Ο καθηγητής Εφαρμοσμένων Οικονομικών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins Στιβ Χάνκε παρακολουθεί επί χρόνια τις εξελίξεις στην τουρκική οικονομία.

Μιλώντας στο «Βήμα», ο κ. Χάνκε εκτίμησε ότι είναι πολύ πιθανό οι αρμόδιες αρχές στην Αγκυρα να παρουσιάζουν αλλοιωμένα στοιχεία. «Αν θυμάστε τα Greek statistics, τότε στην περίπτωση της Τουρκίας ίσως να έχουμε τα Turkish statistics», μας λέει χαρακτηριστικά.

Κατά τον ίδιο, ένα από τα οικονομικά μεγέθη που, σύμφωνα με τους δικούς του υπολογισμούς, είναι απολύτως αλλοιωμένο είναι το ύψος του πληθωρισμού. Τα πιο πρόσφατα επίσημα τουρκικά στοιχεία φέρνουν τον πληθωρισμό στη χώρα να αγγίζει το 12%, αλλά ο αμερικανός καθηγητής εκτιμά ότι μπορεί να ανέρχεται ως και στο 50%!

Η παραοικονομία στο 30% του ΑΕΠ

«Η τουρκική οικονομία έχει πολύ ισχυρό δυναμικό εφόσον διοικηθεί σωστά» σημειώνει ο κ. Χάνκε. Ωστόσο, υπάρχει πολύ μεγάλη παραοικονομία, «σε ένα ποσοστό που πλησιάζει το 30% του ΑΕΠ, καθώς πολλές επιχειρήσεις θέλουν όχι μόνο να αποφύγουν την καταβολή φόρων αλλά και την εργατική νομοθεσία». Αν η Τουρκία κατάφερνε να ενσωματώσει αυτή την παραοικονομία στο ΑΕΠ της, τότε «η παραγωγικότητα θα μπορούσε να αυξηθεί ως και 20%».

Η ρευστότητα στην τουρκική οικονομία, η οποία επέτρεπε την υψηλή κατανάλωση, στραγγίζει, λέει ο Στιβ Χάνκε

Προς το παρόν, όμως, η τουρκική οικονομία διέρχεται μια δύσκολη στενωπό που ενθαρρύνεται, εμμέσως, επίσης από το «carry trade» – δηλαδή από τη στρατηγική ορισμένων επενδυτών να δανείζονται σε ένα φθηνό νόμισμα και να επενδύουν σε ένα άλλο – στην προκειμένη περίπτωση στην τουρκική λίρα – για να βγάλουν κέρδη. Ακόμη και με επιτόκια κάτω του επίσημου πληθωρισμού (σήμερα ανέρχονται σε 10,25%), οι επενδυτές αποκομίζουν τεράστια κέρδη σε μια συγκυρία χαμηλής επιτοκιακής πολιτικής διεθνώς λόγω της πανδημίας.

Η ρευστότητα «στραγγίζει»

«Ακόμη και αυτοί οι επενδυτές όμως βλέπουν ότι το ύψος του πληθωρισμού ανεβαίνει επικίνδυνα και σταματούν το carry trade. Αυτό σημαίνει», προσθέτει ο συνομιλητής μας, «ότι η ρευστότητα στην τουρκική οικονομία, η οποία επέτρεπε την υψηλή κατανάλωση, στραγγίζει». Αν συνυπολογίσει κανείς τις επιπτώσεις του κορωνοϊού, τότε η κατάσταση επιδεινώνεται. «Το πλήγμα που δέχθηκε ο τουρκικός τουρισμός από την πανδημία υπήρξε ιδιαίτερα ισχυρό» εκτιμά ο κ. Χάνκε, με αποτέλεσμα «να επηρεάσει καταλυτικά το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η εξέλιξη αυτή, με τη σειρά της, είχε ως αποτέλεσμα μειωμένη ρευστότητα σε ξένο συνάλλαγμα, ενώ οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της χώρας σε δολάρια μέχρι τον προσεχή Μάρτιο είναι μεγάλες».

«Μαύρο κουτί» συνιστά επίσης για όσους παρακολουθούν την τουρκική οικονομία και το ύψος των συναλλαγματικών διαθεσίμων. «Κανείς δεν γνωρίζει με ακρίβεια πόσα είναι τα συναλλαγματικά διαθέσιμα» παρατηρεί ο κ. Χάνκε. Σημειώνει επίσης ότι η Τουρκία έχει υψηλά διαθέσιμα σε χρυσό, αλλά δεν φαίνεται αυτά να έχουν ακόμη χρησιμοποιηθεί και «ίσως να έχουν τοποθετηθεί ως ενέχυρο για άλλες χρήσεις». Πάντως, ο κ. Χάνκε θεωρεί ότι μία από τις πιθανές λύσεις για τη σταθεροποίηση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου – που χάνει συνεχώς αξία τους τελευταίους μήνες – «θα μπορούσε να είναι η πρόσδεση της λίρας στον χρυσό, σε ένα είδος “χρυσού κανόνα”».

Το σενάριο των κυρώσεων

Εδώ και πολλούς μήνες διεξάγεται μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με τη στάση του προέδρου Τραμπ να αποτρέπει την επιβολή κυρώσεων εναντίον της Αγκυρας λόγω της απόφασης της τελευταίας να προμηθευτεί από τη Ρωσία το αντιπυραυλικό σύστημα S-400. Ρωτάμε τον κ. Χάνκε αν πιστεύει ότι μια σειρά από οικονομικές κυρώσεις θα μπορούσαν να «συμμορφώσουν» την Αγκυρα. «Δεν είμαι οπαδός των κυρώσεων. Συνήθως συσπειρώνουν τον λαό γύρω από τον ηγέτη της χώρας εναντίον της οποίας επιβάλλονται» μας λέει. Το κρίσιμο στοιχείο είναι «η αξιοπιστία τους.  Στην περίπτωση της Τουρκίας, το γεγονός ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ δυσκολεύει τα πράγματα».

Επισημαίνει πάντως ότι καλή αφορμή για την επιβολή κυρώσεων θα ήταν η υπόθεση της τράπεζας Halkbank μέσω της οποίας παρεκάμφθησαν οι κυρώσεις εναντίον του Ιράν. Το ξέπλυμα χρήματος είναι σοβαρή κατηγορία και η επιβολή τέτοιων κυρώσεων «θα παρέλυε τις κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα», καταλήγει, «ότι όλες οι δυτικές επενδυτικές τράπεζες που ασχολούνται με το carry trade θα εγκατέλειπαν την Τουρκία για να αποφύγουν τις επονομαζόμενες δευτερογενείς (secondary) αμερικανικές κυρώσεις».