Στης κάλπες θα προσέλθουν σήμερα Κυριακή περισσότεροι από 3,3 εκατομμύρια πολίτες της Αλβανίας για να αναδείξουν τους νέους δημάρχους και τα νέα δημοτικά συμβούλια στους 61 δήμους της χώρας. Είναι οι πρώτες εκλογές που διεξάγονται με τη νέα διοικητική δομή της χώρας, που είχε ξεσηκώσει έντονες αντιδράσεις από το αντιπολιτευόμενο Δημοκρατικό Κόμμα, κυρίως για τις σκοπιμότητες που -όπως ανέφεραν ηγέτες του- υποκρύπτονταν τόσο σε βάρος της αντιπολίτευσης όσο και της ελληνικής εθνικής μειονότητας.

Στις εκλογές συμμετέχουν 63 κόμματα, τα οποία στην πλειονότητά τους σχηματίζουν δύο μεγάλους συνασπισμούς, τη «Συμμαχία για την Ευρωπαϊκή Αλβανία» (ASHE) που αποτελείται από 37 κόμματα υπό την ηγεσία του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος, και τη «Συμμαχία για Απασχόληση και Αξιοπρέπεια» (APD) που αποτελείται από 15 κόμματα με το Δημοκρατικό Κόμμα της αντιπολίτευσης να ηγείται του συνασπισμού αυτού της δεξιάς.

Έντεκα κόμματα έχουν κατεβεί αυτόνομα, μεταξύ των οποίων και το Κόμμα Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔ-Ομόνοια) που εκπροσωπεί την ελληνική μειονότητα της Αλβανίας, μετά την αποχώρησή του από τον κυβερνητικό συνασπισμό λόγω διαφορών για «θέματα πολιτικής ηθικής», όπως είπε ο πρόεδρός του, Βαγγέλης Ντούλες, όταν παραιτήθηκε από τη θέση του αντιπροέδρου της Βουλής.

Οι πρώτες ρωγμές στις σχέσεις μεταξύ ΚΕΑΔ και κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος εμφανίστηκαν όταν ο αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα αποφάσισε με «αυθαίρετο τρόπο» όπως κατηγορείται από τους πολιτικούς του αντιπάλους, να εφαρμόσει τη νέα διοικητική μεταρρύθμιση και να συγχωνεύει περιοχές όπου ζει συμπαγής ελληνική μειονότητα με μουσουλμανικά χωριά, με σκοπό -όπως κατήγγειλε η ηγεσία της «Ομόνοιας»- την αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος. Χαρακτηριστικό αυτής της μεταβολής, είναι το παράδειγμα της Χειμάρρας.

Όμως, τη χαριστική βολή στης σχέσεις ΚΕΑΔ-Σοσιαλιστικού Κόμματος την έδωσε ο ίδιος ο Έντι Ράμα όταν υποδέχτηκε στο κυβερνητικό σχήμα το ακραίο ανθελληνικό κόμμα των Τσάμηδων PDIU και μάλιστα ανέθεσε τα καθήκοντά του Γ’ αντιπροέδρου της Βουλής στον πρόεδρό του Σπετίμ Ιντρίζι.

Εντάσεις και αντιπαραθέσεις

Τις τελευταίες εβδομάδες, όσο πλησίαζε η ημέρα των εκλογών, οι εντάσεις αυξάνονταν, καθώς η αντιπολίτευση κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι έχει θέσει σε λειτουργία μηχανισμούς για τη χειραγώγηση του εκλογικού αποτελέσματος και την εξαγορά της ψήφου. Πιο αισθητές είναι οι εντάσεις σε μικρές πόλης όπως η Βόρα, 15 χιλιόμετρα από τα Τίρανα και σε άλλους μικρούς δήμους σε όλη τη χώρα.

Τις τελευταίες ημέρες κορυφώθηκε η πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των κυβερνώντων κομμάτων (Σοσιαλιστικό Κόμμα του Έντι Ράμα «PSSH»- Σοσιαλιστικό Κίνημα Ολοκλήρωσης του Ιλίρ Μέτα, «LSI») και του Δημοκρατικού Κόμματος της αντιπολίτευσης έπειτα από τη φημολογία για το ενδεχόμενο νοθείας μέσω εξαγοράς ψήφων, όπως ανέφερε σε έκθεσή του και ο ΟΑΣΕ.

Η αντιπολίτευση κατηγορεί κυρίως το μικρό κόμμα του προέδρου της Βουλής Ιλίρ Μέτα (LSI) -το οποίο ο ηγέτης της Λουλζίμ Μπάσα, αποκαλεί «εγκληματική οργάνωση»- ότι έχει επιστρατεύσει ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό για να εξαγοράσει ψήφους και να εκφοβίσει τους οπαδούς της αντιπολίτευσης.

Η αντιπολίτευση κατηγορεί επίσης το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα ότι σε ορισμένους δήμους στηρίζει υποψηφίους που εμπλέκονται σε παράνομες δραστηριότητες και έχουν διασυνδέσεις με τον υπόκοσμο. Το ίδιο το αντιπολιτευόμενο Δημοκρατικό Κόμμα απέρριψε την υποψηφιότητα μέλους του που είχε «προηγούμενα» με τη Δικαιοσύνη.

Η πρεσβεία των ΗΠΑ στα Τίρανα και η εκπρόσωπός της ΕΕ, Ρομάνα Βλαχούτιν, έχουν επανειλημμένα παροτρύνει τα πολιτικά κόμματα να απομακρύνουν τα άτομα με «σκοτεινό» παρελθόν από την πολιτική και δημόσια ζωή της χώρας, υπενθυμίζοντας ότι από τον τρόπο διεξαγωγής των εκλογών της Κυριακής θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η απόφαση της ΕΕ για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία.

Από την άλλη πλευρά, εκπρόσωποι της ελληνικής εθνικής μειονότητας κατηγορούν συγκεκριμένες «παρακρατικές ομάδες που προσπαθούν να αποτρέψουν την εκλογή ‘μη αρεστών’ δημάρχων» σε δήμους, που θεωρούν ιδιαίτερης πολιτικής σημασίας, όπως τον δήμο της Χειμάρρας, όπου ο ίδιος ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα έχει κηρύξει προσωπικό αγώνα κατά του υποψηφίου της «Ομόνοιας-ΚΕΑΔ» Διονύση Φρέντι Μπελέρη, «του οποίου ούτε το όνομα δεν θέλω να αναφέρω», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Ράμα στην τελευταία προεκλογική συνάντηση στη Χειμάρρα.

Μάλιστα, τη Δευτέρα, το Κόμμα Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατήγγειλε «τους βανδαλισμούς» στην περιοχή της Βράνιστας και του Λουκόβου, όπου «’άγνωστοι’ εισέβαλαν στα εκλογικά κέντρα, προκάλεσαν υλικές ζημιές και αφαίρεσαν τις προεκλογικές αφίσες του υποψηφίου για τον δήμο της Χειμάρρας, Διονύση Φρέντι Μπελέρη».

Το ΚΕΑΔ-Ομόνοια στις εκλογές αυτές, διεκδικεί με τους υποψήφιους του, τέσσερις δήμους: Δρόπολης (που περιλαμβάνει και τη μέχρι πρόσφατα ξεχωριστή επαρχία Πωγωνίου), Φοινίκης (στην οποία έχει ενταχθεί και η επαρχία Λιβαδιάς), Κονίσπολης (όπου αναμένεται «μάχη μέχρις εσχάτων» διότι το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα στηρίζει τον υποψήφιο του ανθελληνικού κόμματος των Τσάμηδων PDIU), και Χειμάρρας (την οποία οι αλβανικές κυβερνήσεις μετά τον Βασιλιά Ζόγκου, αρνούνται να αναγνωρίσουν ως μειονοτική ζώνη αν και εκεί ζει «μια συμπαγής ελληνική μειονότητα»- όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή του το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μετά τα επεισόδια στις δημοτικές εκλογές του 2003, οπότε αναδείχθηκε νικητής ο πρόεδρος της Ομόνοιας Βασίλης Μπολάνος για δύο συνεχόμενες θητείες).

Παρόλα αυτά, οι υποψήφιοι και των αλβανικών κομμάτων στους δήμους αυτούς -εκτός της Κονίσπολης- είναι όλοι τους ελληνικής καταγωγής, με τη διαφορά ότι δεν θέτουν ως προτεραιότητα την επίλυση των προβλημάτων της ελληνικής μειονότητας, αλλά δεσμεύονται να εφαρμόζουν τα προγράμματα των κομμάτων που εκπροσωπούν.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η εκλογική αναμέτρηση στους δήμους αυτούς, όπου οι πλειονότητα των πολιτών είναι ελληνικής καταγωγής, δείχνει αμφίρροπη και η έκβασή της θα κριθεί από τη δυνατότητα που θα έχει η «Ομόνοια» να μετακινήσει από την Ελλάδα ψηφοφόρους που κατάγονται από τις περιοχές αυτές.