ΤΟ ΒΗΜΑ – ΤΗΕ PROJECT SYNDICATE
Παρά τα υψηλά στάνταρ της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) η αντίδραση στην αποκαλούμενη προσφυγική κρίση είναι χαοτική, γεγονός το οποίο φαίνεται να ξεπερνά τη λογική. Την ώρα που η κρίση αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια πρόκληση, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η προστασία των προσφύγων αποτελούν τμήμα του DNA της Ευρώπης. Επιπρόσθετα, τα γερασμένα κράτη-μέλη της ΕΕ που αντιμετωπίζουν δημογραφικές προκλήσεις χρειάζονται τους μετανάστες. Αντί, ωστόσο, να αναζητούνται λύσεις, η τρέχουσα κρίση αποκαλύπτεί όλα τα χαρακτηριστικά που είναι άσχημα και δυσλειτουργικά στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Όπως συμβαίνει συχνά με την ΕΕ, το πρόβλημα έγκειται στην απουσία σαφήνειας. Η σύγχυση όσον αφορά το διαχωρισμό μεταξύ προσφύγων και μεταναστών κατέστησε σχεδόν αδύνατο το σχηματισμό πειστικών επιχειρημάτων υπέρ της προστασίας των προσφύγων ή υπέρ μιας αποτελεσματικής μεταναστευτικής πολιτικής.
Η ταύτιση μεταναστών και προσφύγων κατά πάσα πιθανότητα δεν ήταν κακόβουλη. Μετά την εφαρμογή – από τη γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ τον περασμένο Σεπτέμβριο – της πολιτικής των ανοικτών θυρών για τους πρόσφυγες, μια σειρά από μελέτες πρόσφεραν επιχειρήματα οικονομικού και δημογραφικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των οποίων θα μπορούσε να γίνει κατανοητή η απόφασή της. Αλλά τα επιχειρήματα αυτά στην πράξη δηλητηρίασαν την ιδέα της προστασίας των προσφύγων: η εστίαση στον ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι πρόσφυγες όσον αφορά την οικονομία ενίσχυσε την άποψη ότι στην πραγματικότητα ήταν οικονομικοί μετανάστες.
Λαϊκιστικά κόμματα, τα οποία είχαν ήδη βρει πάτημα εκμεταλλευόμενα τους φόβους και την απογοήτευση των λαών σχετικά με την παγκοσμιοποίηση, άδραξαν αυτήν την άποψη. Σε μια περίοδο υψηλής και μακροχρόνιας ανεργίας και υπό το βάρος υψηλών δημόσιων χρεών, δήλωσαν ότι οι πρόσφυγες θα πάρουν τις δουλειές από τους Ευρωπαίους ή, ακόμα χειρότερα, θα στραγγίσουν τους ευρωπαίους φορολογούμενους μέσω των κοινωνικών παροχών.
Μερίδες του ευρωπαϊκού πληθυσμού, απογοητευμένες με τον τρόπο που διαχειρίστηκε τις όποιες κρίσεις κατά το παρελθόν η ΕΕ, άρχισαν να παρασύρονται από εθνικιστικά συναισθήματα και έτσι δεν ήταν δύσκολο για τους λαϊκιστές να παρουσιάσουν τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που συνέρρευσαν σε ευρωπαϊκές χώρες ως μια νέα απειλή για την εθνική ταυτότητα. Οι χαοτικές σκηνές που εκτυλίχτηκαν στο Καλέ, την πΓΔΜ και την Κω ενίσχυσαν την εικόνα της αταξίας. Στο τέλος, οι αποτρόπαιες τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες, παρότι πραγματοποιήθηκαν από ευρωπαίους πολίτες, εμφύσησαν στη συζήτηση μια βαθιά αίσθηση ανασφάλειας.
Όταν όλες αυτές οι προκλήσεις λαμβάνονται υπόψη ταυτόχρονα, το πρόβλημα φαίνεται δυσεπίλυτο, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ο απομονωτισμός είναι η μοναδική ελπίδα των χωρών της ΕΕ για την προστασία τους. Αλλά στην πραγματικότητα η Ευρώπη καλείται να αντιμετωπίσει τρεις διαφορετικές προκλήσεις: την προστασία των προσφύγων, όπως ορίζεται από το ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο, την ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής πολιτικής για τη μετανάστευση η οποία θα ωφελήσει την ΕΕ, και τη διαχείριση της δυσαρέσκειας των κοινοτήτων μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς στην Ευρώπη.
Για την αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης ατόμων στο εσωτερικό κοινοτήτων (μεταναστών) που είναι εγκαταστημένες ήδη στην Ευρώπη έχουν ειπωθεί πολλά, ιδιαίτερα μετά τις επιθέσεις του Μαρτίου στις Βρυξέλλες. Αυτό που επισήμαναν ελάχιστοι, ωστόσο, είναι το ότι τα άτομα αυτά είναι Ευρωπαίοι. Η αντιμετώπιση των ανησυχιών και της απογοήτευσή τους στο πλαίσιο της μεταναστευτικής κρίσης θα έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω αποξένωσή τους.
Όσον αφορά τους πρόσφυγες, η λύση θα πρέπει να αρχίσει με την αποσαφήνιση των πραγματικών ευθυνών της Ευρώπης. Το καθήκον προστασίας όλων όσοι κινδυνεύουν βάσιμα με διώξεις εμπεριέχεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Καθεστώς των Προσφύγων και ενισχύεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Με άλλα λόγια, η ΕΕ πρέπει να προστατεύσει εκείνους που αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο εάν επιστρέψουν στις πατρίδες τους, όχι όλους όσοι φτάνουν στα σύνορά της
Η σαφήνεια είναι εξίσου σημαντική για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Η υποδοχή των μεταναστών είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης. Αλλά ποιοι μετανάστες πρέπει να βρίσκονται στην Ευρώπη; Ούτε η ΕΕ ούτε κάποιο από τα κράτη-μέλη της έχει μια συνεκτική μεταναστευτική πολιτική με αυτό το δεδομένο κατά νου.
Εάν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τη δυσφορία των περιθωριοποιημένων κοινοτήτων εντός της Ευρώπης, πρέπει να καταλάβουμε τους παράγοντες που τη συντηρούν. Εάν θέλουμε να ανταποκριθούμε στις διεθνείς υποχρεώσεις μας προς τους πρόσφυγες, πρέπει να γνωρίζουμε ποιες είναι οι ευθύνες μας. Αν θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι η μετανάστευση θα ωφελήσει τόσο τους νεοφερμένους όσο και τις κοινότητες που τους υποδέχονται, πρέπει να προσδιορίσουμε ποια είναι τα οφέλη που επιδιώκουμε. Δίχως να ξεκαθαριστούν όλα αυτά, οι λαϊκιστές που επιδιώκουν να μας διχάσουν με την απλοϊκή ξενοφοβική προπαγάνδα τους θα ευδοκιμήσουν.

* Η κυρία Άνα Παλάθιο είναι πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας