Μου αρέσει να ζητώ τη συμβουλή ενός συγκεκριμένου συναδέλφου όταν έχω επαγγελματικά διλήμματα. Δεν θα γράψω το όνομά του, θα πω όμως ότι όταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα είχε πάει στο σινεμά να δει «Ταράς Μπούλμπα». Οχι, δεν αναφέρομαι στην ταινία του 1962 με τον Γιουλ Μπρίνερ και τον Τόνι Κέρτις. Ο συνάδελφος είχε πάει να δει τον «Ταράς Μπούλμπα» του 1936, δηλαδή της εποχής του. Είναι, βλέπετε, λίγο πιο νέος από την Ακρόπολη. Κάποια φορά, λοιπόν, του έλεγα ότι μια ρυπαρή ιστοσελίδα με υβρίζει και με συκοφαντεί. Τον ρώτησα αν θα έπρεπε να κινηθώ νομικά. Μου απάντησε αναλύοντας το «θεώρημα της κουράδας».
Εστω ότι περπατάμε σε πεζοδρόμιο και βλέπουμε ότι κάποιο σκυλί έχει λερώσει. Τι θα κάνουμε; Θα πατήσουμε τα περιττώματα; Θα τα συνθλίψουμε με το παπούτσι μας ή θα προσπεράσουμε με προσοχή, για να μη λερωθούμε; Είχα την απάντηση που ήθελα μέσα σε ελάχιστα λεπτά και την κατέγραψα ως μάθημα επιβίωσης. Το θυμήθηκα διαβάζοντας σχόλια γεμάτα χολή και απαξία, σχόλια για τους συναδέλφους μου και για την εφημερίδα όπου ξεκίνησα ως δόκιμη πριν από 25 χρόνια.

Χάρηκαν ορισμένοι από την πιθανότητα να κλείσει «Το Βήμα». Μπαίνω στον πειρασμό να κλωτσήσω τα αποξηραμένα κόπρανα. Αντιγράφω σχόλιο αριστερής ιστοσελίδας: «Θα γραφτούν πολλά. Συγκινητικές ιστορίες, άλλωστε οι δημοσιογράφοι είναι γνωστοί αντικοινωνικοί μορμόνοι που νομίζουν ότι μόνο τα δικά τους θέματα, οι δικές τους ιστορίες είναι συγκλονιστικές. Και κυρίως πάντα εξωραϊσμένες κρύβοντας έτσι από την ιστορικότητα τα ρεαλιστικά ντεσού».
Μέσα σε λίγες γραμμές κρύβεται η αντίληψη για τον ολοκληρωτισμό, όπως αυτός εκφράζεται μέσα από τα ενημερωτικά έντυπα. Είναι η αντίληψη της ομάδας, όπου όλοι πιστεύουν τα ίδια, γράφουν τα ίδια, χρησιμοποιούν το ίδιο λεξιλόγιο και λένε τα ίδια αστεία. Σε αυτήν την αντίληψη δεν επιτρέπονται οι προσωπικότητες, δεν επιτρέπεται η ανάπτυξη του ατόμου που έχει τη δική του θεώρηση της πραγματικότητας, που έχει τη δική του ατομική σκευή για να κρίνει τα γεγονότα.
Η εφημερίδα «Το Βήμα» είναι ένα ψηφιδωτό προσωπικοτήτων που δεν υπακούν σε «εκδοτική γραμμή». Δεν υπήρξε ποτέ «γραμμή», δεν υπήρξε ποτέ ομαδική στήριξη σε ένα πολιτικό πρόσωπο ή έναν επιχειρηματία ή έναν καλλιτέχνη. Στο ψηφιδωτό χωρούν, βεβαίως, πολλά μικρά συμφέροντα. Φυσικά και θα γράψει κάποιος κάτι παραπάνω για τον παιδικό φίλο που πολιτεύτηκε. Δεν έχουμε, όμως, όλοι τον ίδιο παιδικό φίλο: υπάρχει ποικιλία προέλευσης, γεωγραφικής και ταξικής. Φυσικά θα έχουν όλοι δεσμούς, οικογενειακούς, κοινωνικούς, ερωτικούς. Δεν έχουμε, όμως, όλοι ούτε τις ίδιες υποχρεώσεις, ούτε τις ίδιες αντιπάθειες, ούτε τους ίδιους παρτενέρ.

Φυσικά θα στηρίξει κάθε συντάκτης την άποψή του για ένα κοινωνικό θέμα: για την ευθανασία, για την Κούβα, για το σύμφωνο συμβίωσης, για τα εμβόλια. Γίνονται επικοί καβγάδες για αναρίθμητα ζητήματα, γίνονται ατέρμονες συζητήσεις. Στο τέλος της αντιπαράθεσης κάθεται καθένας στο κλαβιέ του και γράφει τα δικά του. Καθένας θεωρεί ότι η γνώμη του είναι συγκλονιστική. Ναι, μόνο έτσι γίνεται δημοσιογραφία, με ζωηράδα, με ένταση και με ναρκισσισμό. Οποιος κρίνει τον εαυτό του μέτριο, όποιος δεν νιώθει συγκλονιστικός, δεν κάνει για αυτή τη δουλειά. Οποιος δεν νιώθει ότι έχει κάτι ιδιαίτερο να αρθρώσει, είναι άξιος για να αντιγράφει δελτία Τύπου σε άλλη εφημερίδα.
Υπάρχει και το πρωτοσέλιδο. Αυτό είναι του μαγαζάτορα. Δίνει τον τόνο, εκφράζει την άποψή του, εξυπηρετεί τον δικό του φίλο, τα δικά του συμφέροντα, τη δική του καψούρα. Αυτά ως προς το περιεχόμενο, από σελίδα σε σελίδα, από υπογραφή σε υπογραφή. Τα εμπορικά λάθη είναι άλλο θέμα. Η ιστορική συγκυρία είναι άλλο θέμα. Ο ρόλος των τραπεζών είναι άλλο θέμα. Ο Ταράς Μπούλμπα είναι επίσης άλλο θέμα, με πολλές εκδοχές. Καθένας διαλέγει την εκδοχή του.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ