Πρωτίστως στην ιδιωτική κατανάλωση διοχετεύθηκε την τελευταία διετία η ενίσχυση του κατά κεφαλήν ονομαστικού διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Oπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), η κύρια συνιστώσα της τρέχουσας οικονομικής ανάκαμψης είναι οι δαπάνες των ιδιωτών για καταναλωτικούς σκοπούς, οι οποίες στηρίζονται στην ενίσχυση του ποσοστού απασχόλησης και του κατά κεφαλήν διαθεσίμου εισοδήματος.

Oπως επισημαίνουν σε σχετική ανάλυση οι οικονομολόγοι της Alpha Bank, αυτό συνέβαλε και στην είσοδο της μέσης ροπής προς αποταμίευση σε μια σταθερή πορεία επιστροφής στην κανονικότητα, παρά το γεγονός ότι διατηρείται ακόμη σε αρνητικό έδαφος. Δηλαδή οι Ελληνες τρώνε από τα έτοιμα, καθώς δεν επαρκούν τα εισοδήματά τους για την κάλυψη των αναγκών τους, αλλά σταδιακά περιορίζεται η χρήση των αποταμιεύσεων. Επιπλέον, με βάση την ίδια έκθεση, ένα μέρος της αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος διαβρώθηκε από την ενίσχυση του επιπέδου τιμών. Συγκεκριμένα, στο τρίτο τρίμηνο του 2018 η αύξηση των τιμών των καταναλωτικών αγαθών απορρόφησε 1 ποσοστιαία μονάδα από την κατά 4,6% ετήσια αύξηση του κατά κεφαλήν ονομαστικού διαθεσίμου εισοδήματος σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Household Sector Report, February 2019).

Κατά την Alpha Βank, η μεγαλύτερη ενίσχυση της κατανάλωσης σε σχέση με την αποταμίευση οφείλεται σε δύο παράγοντες:

Πρώτον, η αύξηση της απασχόλησης αφορά σε μεγάλο βαθμό νέους εργαζομένους και απασχολουμένους με συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, οι νέες συμβάσεις μερικής απασχόλησης του ιδιωτικού τομέα ανήλθαν στο 54% των συνολικών συμβάσεων.

Κατά συνέπεια η αύξηση της απασχόλησης ενισχύει τα ασθενέστερα εισοδηματικά κλιμάκια που παραδοσιακά έχουν υψηλότερη μέση ροπή προς κατανάλωση σε σχέση με αποταμίευση, καθώς προηγείται στις προτιμήσεις τους η διασφάλιση ενός ικανοποιητικού επιπέδου διαβίωσης.

Δεύτερον, η οριακή βελτίωση του διαθεσίμου εισοδήματος των ανώτερων και μεσαίων εισοδηματικών κλιμακίων – τα οποία παραδοσιακά χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ροπή προς αποταμίευση – είναι συγκριτικά μικρότερη, αφού επηρεάζεται αρνητικά από τη σημαντικά υψηλότερη πλέον φορολόγηση.

Από πού προήλθαν τα λεφτά

Στην ίδια ανάλυση η Alpha Bank χαρακτηρίζει σημαντικό να διερευνηθεί η χρηματοοικονομική σύνθεση της αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Οπως εξηγούν οι οικονομολόγοι της, η τελευταία μπορεί να διακριθεί σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με το αν η μεταβολή του διαθεσίμου εισοδήματος προέρχεται από την πλευρά των εσόδων (πηγές) ή την πλευρά των φορολογικών και άλλων υποχρεώσεων (εκροές) των νοικοκυριών.

Οι επιμέρους συνιστώσες από την πλευρά των εσόδων είναι το εισόδημα από εξαρτημένη μισθωτή εργασία, το λειτουργικό πλεόνασμα/μεικτό εισόδημα (το οποίο περιλαμβάνει τα κέρδη των ατομικών επιχειρήσεων, τις αμοιβές των αυτοαπασχολουμένων και τα εισοδήματα από ενοίκια), οι κοινωνικές παροχές εκτός από τις κοινωνικές μεταβιβάσεις σε είδος (συντάξεις και επιδόματα) και το εισόδημα περιουσίας (τόκοι, μερίσματα, ενοίκια από χρήση γης). Από την πλευρά των υποχρεώσεων των νοικοκυριών, οι βασικοί παράγοντες που συνθέτουν το διαθέσιμο εισόδημα είναι οι κοινωνικές εισφορές (οι οποίες αφαιρούνται από τις κοινωνικές μεταβιβάσεις και προκύπτουν οι καθαρές κοινωνικές μεταβιβάσεις) και οι άμεσοι φόροι (φόροι εισοδήματος).

«Κατά τη φάση επέκτασης του οικονομικού κύκλου, οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας, το λειτουργικό πλεόνασμα/μεικτό εισόδημα και το εισόδημα από περιουσία τείνουν να αυξάνονται και να συνεισφέρουν θετικά στο διαθέσιμο εισόδημα, καθώς η μεγέθυνση της οικονομίας δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, οι αμοιβές αυξάνονται και το επιχειρηματικό κλίμα είναι ευνοϊκό. Αντιθέτως, κατά τη διάρκεια συρρίκνωσης του οικονομικού κύκλου, οι ανωτέρω συνιστώσες τείνουν να μειώνονται.

Συνεπώς, οι συνιστώσες αυτές χαρακτηρίζονται από προκυκλικότητα» επισημαίνεται σχετικά. Από την άλλη πλευρά, οι καθαρές κοινωνικές μεταβιβάσεις και η φορολογία εισοδήματος εμφανίζουν αντικυκλικό χαρακτήρα και λειτουργούν ως αυτόματοι σταθεροποιητές της οικονομίας. Για παράδειγμα, κατά την υφεσιακή φάση του οικονομικού κύκλου, όταν η ανεργία αυξάνεται, οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (επιδόματα ανεργίας κ.λπ.) τείνουν επίσης να αυξάνονται, ενώ ταυτόχρονα οι κοινωνικές εισφορές μειώνονται. Ως αποτέλεσμα, οι καθαρές κοινωνικές μεταβιβάσεις αποτελούν σημαντικό σταθεροποιητικό παράγοντα του διαθεσίμου εισοδήματος και, συνεπώς, και της κατανάλωσης, κατά τη φάση συρρίκνωσης του κύκλου.

Η συμβολή των μισθών

Αναλύοντας τη μεταβολή του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών στις επιμέρους πηγές του, επιβεβαιώνεται η σημαντική συμβολή του εισοδήματος εξαρτημένης μισθωτής εργασίας. Συγκεκριμένα, η συμβολή των αμοιβών της εξαρτημένης εργασίας στη μεταβολή του κατά κεφαλήν διαθέσιμου εισοδήματος ήταν αρνητική από το 2010 μέχρι και το 2015, ενώ από το 2016 και μετά υπάρχει θετική συνεισφορά των αμοιβών.

Επιπροσθέτως το 2017 για πρώτη φορά το λειτουργικό πλεόνασμα και το εισόδημα περιουσίας συνεισέφεραν θετικά. Ειδικότερα, η ανάλυση των πηγών του διαθεσίμου εισοδήματος σε τριμηνιαία βάση υποδηλώνει μια θετική και αυξανόμενη συνεισφορά των αμοιβών από εξαρτημένη μισθωτή εργασία, η οποία συνέβαλε στο τρίτο τρίμηνο του 2018 κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του κατά κεφαλήν (ονομαστικού) διαθεσίμου εισοδήματος (το οποίο αυξήθηκε κατά 4,6% σε ετήσια βάση), ενώ το λειτουργικό πλεόνασμα συνέβαλε στην αύξηση αυτή κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες. Η συμβολή των άμεσων φόρων ήταν αρνητική (-1 ποσοστιαία μονάδα), ενώ οι καθαρές κοινωνικές παροχές συνέβαλαν θετικά κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες.