Εγκρίθηκε τελικά χθες από το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) της ΔΕΗ το τελικό κείμενο της Σύμβαση Αγοραπωλησίας Μετόχων (SPA) για τις λιγνιτικές μονάδες της Φλώρινας και της Μεγαλόπολης. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αλλαγές είναι ασήμαντες, σε σύγκριση με το SPA που πρώτου διαγωνισμού για την αποεπένδυση της επιχείρησης, ο οποίος είχε οδηγηθεί σε ναυάγιο.

Στη νέα σύμβαση, τελικά δεν περιλαμβάνεται ο μηχανισμός επιμερισμού ζημιών – κερδών μεταξύ της ΔΕΗ και των νέων ιδιοκτητών, καθώς δεν είναι συμβατός με τους κανόνες του ανταγωνισμού, όπως άλλωστε το είχε προαναγγείλει και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Γιώργος Σταθάκης. Ο μηχανισμός είχε τεθεί ως προϋπόθεση από τους Τσέχους της Seven Energy κατά την προηγούμενη διαγωνιστική διαδικασία, προκειμένου να συμμετέχουν.

Σχετικά με τον «Μακροχρόνιο Μηχανισμό Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος» (ΜΜΑΕΙ) για την ετήσια αποζημίωση των λιγνιτικών μονάδων (τα παλιά ΑΔΙ –Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος), αν και έχει γίνει από τις 19 Οκτωβρίου 2018, η προκαταρκτική κοινοποίηση στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ακόμη δεν έχει βγει …λευκός καπνός.

Γι΄ αυτό χθες το ΔΣ της ΔΕΗ, προκειμένου να κάνει πιο ελκυστικό για τους επενδυτές το «πωλητήριο» των μονάδων, συμπεριέλαβε στην SPA σχετική πρόβλεψη. Ειδικότερα, έθεσε ανώτατο όριο αποζημίωσης τα 40.000 ευρώ ανά μεγαβατώρα για έναν χρόνο. Στην περίπτωση που η Κομισιόν εγκρίνει μικρότερο ποσό, τότε προβλέπεται έκπτωση του τιμήματος κατά το ποσό που θα υπολείπεται. Εάν όμως, εννιά μήνες μετά την ολοκλήρωση της πώλησης, η Κομισιόν δεν έχει εγκρίνει τον ΜΜΑΕΙ, τότε προβλέπεται επιστροφή ποσού ίσου με το 30% του τιμήματος.

Πάντως, αξιοσημείωτο της …διαφάνειας των διαδικασιών αποτελεί το γεγονός ότι μόλις χθες το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) έθεσε σε δημόσια διαβούλευση έως τις 10 Μαΐου (δηλαδή εντός των ημερών του Πάσχα) την πρότασή του επί του σχεδίου του «Μακροχρόνιου Μηχανισμού Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος», η οποία είχε σταλεί στις Βρυξέλλες για έγκριση πριν από έξι μήνες. Όπως αναφέρεται μάλιστα χαρακτηριστικά σε σχετική ανακοίνωση του ΥΠΕΝ, «τα σχόλια, οι παρατηρήσεις και οι προτάσεις που θα υποβληθούν από τους ενδιαφερόμενους θα ληφθούν υπόψη στην τελική διαμόρφωση και την βελτίωση της ποιότητας και πληρότητας του προτεινόμενου μηχανισμού».

Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του διαγωνισμού οι δεσμευτικές προσφορές θα πρέπει να έχουν κατατεθεί έως τις 6 Μαΐου. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, πηγές που βρίσκονται κοντά στις διαβουλεύσεις με τους επενδυτές, οι ενδιαφερόμενοι εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για το σφιχτό χρονοδιάγραμμα και αναμένεται να ζητήσουν παράταση.

Γενικότερα, σε ότι αφορά στην αποεπένδυση του 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης κ. Μανόλης Παναγιωτάκης, σχολιάζοντας χθες τα οικονομικά αποτελέσματα για το 2018, μεταξύ άλλων επεσήμανε ότι η εταιρεία διασφάλισε την κερδοφόρο λειτουργία και προοπτική των μονάδων ακόμη και σε συνθήκες σημαντικά αυξημένων τιμών δικαιωμάτων CO2, και αναμένει τη θετική ανταπόκριση των επενδυτών. Όπως τόνισε,«προσδοκούμε ότι η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ θα συμβάλει από την πλευρά της στην επιτυχία της αποεπένδυσης επισπεύδοντας την έγκριση των ΑΔΙ, ώστε να καταδειχθεί έγκαιρα ενόψει της πώλησης η πλήρης αξία των μονάδων. Άλλωστε είναι δική της απαίτηση η ολοκλήρωση της πώλησης σε τόσο σύντομο για λιγνιτικές μονάδες διάστημα».

Σύμφωνα με τα οικονομικά αποτελέσματα, οι δαπάνες της ΔΕΗ για την εξαγορά δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων αυξήθηκαν κατά 137,9 εκατ. ευρώ και έφτασαν τα 279,5 εκατ. ευρώ από 141,6 εκατ. ευρώ το 2017. Αιτία η αύξηση της μέσης τιμής δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από 5,71 ευρώ ανά τόνο σε 11,93 ευρώ ανά τόνο, παρά τις μειωμένες εκπομπές (23,4 εκατ. τόνοι εκπομπών έναντι 24,8 εκατ. τόνων). Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι για το 2018, λόγω προαγορών, η μέση τιμή δικαιωμάτων εκπομπών CO2 συγκρατήθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με την μέση τιμή spot (15,89 ευρώ /τόνο), προμηνύοντας ένα ζοφερό μέλλον.