Με επιτυχία πέρασαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ανακουφίζοντας την επενδυτική κοινότητα.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα που δόθηκαν στη δημοσιότητα αργά το βράδυ της Παρασκευής, η πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Ντανιέλ Νουί τόνισε πως «τα αποτελέσματα αντανακλούν το γεγονός ότι τα τελευταία δύο χρόνια οι τράπεζες άντλησαν σημαντικά κεφάλαια και προχώρησαν σε περαιτέρω εξυγίανση των ισολογισμών τους». Η ίδια υπογράμμισε ότι «ο τραπεζικός τομέας είναι σήμερα πιο ανθεκτικός και μπορεί να απορροφά καλύτερα τις οικονομικές αναταραχές από ό,τι δύο χρόνια πριν».
Πιο συντηρητικός στις εκτιμήσεις του ήταν ο πρόεδρος της ΕΒΑ Andrea Enria, ο οποίος σημείωσε μεταξύ άλλων: «Παρότι αναγνωρίζουμε την εκτεταμένη άντληση κεφαλαίων που έχει γίνει ως τώρα, αυτό δεν αποτελεί ένα ξεκάθαρο πιστοποιητικό υγείας. Εξακολουθεί να υπάρχει δουλειά που πρέπει να γίνει».
Οι μετεξεταστέοι
Η πρώτη αίσθηση πάντως της αγοράς είναι ότι μια τραπεζική κρίση στην ευρωζώνη… αναβάλλεται, καθώς οι όποιες παρεμβάσεις αποφασιστούν, θα γίνουν σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, γεγονός που θα επιτρέψει την ήπια προσαρμογή των τραπεζικών συστημάτων στις απαιτήσεις της ΕΚΤ.
Από τα stress tests προκύπτει ότι δεν υφίσταται κεφαλαιακό έλλειμμα για 46 από τα 51 πιστωτικά ιδρύματα που ελέγχθηκαν. Οι 5 που «κόπηκαν» προέρχονται από την Ιταλία (Monte dei Paschi), την Ολλανδία (Raiffeisen), την Ισπανία (Banco Popular) και την Ιρλανδία (Allied Irish Banks, The Governor and Company of the Bank of Ireland).
H Deutsche Bank, για την οποία είχε σημάνει «κόκκινος συναγερμός» στις αγορές για το ενδεχόμενο να προκύψει κεφαλαιακό έλλειμμα, κατάφερε να περάσει με άνεση τόσο το βασικό όσο και το δυσμενές σενάριο της άσκησης.
Οι επιδόσεις
Από τις 51 τράπεζες που συμμετείχαν, οι 37 θεωρούνται σημαντικές, καθώς υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ, καλύπτοντας το 70% περίπου του ενεργητικού του τομέα στη ζώνη του ευρώ. Τα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα εμφάνισαν μέσο δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 – CET1) στο 13%, ο οποίος είναι υψηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο δείκτη 11,2% στο πλαίσιο της άσκησης του 2014 σε επίπεδο ΕΕ.
Υπό το δυσμενές σενάριο, η μέση μείωση κεφαλαίου ήταν 3,9 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή υψηλότερη σε σχέση με τις 2,6 ποσοστιαίες μονάδες το 2014. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι για την εφετινή άσκηση χρησιμοποιήθηκαν αυστηρότερη μεθοδολογία και δυσμενέστερο σενάριο, το οποίο αφορούσε και πάλι ορίζοντα τριετίας.
Χάρη σε υψηλότερα επίπεδα κεφαλαίου και άλλες βελτιώσεις από το 2014 και μετά, ο τελικός μέσος δείκτης CET1 υπό το δυσμενές σενάριο ήταν υψηλότερος στο 9,1%, έναντι 8,6% το 2014. Εξάλλου, με μία εξαίρεση, όλες οι τράπεζες εμφανίζουν επίπεδα κεφαλαίου CET1 κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με το ελάχιστο όριο του 5,5% το οποίο χρησιμοποιήθηκε πριν από δύο χρόνια ως κριτήριο βιωσιμότητας, υπό το υποθετικό ακραίο σενάριο.
Τα επόμενα βήματα
Σύμφωνα με την ΕΒΑ, η ΕΚΤ αναμένει την αδιάλειπτη συμμόρφωση των τραπεζών με τις κατευθύνσεις που έχει δώσει. Οπου αυτό δεν συμβαίνει, δεν θα αναλαμβάνει δράση αυτομάτως, αλλά θα εξετάζει κάθε περίπτωση προσεκτικά.
Η μόνη τράπεζα που θα προχωρήσει σε άμεσες κινήσεις αναμένεται να είναι η τρίτη μεγαλύτερη ιταλική Monte dei Paschi, η διοίκηση της οποίας φέρεται να έχει ήδη συμφωνήσει με την ΕΚΤ για την πώληση του 40% των κόκκινων ανοιγμάτων της το επόμενο διάστημα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ