Η πρώτη εβδομάδα του Ιμπραχίν στη νέα του δουλειά, στην αγορά της Τζέντα στη Σαουδική Αραβία, ήταν και η τελευταία του. Στη δύση της πέμπτης ημέρας, η αστυνομία συνέλαβε τον 40χρονο Σομαλό μαζί με αρκετούς ακόμη παράτυπους μετανάστες που εργάζονταν εκεί. Στη συνέχεια, μεταφέρθηκαν στο παρακείμενο κέντρο κράτησης αλ-Σουμάισι, όπου πολλοί εξ αυτών, μεταξύ τους και ο Ιμπραχίν, παραμένουν ολόκληρους μήνες μετά, εν αναμονή της απέλασής τους.

Οι αρχές της Σαουδικής Αραβίας προβαίνουν σε τακτικές συλλήψεις ατόμων που εργάζονται χωρίς βίζα εντός του βασιλείου. Πολλοί κρατούνται στο αλ-Σουμάισι, ένα τεράστιο συγκρότημα προορισμένο για την κράτηση 32.000 μεταναστών. Έχει τέσσερις γκρίζες πτέρυγες για τους άνδρες, δύο για τις γυναίκες και μία για τα παιδιά. Οι κρατούμενοι ζουν συνωστισμένοι σε δωμάτια γεμάτα κουκέτες, το καθένα εκ των οποίων χωρά περίπου 80 άτομα.

Τα smartphone των μεταναστών κατάσχονται κατά την άφιξή τους. Όπως δήλωσαν πολλοί από τους κρατούμενους στον Guardian, αυτό συμβαίνει για να μην έχουν τη δυνατότητα να καταγράψουν τις φρικτές συνθήκες διαβίωσής τους.

«Ζούμε σαν ζώα»

«Είμαστε συνωστισμένοι σαν ζώα. Κοιμόμαστε σε μεταλλικά κρεβάτια χωρίς στρώματα, χωρίς σωστή απολύμανση», δήλωσε ο Ιμπραχίν μιλώντας στον Guardian με τη βοήθεια μεταφραστή. «Πίνουμε νερό από την τουαλέτα. Αν έχεις λεφτά, μπορείς να αγοράσεις καθαρό νερό. Αν δεν έχεις καθόλου, απλώς παίρνεις βρώμικο νερό από την τουαλέτα».

Η πανδημία του κοροναϊού μεγάλωσε κι άλλο τα βάσανά τους. Οι κρατούμενοι φοβούνται ότι θα κολλήσουν την ασθένεια, εξαιτίας του μεγάλου πλήθους και των ανθυγιεινών συνθηκών ζωής. Ο Ιμπραχίν τονίζει ότι ορισμένοι άνθρωποι στο δωμάτιό του είναι άρρωστοι, όμως δεν υπάρχει τρόπος να ξέρουν αν έχουν τον ιό, αφού δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας.

«Υπάρχουν άρρωστοι άνθρωποι, με πυρετό, εμετούς και βήχα και κανείς δεν τους φροντίζει», προσθέτει ο συγκρατούμενός του, ο 30χρονος Ταχίλ. «Είναι πιθανό να έχουν κοροναϊό. Το νοσοκομείο εδώ είναι κλειστό».

Τον Απρίλιο, το Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (HRW) ζήτησε από τις χώρες του Κόλπου να βρουν εναλλακτικές μεθόδους κράτησης των ατόμων προς απέλαση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εξαιτίας του υψηλού κινδύνου λοίμωξης σε πολυπληθείς χώρους.

Στη Σαουδική Αραβία, είναι συχνό φαινόμενο οι κρατούμενοι να μην γνωρίζουν για πόσο καιρό θα μείνουν στα κέντρα ή ποιες κατηγορίες τους έχουν απαγγελθεί.

Έκκληση του HRW

«Παρά τον φρικτό υπερπληθυσμό, τις ανθυγιεινές συνθήκες ζωής, την απουσία επαρκούς υγειονομικής περίθαλψης και τη σωματική βία που επικρατούν στα κέντρα κράτησης μεταναστών της Σαουδικής Αραβίας, η χώρα έχει κάνει ελάχιστα πράγματα για να βελτιώσει την κατάσταση ή βήματα αντιμετώπισης των κρατουμένων με τρόπο που να προστατεύεται η αξιοπρέπειά τους», σημειώνει ο Άνταμ Κουγκλ, αναπληρωτής διευθυντής του HRW για τη Μέση Ανατολή.

«Σε μια εποχή αυξημένων κινδύνων λόγω του κοροναϊού, η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να κάνει περισσότερα από τις ελάχιστες απελευθερώσεις κρατουμένων και να ακολουθήσει ουσιαστικά βήματα για την αποσυμφόρηση των κέντρων κράτησης και να επαναδιαπραγματευτεί την πολιτική της για τις μαζικές απελάσεις».

«Δεν μας δίνουν αρκετό φαγητό»

Ο Ταχίλ, ο οποίος κατάγεται επίσης από τη Σομαλία, συνελήφθη εξαιτίας της έλλειψης νομιμοποιητικών εγγράφων για την παραμονή του στη χώρα, ενώ εργαζόταν ως βοσκός καμήλων. Τα χρήματά του κατασχέθηκαν και δεν γνωρίζει αν πρόκειται να του επιστραφούν.

Όπως λέει, οι κρατούμενοι δεν λαμβάνουν αρκετό φαγητό. «Μας δίνουν ψωμί και ελάχιστο ρύζι. Σκέτο ρύζι και καθόλου πρωτεΐνη. Το φαγητό που μας δίνουν είναι κακής ποιότητας. Δεν υπάρχουν λεμόνια ή λαχανικά».

Ο Ιμπραχίν και ο Ταχίλ λένε ότι κατά τη σύλληψή τους, οι αστυνομικοί τους ζήτησαν δωροδοκία, λέγοντάς τους ότι θα τους αφήσουν να φύγουν αν τους δώσουν χρήματα.

«Αν έχεις χρήματα και τους δωροδοκήσεις, κανείς δεν θα σε πάει στη φυλακή», λέει ο Ιμπραχίν.

Οι δύο άνδρες ταξίδεψαν στη Σαουδική Αραβία για να σωθούν από τους βομβαρδισμούς του αλ-Σαμπάαμπ και άλλες τρομοκρατικές επιθέσεις στη Σομαλία και να ζήσουν μια καλύτερη ζωή.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περισσότεροι από 138.000 μετανάστες από την ανατολική Αφρική κάνουν κάθε χρόνο αυτό το επικίνδυνο ταξίδι, διασχίζοντας τον Κόλπο του Άντεν προς την Υεμένη. Πρόκειται για την πιο πολυσύχναστη θαλάσσια διαδρομή μετανάστευσης στον κόσμο.

Όσοι επιβιώνουν κινούνται βόρεια, με την ελπίδα να φτάσουν στην πλούσια Σαουδική Αραβία και να βρουν κάποια χειρωνακτική δουλειά. Ωστόσο, οι περισσότεροι δεν έχουν επίγνωση των κινδύνων. Η Υεμένη βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης του ΟΗΕ (ΙΟΜ) προειδοποιεί ότι οι μετανάστες εργάτες κινδυνεύουν να απαχθούν, να βασανιστούν για λίτρα, αλλά και να γίνουν αντικείμενα εκμετάλλευσης ή εμπορίας ανθρώπων.

Από τη στιγμή που ξεκινούν να εργάζονται στο Βασίλειο, εκείνοι που δεν διαθέτουν βίζα ζουν με το μόνιμο φόβο της σύλληψης.

Η Φάουζια, 51 ετών, έζησε παράνομα στην Τζέντα από το 1990 έως το 2018, όταν και απελάθηκε πίσω στη Σομαλία. Όσο βρισκόταν στη Σαουδική Αραβία, εργαζόταν ως οικιακή βοηθός. Εκεί γέννησε τα πέντε παιδιά της, στο σπίτι και χωρίς πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη. Τα παιδιά της δεν είχαν χαρτιά και κρύβονταν στο σπίτι σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, χωρίς να μπορούν να πάνε στο σχολείο.

«Ήμασταν τυχεροί που μείναμε τόσο καιρό χωρίς να μας πιάσουν. Κάθε φορά που οι αρχές έφταναν στη γειτονιά ψάχνοντας παράνομους μετανάστες κρυβόμασταν», εξηγεί στον Guardian η Φάουζια. «Ένα βράδυ, το σκάσαμε από το σπίτι μας επειδή φοβόμασταν».

Δύο χρόνια πριν, όταν η κυβέρνηση άρχισε να καταστέλλει την παράνομη μετανάστευση, η Φάουζια αποφάσισε να παραδοθεί μαζί με την οικογένειά της για απέλαση, φοβούμενη ότι θα χαρακτηριζόταν εγκληματίας.

Για να αποφύγει τη μακροχρόνια παραμονή σε κέντρο κράτησης, η Φάουζια δωροδόκησε τις αρχές. Μια εβδομάδα αργότερα, απελάθηκε

«Πρέπει να πληρώσεις αν θέλεις να επιστρέψεις με ηρεμία στη Σομαλία. Μου είπαν να μην το πω σε κανέναν», θυμάται. «Η αστυνομία ζήτησε $500 και τελικά φτάσαμε σε συμφωνία για $125, για να εξασφαλίσουμε μια ασφαλή και εύκολη απέλαση».

Το Κέντρο Διεθνούς Επικοινωνίας της Σαουδικής Αραβίας αρνήθηκε να σχολιάσει το ζήτημα, όταν τους προσέγγισε ο Guardian.

Πηγή: www.theguardian.com