Τι δουλειά θα έκανε η Μήδεια του Ευριπίδη σήμερα; Θα μπορούσε ο Ιούλιος Καίσαρ του Σαίξπηρ να ήταν γυναίκα; Τι θα συνέβαινε αν το γυναικείο φύλο άρχιζε να αμφισβητεί την πιο ιερή αποστολή του, αυτήν της μητρότητας;
Συγγραφείς, σκηνοθέτες και θεωρητικοί του θεάτρου επιστρέφουν τα τελευταία χρόνια ολοένα και συχνότερα σε κλασικά κείμενα και πατροπαράδοτες αντιλήψεις, επιδιώκοντας την ανατροπή των δραματουργικών, κοινωνικών και ψυχολογικών δεδομένων. Το ζητούμενο; Η αναθεώρηση της Ιστορίας μέσα από τη γυναικεία ματιά, αίτημα πάγιο του φεμινιστικού κινήματος, που τώρα φυσικά δεν υφίσταται ως τέτοιο αλλά ως μια μετεξελιγμένη μορφή του. Στην εποχή όπου η ισότητα των φύλων θεωρείται πλέον κεκτημένο, υπάρχει περιθώριο «διαμαρτυρίας» από την πλευρά των σκεπτόμενων καλλιτεχνών;
Τα πρώτα χρόνια


Από τα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα, όταν το κίνημα της γυναικείας απελευθέρωσης βρισκόταν στο απόγειό του, πολλές πρωτοπόρες συγγραφείς –η Κάριλ Τσέρτσιλ, η Παμ Τζεμς, η Μπριόνι Λέιβερι, η Κλερ Λάκχαμ, η Λουίζ Πέιτζ, η Γουέντι Γουασερστάιν, η Εντριεν Κένεντι ανάμεσά τους –προσπάθησαν να φέρουν στο επίκεντρο τη ζωή και τις εμπειρίες του φύλου τους ως αντίβαρο και αντίδραση προς τον ανδροκρατούμενο θεατρικό Κανόνα. Πληθώρα γυναικείων θεατρικών ομάδων εισέβαλε δυναμικά εκείνα τα χρόνια στον χώρο (με… σέβεντις ονόματα, όπως Monstrous Regiment, Cunning Stunts, Clapperclaws, Beryl and the Perils, Mrs Worthington’ s Daughters κ.ά.). Επρόκειτο για μικρές κολεκτίβες που λειτουργούσαν δημοκρατικά και συνεργάζονταν με γυναικείες κοινότητες που τις καλούσαν να παρουσιάζουν τη δουλειά τους σε μη θεατρικούς χώρους, όπως σχολεία, λέσχες νέων ή κοινοτικά κέντρα.
Στη δεκαετία του ογδόντα οι φωνές πολλαπλασιάστηκαν (Σάρα Ντάνιελς, Εϊπριλ ντε Ανγκέλις, Τίμπερλέικ Γουερτενμπέικερ, Σούζαν-Λόρι Παρκς). To 1982 κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος της σειράς Plays by Women του εκδοτικού οίκου Methuen. Την «αυλαία» άνοιξε το «Vinegar Tom» της Τσέρτσιλ: ένα έργο που λαμβάνει χώρα στον 17ο αιώνα αλλά επιμένει πως η καταπίεση των γυναικών δεν ανήκει μόνο στο ιστορικό παρελθόν· συνιστά επείγον ζήτημα της σύγχρονης εποχής.
Αλλαγή φρουράς


Η ιδιοφυής Σάρα Κέιν (1971-1999) έσκασε δυναμικά στο θεατρικό σύμπαν στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα. Παρ’ όλο που απέρριψε την ταμπέλα της «γυναίκας» συγγραφέως και κράτησε αποστάσεις από το Δεύτερο Κύμα του φεμινιστικού κινήματος, η Κέιν κατάφερε να αναζωογονήσει σημαντικά την αντίληψή μας για τη γυναικεία ματιά πάνω σε θέματα όπως η ερωτική οδύνη, η κατάθλιψη και η μοναξιά.
Εν έτει 2016, η ίδια η έννοια του φεμινισμού μπαίνει κάτω από το μικροσκόπιο. Η Αγγλίδα Ντέμπι Τάκερ Γκριν θεωρείται «μια από τις πιο συναρπαστικές πολιτικές φωνές που αναδύθηκαν στη βρετανική σκηνή τον 21ο αιώνα» σύμφωνα με την Ελέιν Αστον, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ. Τα έργα της Τάκερ Γκριν περιστρέφονται γύρω από θέματα αστικής αποξένωσης, βίας και παιδικής κακοποίησης. Η συγγραφέας εξετάζει την «ανικανότητα των γυναικών να υπερβούν τους πολιτιστικούς, οικονομικούς και φυλετικούς διαχωρισμούς για να πετύχουν αλληλεγγύη μέσα σε ένα ευρύτερο, επικό τοπίο του λευκού δυτικού κόσμου που αδυνατεί συστηματικά να μεριμνήσει για τους εξασθενημένους «άλλους»» σημειώνει η Αστον.
Η Μήδεια που αμφισβητεί


Η 49χρονη, καναδικής καταγωγής συγγραφέας Ρέιτσελ Κασκ, η οποία παρουσίασε πρόσφατα μια νέα διασκευή τής «Μήδειας» στο λονδρέζικο θέατρο Almeida, έγινε γνωστή στην Αγγλία επειδή τόλμησε να μιλήσει «με άφοβη ειλικρίνεια» για τα δεινά της μητρότητας στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της «Α Life’ s Work». «Ηταν εμπνευσμένη ιδέα να ανατεθεί στη Ρέιτσελ Κασκ η διασκευή της «Μήδειας»…» γράφει η Σουζάνα Κλαπ του «Guardian». «Εμπνευσμένη, επειδή η Κασκ έχει γράψει με τόση αμεσότητα και τόσο πάθος για τα προσωπικά της συναισθήματα γύρω από τη μητρότητα και το διαζύγιο· και στην πορεία έχει προκαλέσει σχεδόν τόσο θυμό όσο και η παιδοκτόνος Μήδεια».
Η Μήδεια της Κασκ είναι συγγραφέας. Μένει σε ένα σικ διαμέρισμα στο Ιλινγκτον του Λονδίνου. Ο Ιάσων είναι ηθοποιός που την εγκαταλείπει προς χάριν ενός –κυριολεκτικά –νεότερου μοντέλου. Ο Χορός αποτελείται από νεαρές μητέρες με πλαστικά μωρά στην αγκαλιά, οι οποίες προσπαθούν να την πατρονάρουν. Η Μήδεια του Ευριπίδη συνθλίβει το μητρικό ένστικτο. Δηλώνει ξεκάθαρα πως προτιμά τη μάχη από τη γέννα. Θέλει να δοξαστεί, όπως οι άνδρες. Η Μήδεια της Κασκ προτιμάει τις λέξεις. Τα «μαγικά» της τα κάνει γράφοντας. Ετσι, όχι μόνο εκδικείται τον Ιάσονα, αλλά ταυτόχρονα εκφράζει τρομερές αλήθειες, που μένουν, αιώνες τώρα, ανείπωτες. Οπως γράφει η Λιν Γκάρντνερ στο blog της Stage «…η γυναίκα που τολμάει να μη βάλει τα παιδιά της πάνω απ’ τον εαυτό της, που επιμένει να μιλάει για την εξάντληση, την απομόνωση και τη σκέτη δουλεία τού να είσαι μητέρα, αυτή η γυναίκα θεωρείται αφύσικη. Το να παραμένεις σιωπηλή και να αποδέχεσαι την κυρίαρχη αφήγηση σημαίνει να διαιωνίζεις τον μύθο ότι η μητρότητα προσφέρει πάντοτε επιβράβευση».
Γυναικεία υπόθεση ο Σαίξπηρ;


Παράλληλα, στη Νέα Υόρκη, παρουσιάστηκε μόλις «Το ημέρωμα της στρίγκλας» με αποκλειστικά γυναικείο θίασο. Η 59χρονη σκηνοθέτις Φιλίντα Λόιντ επιδίδεται συστηματικά τα τελευταία χρόνια σε τέτοιου είδους «θηλυκά» ανεβάσματα σαιξπηρικών έργων (το έκανε με τον «Ιούλιο Καίσαρα» και με τον «Ερρίκο Δ’») επιδιώκοντας προφανώς και αυτή μια περιπετειώδη αντιστροφή ρόλων και ένα ηχηρό σχόλιο στην έννοια του «ανδρισμού» στο θέατρο.
Η «Στρίγκλα» της, που ανέβηκε στο Public Theatre, «φωτίζει άπλετα τα γλωσσικά μοτίβα και τα μοντέλα συμπεριφοράς που διαπερνούν το έργο» σημειώνει ο Μπεν Μπράντλεϊ των «New York Times». «Αυτά περιλαμβάνουν την ιδέα των γυναικών ως καταναλωτικών προϊόντων, που διατίθενται προς αγορά και παζάρεμα. Την ιδέα αυτή υπογραμμίζουν σκηνικά οι δεκάδες βαλίτσες γεμάτες χρήματα».
Η άφοβη «μαινάδα» από την Ισπανία
Η Ανγκέλικα Λίντελ, συγγραφέας, σκηνοθέτρια και ηθοποιός με έδρα τη Μαδρίτη, επιτίθεται και αυτή στα ίδια ταμπού, με ακόμη μεγαλύτερο μένος. Στην παράσταση «Ολος ο ουρανός πάνω στη γη (Το σύνδρομο της Γουέντι)», που είδαμε στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2014, η Λίντελ αναδύθηκε πολλαπλώς: ως ακόρεστη σεξουαλικά μαινάδα, ως πληγωμένη κόρη που μισεί τη μητέρα της γιατί «όλες οι μάνες ζυμώνουν τις κόρες τους με τα χειρότερα υλικά του εαυτού τους», ως ερωτευμένη που βιώνει αλλεπάλληλες προδοσίες, ως καλλιτέχνις που σκάβει μέχρι να ματώσει, αλλά και ως γυναίκα που μεγαλώνει, γερνάει, μαραίνεται. «Για ν’ αντέξω την αγωνία που συνοδεύει την απώλεια της νιότης έχω ανάγκη την ποιητική «εκδίκηση».
Με οποιονδήποτε τρόπο» έχει πει η Λίντελ σε παλαιότερη συνέντευξή της. Η εκδίκησή της αυτή κατακλύζεται από οργή προς κάθε πρόφαση κοινωνικής ευαισθησίας, κάθε άλλοθι θυσίας για χάρη της προσωπικής ή της οικουμενικής οικογένειας. Βρίζει τις μητέρες, τους ακτιβιστές, τους ανάπηρους. Η ωμότητά της διαγράφεται αφοπλιστική, ο λόγος προκλητικός, το σώμα φλεγόμενο. Οπως είχε πει η ίδια στο παρελθόν: «Αν πρόκειται να μιλήσουμε για το ανθρώπινο, πρέπει να σπάσουμε το φράγμα της σεμνότητας. […] Ασεμνη αποκάλυψη. Αυτή είναι η πορνογραφία της ψυχής». Η Λίντελ παρουσιάζει την τελευταία δουλειά της στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, που άνοιξε προ ημερών τις πόρτες του στο κοινό. Τίτλος της «Και τι θα κάνω με αυτό το σπαθί;» και πηγές έμπνευσης η είδηση του ιάπωνα μαθητή που σκότωσε και έφαγε τον συμμαθητή του αλλά και η τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 2015.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ