Γιορτή της μεγάλης μητέρας, γιορτή του Αυγούστου, γιορτή του θέρους, γιορτή της ζωής που πάλλεται ρυθμικά στις ακρογιαλιές του Ομήρου. Οι πιο αισθησιακές καμπύλες στο Αρχιπέλαγος είναι των ολόλευκων ξωκλησιών που προβάλλονται στο μπλε ή το γαλανό πάνω και κάτω από τη γραμμή των οριζόντων. Γιορτάζουν κάθε μέρα κάτω από το καταιγιστικό φως του Φοίβου που αδιάκοπα ανατέλλει από τα βάθη του πελάγους και ξανά επιστρέφει εκεί για να δύσει και να βασιλέψει στην άλλη πλευρά της Γης.
Κάτω από αυτό το εκτυφλωτικό φως, μιαν ημέρα, οι πανηγυριώτες ανεβαίνουν φορτωμένοι με τα σύνεργα του γλεντιού. Μοιάζουν με θέατρο σκιών, όπως ακριβώς τους αποτυπώνει κυριολεκτικά ο Απόστολος Χαντζαράς. Τους ζωγραφίζει με μαεστρικές κινήσεις με το χρώμα του πινέλου του πάνω στη λεία επιφάνεια και μετά πιέζει με τα ίδια τα χέρια του το χαρτί, το οποίο παίρνει την εικόνα και την κρατά για πάντα στην επιφάνειά του και στις καρδιές μας. Καμιά φορά και η μία λέξη μπορεί να σημαίνει χίλιες εικόνες:
«Το μελτέμι περνούσε και ολοένα μας χάιδευε και τα θυμάρια άφηναν το άρωμά τους καθώς κυλούσε πάνω στις πέτρες από ώχρα. Αλλοτε κατσάρωνε τη θάλασσα, άλλοτε ανέμιζε τις κορδέλες από τις λαμπάδες, κι άλλοτε έγερνε το αλμυρίκι που κρατούσε τα λαμπιόνια. Αυτά θαρρείς ότι τα κρέμαγαν για να φέρουν τα αστέρια πιο κοντά στο ανθρωπινό. Ολοι τριγύριζαν νευρικά γιατί είχαν αποκτήσει ρόλο. Τα παιδιά κρατούσαν τα πανέρια με τα ψωμιά, οι γριές και οι νεότερες ετοίμαζαν τα φαγιά στο σπιτάκι της εκκλησίας. Γέροι και νέοι κουβάλαγαν τα καζάνια κι ανάβαν τις φωτιές αφού είχαν τελειώσει τη θυσία των τράγων. Τα σφάγια είχαν κρεμαστεί για να στεγνώσουν, οι φωτιές είχαν πέσει, και οι γυναίκες είχαν κόψει τα λαχανικά τους. Κι αυτό το αεράκι ξαναρχόταν, καθώς το φως στον Αη Λια δυνάμωνε και το βουνό σκοτείνιαζε και οι άνθρωποι γίνονταν σαν ίσκιοι στον Αη Γιάννη στα Σκαμνίδια της Τήνου.
Αυτό το σκηνικό ζωγραφίζω. Ενα σκηνικό με ανθρώπινες φιγούρες και σχήματα που εμπεριέχουν σταυρό ο οποίος παραπέμπει σ’ ένα εκκλησάκι. Ο αέρας συμβάλλει στο να γίνονται οι κινήσεις των ανθρώπων θεατρικές και συχνά υπερβολικές. Ο κυρ-Γιάννης, πάνω σε μια ωραία πράσινη πέτρα, παρότι είναι 1.60 με το ζόρι, φουσκώνει απ’ τον αέρα σαν γάλος και φαντάζει πελώριος. Οι γυναίκες προτάσσουν τα χέρια καλώντας μας στο πανηγύρι, σαν άλλες πλατυτέρες. Ο άσπρος τοίχος της εκκλησίας και η μαύρη φιγούρα του παπά δεν δημιουργούν την έντονη αντίθεση που θα περίμενε κανείς, αλλά συνενώνονται σε ενιαίο φως. Τα αλμυρίκια συμμετέχουν κι αυτά στην κατάνυξη της στιγμής με τον δικό τους τρόπο, γυρτοί προσκυνητές. Και ένα θεϊκό τραγί, σαν άλλος Πάνας, παρακολουθεί από ψηλά, σκαρφαλωμένο σε μια κοφτερή πέτρα. Περιμένει κι εκείνο τη θυσία του καρτερικά.
Από παιδί έβλεπα στα βιβλία και στα μουσεία τα κυκλαδικά ειδώλια που μου έδιναν την εντύπωση ότι είναι ανθρωπάκια του διαστήματος και πάντα τα σχεδίαζα προσπαθώντας να καταλάβω από πού προέρχεται η έμπνευση αυτών των έργων με τις απλές χαράξεις και τους καθαρούς όγκους. Επειτα από πολλά ταξίδια στην ενδοχώρα των Κυκλάδων, κατάλαβα ότι τα ειδώλια κρύβουν μέσα τους ένα μικρό τοπίο. Ετσι, λοιπόν, με τις φιγούρες μου προσπαθώ να προσεγγίσω τη φόρμα και το φως αυτών των μικρών τοπίων.
Πάντα στα νησιά του Αιγαίου με εντυπωσίαζαν και οι λόφοι που ήταν ριγωμένοι από πεζούλες, και στους οποίους πάντα επινοούσαν να καρφώσουν ένα μικρό ξωκλήσι το οποίο θα είχε μια μέρα την τιμητική του. Αλλά και το καλντερίμι, το χαραγμένο μονοπάτι με τα ζιγκ ζαγκ ανάμεσα στους λόφους, πάντα μου κινούσε το ενδιαφέρον σαν σύμβολο μιας πορείας.
Η σχέση μου με τα πανηγύρια από τα παιδικά μου χρόνια ήταν εντελώς διαφορετική. Γεννημένος στο Αγρίνιο, είχα ζήσει τα πανηγύρια της Αιτωλοακαρνανίας, με μεταλλικά τραπέζια, πλαστικές καρέκλες, εξέδρες για κλαρινίστες και τραγουδιστές του είδους. Ερχόμενος στο Αιγαίο, αντίκρισα πανηγύρια μιας άλλης τελετουργίας, τα πανηγύρια ως τάμα, ως προσφορά και λύτρωση, χωρίς τον εμπορικό τους χαρακτήρα, χωρίς διασημότητες, ταπεινά και κατανυκτικά.
Τα πανηγύρια του Αιγαίου έχουν χαρακτηριστικό τη συλλογικότητα, καθώς μικροί και μεγάλοι συμβάλλουν στις εργασίες για το στήσιμό τους. Ενα τελετουργικό στην ουσία, που περιλαμβάνει τη θυσία των ζώων, τη λατρεία, έπειτα το φαγοπότι, τα βιολιά, τα λαούτα και τις τσαμπούνες, καθώς από τη νηστεία περνάμε στην έκσταση. Εκσταση με μυρωδιές, γέλια, χορούς, μουσικές, κρασί, που ανεβαίνουν στους ουρανούς, που μπερδεύονται με τα άστρα και τα λαμπιόνια κι αυτό το αεράκι το μεθυστικό να τα σκορπά στην άγια θάλασσα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ