Η μείωση της ποινής και η αποφυλάκιση του αστυνομικού ισοβίτη Επαμεινώνδα Κορκονέα, που το 2008 δολοφόνησε αναίτια τον έφηβο Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο στα Εξάρχεια, προκαλεί και πάλι την κοινή γνώμη εγείροντας πλήθος εύλογων ερωτημάτων.

Το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Λαμίας αναγνώρισε τον πρότερο σύννομο βίο του ειδικού φρουρού ,έσπασε την ποινή των ισοβίων και μείωσε την ποινή του σε 13 χρόνια φυλάκισης , με αποτέλεσμα να επιτραπεί η αποφυλάκισή του.

Ορισμένοι απέδωσαν την αποφυλάκισή του στις ευεργετικές διατάξεις των νέων ποινικών κωδίκων, ενώ άλλοι επέμειναν πως και με το παλαιό καθεστώς θα συνέβαινε το ίδιο αν το δικαστήριο αναγνώριζε , όπως έπραξε, το σύννομο του προτέρου βίου.

Αλλοι πάλι επέκριναν το δικαστήριο ότι εκ της ιδιότητας του κατηγορουμένου , εκ της εκπαιδεύσεώς του, το σύννομο του προτέρου βίου επέβαλε ακριβώς τον αυτοέλεγχο, παρά οτιδήποτε άλλο και γι’ αυτό δεν έπρεπε να τύχει αναγνώρισης.

Οπως και να έχει για ακόμη μια φορά μια δικαστική απόφαση διχάζει την κοινωνία, εξάπτει τα πάθη και προκαλεί πολλές και διαφορετικές αντιδράσεις.

Το σημαντικότερο ωστόσο είναι ότι αμφισβητείται η ευθυκρισία των δικαστών και δημιουργείται η αίσθηση και φορές η πλάνη ότι οι δικαστές απονέμουν δικαιοσύνη κατά το δοκούν ή ακόμη χειρότερα κατά τις πεποιθήσεις και τις αντιλήψεις τους. Σε κάθε περίπτωση εγείρεται ζήτημα δίκαιης ποινής και πιστής εφαρμογής της.

Παρά ταύτα ο ανεξάρτητος παρατηρητής δεν μπορεί να αγνοήσει την εξέλιξη του νομικού μας συστήματος και την προσαρμογή του στα εφαρμοζόμενα στην Ευρώπη.

Διακεκριμένοι νομικοί επιμένουν ότι από τη στιγμή που το νομικό μας σύστημα απέβαλε και ορθώς την ποινή του θανάτου, η όποια επιβαλλόμενη ποινή εξαντλείται στα όρια μιας ζωής και έτσι ο χρόνος φυλάκισης ακόμη και για τα ειδεχθέστερα των αδικημάτων δεν μπορεί να είναι απεριόριστος παρά να συνδέεται με το επίπεδο σωφρονισμού, την ειλικρινή μεταμέλεια και την εν γένει στάση του καταδικασθέντος στη φυλακή.

Αλλά και πάλι τίποτε δεν εγγυάται την ορθότητα των επιλογών, ούτε την αντικειμενική αξιολόγηση των όποιων κριτηρίων και δεδομένων. Πράγμα που σημαίνει ότι η αμφισβήτηση δικαστικών αποφάσεων και επιλογών θα διατηρείται, δεν θα εξαλειφθεί και θα διχάζει κατά περίπτωση την κοινωνία.

Υπό αυτή την έννοια η αναβάθμιση του επιπέδου σωφρονισμού, η ανασυγκρότηση συνολικά του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης και εκτέλεσης των ποινών και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο δικαστικό μας σύστημ , είναι επιβεβλημένες και οι μόνες ικανές να αμβλύνουν τα επικρατούντα αισθήματα κακοδικίας στην ελληνική κοινωνία.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης αντιμετωπίζεται απ’ όλους ως έργο πρώτης προτεραιότητας για την Ελλάδα.

ΤΟ ΒΗΜΑ