθε απόφαση που υιοθετείται βάσει των κανονισμών – όσο και η ισχύς των ίδιων των κανονισμών – τίθεται υπό νομικό έλεγχο στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Ο μηχανισμός πρέπει να εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων των κρατών-μελών, καθώς οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι τα χρήματα της ΕΕ δαπανώνται με βάση τον νόμο. Πιστεύω ως εκ τούτου ότι η Πολωνία και η Ουγγαρία θα άρουν εν τέλει τις ενστάσεις τους. Οι επιχειρήσεις, οι πολίτες και τα προγράμματα σε ολόκληρη την Ευρώπη απαιτούν την ταχεία αποδέσμευση χρημάτων τόσο από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο όσο και από το Ταμείο Ανάκαμψης».

Πρόσφατα δηλώσατε ότι επιταχύνεται η έκδοση νέων ομολόγων της Ευρωπαϊκής Ενωσης λέγοντας «είμαι πεπεισμένος ότι θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε λήψη απόφασης». Αυτό ανοίγει μια νέα σελίδα στη λεγόμενη «αμοιβαιοποίηση» του χρέους;

«Οντως οι εκδόσεις χρέους από την ΕΕ θα αυξηθούν σημαντικά τους επόμενους μήνες και χρόνια, κυρίως ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των πρωτοβουλιών SURE και Next Generation EU. Πρόκειται για πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας. Ενώ η έκδοση ομολόγων στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας SURE έχει ξεκινήσει ήδη με 3 πολύ επιτυχημένες εκδόσεις κοινωνικών ομολόγων, με απόδοση περίπου 40 δισ. ευρώ για τα κράτη-μέλη, ο δανεισμός από την ΕΕ στο πλαίσιο της Next Generation EU μπορεί να ξεκινήσει μόνο μετά από μια συμφωνία με το Ευρωκοινοβούλιο στο πακέτο του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (MFF/NGEU). Εχω την πεποίθηση ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε επ’ αυτού το αργότερο εντός του Δεκεμβρίου. Το τελικό στάδιο μετά τη συμφωνία αυτή θα είναι οι επικυρώσεις της Απόφασης για τη Διαχείριση Ιδίων Πηγών (ORD) σε εθνικό επίπεδο. Απαξ και ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή, το σχέδιο Next Generation EU μπορεί να εφαρμοστεί. Αμφότερες οι πρωτοβουλίες θα ευνοήσουν την Ελλάδα παρέχοντάς της ουσιαστική υποστήριξη για να περιορίσει τον αρνητικό οικονομικό αντίκτυπο της υγειονομικής κρίσης και να αποκαταστήσει μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη».

Hahn addresses a news conference in Brussels

Εσείς έχετε εμπειρία από τη διαχείριση του ΕΣΠΑ. Πώς θα συνεργαστούν τα δύο αυτά «αναπτυξιακά εργαλεία»;

«Τα ταμεία/εργαλεία της ΕΕ είναι απολύτως συμπληρωματικά. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Σταθερότητας θα στηρίξει μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, κυρίως στις πράσινες και ψηφιακές τεχνολογίες. Κονδύλια του Ταμείου Σταθερότητας δύνανται να συμπληρώσουν άλλα που διατίθενται στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής και θα απευθύνονται σε μακροπρόθεσμες παρεμβάσεις που θα καλύπτουν το σύνολο της επόμενης χρηματοδοτικής περιόδου 2021-2027. Για τη χρησιμοποίηση από τα κράτη-μέλη ποικίλων κονδυλίων που διαθέτει η ΕΕ θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ειδική κατάσταση κάθε κράτους-μέλους, συμπεριλαμβανομένων περιφερειακών και τοπικών ιδιαιτεροτήτων και επίσης η ισορροπία μεταξύ του Ταμείου Ανάκαμψης και των στόχων εθνικής πολιτικής συνοχής.

Η πρωτοβουλία REACT-EU θα έχει ως στόχο δράσεις για τη βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση προβλημάτων που δημιούργησε η κρίση στις αγορές εργασίας, στα συστήματα υγείας και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (στήριξη ρευστότητας και φερεγγυότητας). Θα έχει επίσης ως στόχο βασικές επενδύσεις για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Θα παρέχει άμεση και ευθεία στήριξη στις οικονομίες των κρατών-μελών. Το Ταμείο Ανάκαμψης θα λειτουργήσει επίσης συμπληρωματικά σε μια βεντάλια μέτρων που ήδη αναπτύσσονται ως απάντηση στη σοβούσα πανδημία του κορωνοϊού, όπως είναι η ρύθμιση και ο συντονισμός των πολιτικών συνοχής, οι Επενδυτικές Πρωτοβουλίες ως Απάντηση του Κορωνοϊού και το SURE, αλλά επίσης δράσεις που αναλαμβάνουν άλλοι θεσμοί, όπως το Ταμείο Εγγυήσεων για τους Εργαζομένους και τις Επιχειρήσεις που συγκρότησαν η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η Στήριξη για την Πανδημική Κρίση που συντονίζει ο ESM».

Οι στόχοι και η αξιολόγηση των εθνικών προγραμμάτων

Ποιες θα είναι οι προτεραιότητες του Ταμείου; Με άλλα λόγια, ποιες μεταρρυθμίσεις και ποιες επενδύσεις θα χρηματοδοτηθούν κατά προτεραιότητα;

«Τα κράτη-μέλη θα ετοιμάσουν σχέδια ανάκαμψης και σταθεροποίησης που θα ορίζουν ένα συνεκτικό πακέτο μεταρρυθμίσεων και επενδυτικών προτάσεων. Για να επωφεληθούν από τη στήριξη του Ταμείου αυτές οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις θα πρέπει να εφαρμοστούν έως το 2026. Τα κυβερνητικά σχέδια θα πρέπει επίσης να ανταποκρίνονται στους στόχους του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, κυρίως στις ειδικές για κάθε χώρα συστάσεις που υιοθέτησε το Συμβούλιο. Τα σχέδια θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν μέτρα που θα ανταποκρίνονται στις σύγχρονες προκλήσεις και θα συμβάλλουν στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση της ΕΕ.

Κάθε πλάνο προσδοκάται να συνεισφέρει στους τέσσερις στόχους της Ετήσιας Στρατηγικής Βιώσιμης Ανάπτυξης για το 2021, που υιοθετήθηκε στον εφετινό κύκλο το Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, δηλαδή στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, στην παραγωγικότητα, στη δικαιοσύνη και στη μακροοικονομική σταθερότητα. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Σταθερότητας προσφέρει μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία για να επιταχυνθεί η ανάκαμψη στην Ευρώπη και να ενισχυθεί ο μετασχηματισμός της ΕΕ μέσω μιας διπλής μετάβασης, πράσινης και ψηφιακής.

Η Κομισιόν θα αξιολογήσει τα εθνικά προγράμματα με βάση τους εξής στόχους: Κάθε σχέδιο ανάκαμψης και σταθερότητας θα πρέπει να περιλαμβάνει σε ποσοστό τουλάχιστον 37% δαπάνες που σχετίζονται με το κλίμα. Εξίσου σημαντική είναι η επίτευξη προόδου σε ό,τι αφορά και άλλους περιβαλλοντικούς στόχους του European Green Deal. Επίσης κάθε σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει σε ποσοστό τουλάχιστον 20% δαπάνες για την προώθηση της ψηφιακής μετάβασης».

ΠΡΕΣΠΕΣ – ΤΕΛΕΤΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΓΔΜ

Μήνυμα ειρήνης: «Ας εξάγουμε σταθερότητα αντί να εισάγουμε αστάθεια»

Ο αυστριακός επίτροπος στην προηγούμενη θητεία του στην Κομισιόν επί προεδρίας Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ως υπεύθυνος για τη διεύρυνση, έγινε ιδιαίτερα γνωστός στην Ελλάδα από τον ενεργό ρόλο του στη Συμφωνία των Πρεσπών. Σήμερα δηλώνει «ελπίζω ότι η συμφωνία των Πρεσπών θα εμπνεύσει επίσης τη Βουλγαρία να αποδεχθεί την ταυτότητα της Βόρειας Μακεδονίας» και επί τη ευκαιρία στέλνει ένα γενικότερο μήνυμα όχι μόνο για τη Βαλκανική αλλά και προς Ανατολάς δηλώνοντας ότι «καμία χώρα που διατηρεί ανεπίλυτες διαφορές με τους γείτονές της δεν θα γίνεται δεκτή στην ΕΕ».

Προτού αναλάβετε τα νέα σας καθήκοντα – του Προϋπολογισμού και των Ευρωπαϊκών Πόρων – είχατε την ευκαιρία να γνωρίσετε την Ελλάδα και να εργαστείτε για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ποια είναι η εμπειρία σας από την εξέλιξη για την περιοχή των Βαλκανίων και την ευρωπαϊκή προοπτική;

«Κοιτάζοντας πίσω πρέπει να παραδεχθώ ότι η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν αναμφίβολα μία από τις καλύτερες στιγμές της θητείας μου στην προηγούμενη αποστολή που είχα αναλάβει στην ΕΕ, όταν ήμουν υπεύθυνος για τη Διεύρυνση και την Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας. Η συμφωνία έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα ειρήνης και συμφιλίωσης σε ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων και πέρα από αυτήν. Ελπίζω ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θα εμπνεύσει επίσης τη Βουλγαρία για να δεχθεί την ταυτότητα της Βόρειας Μακεδονίας και για να διευθετήσει τη διαμάχη σχετικά με τις διαφορετικές ερμηνείες της ιστορίας των δύο χωρών.

Είναι κεφαλαιώδες για ολόκληρη την περιοχή να εστιάσει στο μέλλον αντί να διαπραγματεύεται με το παρελθόν. Οι καλές σχέσεις γειτονίας δεν είναι μόνο σημαντικές για τη θετική ανάπτυξη της περιοχής, αλλά και προαπαιτούμενο για την ένταξη στην ΕΕ. Καμία χώρα που διατηρεί ανεπίλυτες διαφορές με τους γείτονές της δεν θα γίνεται δεκτή στην ΕΕ. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό και να λυθεί επιτέλους και η διαφορά μεταξύ της Σερβίας και του Κοσόβου.

Ανεξάρτητα από την πρόοδο και τις διευθετήσεις που θα πρέπει ακόμα να γίνουν, είμαι πεπεισμένος ότι στο προβλεπόμενο μέλλον τα Δυτικά Βαλκάνια θα ενταχθούν στην ΕΕ. Οι χώρες αυτές αποτελούν ήδη μέρος της Ευρώπης. Και είναι προς το συμφέρον της ίδιας της ΕΕ να εξασφαλίσει την ειρήνη και τη σταθερότητα στην κοντινή γειτονιά της μέσω της ενσωμάτωσής της στην ΕΕ. Οπως πάντοτε υποστηρίζω, “ας εξάγουμε σταθερότητα αντί να εισάγουμε αστάθεια”. Αυτή είναι η ουσία μιας Πολιτικής Διεύρυνσης και Γειτονίας που βλέπει στο μέλλον, προς το συμφέρον όλων των εταίρων».