ΜΑΡΙΝΑ ΚΑΡΑΓΑΤΣΗ
ΑΝΔΡΟΣ

Την πρωτοαντικρίζω το 1946, στα 10 χρόνια μου. Είναι το πρώτο της ζωής μου ταξίδιον. Αρχές καλοκαιριού, έρχεται ένα φορτηγό στο σπίτι μας στην πλατεία Αμερικής. Μέσα στην καρότσα είναι ο παππούς μου, η γιαγιά μου, οι υπηρέτριες και πολλά τρόφιμα – υπάρχουν ακόμη μεγάλες ελλείψεις. Φορτώνουμε η μαμά μου και εγώ τα δικά μας. Ο μπαμπάς μου ποτέ δεν ερχόταν από τον πρώτο καιρό. Δεν νομίζω ότι περνούσε πολύ ωραία στο σπίτι των πεθερικών, ζοριζόταν λιγάκι. Οταν ερχόταν, για κανένα δεκαπενθήμερο, επέλεγε ένα απομονωμένο δωμάτιο και έγραφε. Πήγαινε και για μπάνιο ή ανέβαινε στον «Πλάτανο», που ήταν το στέκι όλων των αστών (εμπόρων, γιατρών κ.ο.κ.) της Ανδρου. Του άρεσε να κάθεται να τους εξομολογεί και να μαθαίνει ιστορίες ανδριώτικες. Φτάνουμε λοιπόν με το φορτηγό στον Πειραιά. Το βαπόρι, το «Μοσχάνθη», φεύγει στις 6 το απόγευμα. Η γιαγιά είναι η μόνη που παίρνει καμπίνα. Εμείς οι υπόλοιποι απλώνουμε κουρελούδες στο κατάστρωμα.

Υστερα από ένα περιπετειώδες ταξίδι 18 ωρών – στο Στενό βγάλαμε τα άντερά μας – το «Μοσχάνθη» μπήκε απομεσήμερο στον κόλπο της Χώρας. Ακουμπισμένη στην κουπαστή κοίταξα για πρώτη φορά την Ανδρο. Η μαμά μου άρχισε με περηφάνια να μου εκθειάζει την πατρίδα της: «Βλέπεις, Μαρίνα, εκείνον τον βράχο με το άσπρο εκκλησάκι; Είναι η Αγία Θαλασσινή. Και πάνω από την αποβάθρα το σπίτι με τα καφέ παντζούρια είναι το σπίτι μας. Και βλέπεις εκεί δεξιά την αμμουδιά; Είναι ο Νημποριός. Εκεί θα πηγαίνουμε για μπάνιο. Και το βραδάκι, Μανιώ, θα βολτάρεις με τις φιλενάδες σου στην Αγορά: από τον “Πλάτανο” στην πλατεία Γηροκομείου και από εκεί στη Λέσχη που η γιαγιά Μίνα θα παίζει χαρτιά με τις άλλες κυρίες και εσείς θα τρώτε γλυκό του κουταλιού». Ετσι έζησα τα παιδικά, εφηβικά και πρώιμα νεανικά καλοκαίρια μου μέχρι που τελείωσα το Γυμνάσιο και για περισσότερα από δέκα χρόνια απαρνήθηκα την Ανδρο. Με είχαν ξελογιάσει άλλοι τόποι.

Το 1967 επέστρεψα παντρεμένη, με τον Δημητράκη μωρό. Ηταν μια δεύτερη περίοδος, ωριμότητας, που το 1976 κατέληξε στην εγκατάστασή μου στο νησί για τέσσερα χρόνια και στην απόφασή μου να φωτογραφίσω συστηματικά τον τόπο. Ως παιδί και ως έφηβος ήξερα την αστική Ανδρο. Τώρα γνώριζα την Ανδρο της φτώχειας, την απόμακρη, την απάτητη, τη σιωπηλή Ανδρο. Τώρα ανακάλυπτα ότι εκτός από την αστική Χώρα με την κλειστή ναυτική κοινωνία της, υπήρχαν τα χωριά του Κορθίου με τα σταχτοπράσινα λιθόκτιστα σπίτια και τους «κεντημένους» περιστεριώνες, υπήρχαν τα ορεινά αρβανιτοχώρια, εκεί που τη γη την καλλιεργούσαν ακόμη με πρωτόγονα αλέτρια. Ανακάλυπτα ανθρώπους που το αφοπλιστικό, αθώο βλέμμα τους με έκανε να νιώθω άβολα και πολλές φορές να διστάζω να πιάσω τη φωτογραφική μηχανή. Αυτή την Ανδρο κατέγραψα για τέσσερα χρόνια, χωρίς να παραμελήσω την πάντοτε αγαπημένη μου Χώρα. Την ίδια Ανδρο αγαπώ μέχρι σήμερα.

ΜΑΚΗΣ ΜΑΤΣΑΣ

ΣΠΕΤΣΕΣ

Κάθε φορά που φτάνω στις Σπέτσες ατενίζω το πέλαγος και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα μεταξύ ουρανού και θάλασσας τηλεφωνώ στη γυναίκα μου τη Ρούλα και στους φίλους μου λέγοντάς τους: «Παιδιά, έφτασα στον προσωπικό μου παράδεισο. Σας περιμένω».

Αυτό το πεταμένο στη θάλασσα βότσαλο από τον Ποσειδώνα πιστεύω ότι συνδυάζει πάρα πολλές χάρες.
Είναι μια όαση οικογενειακών διακοπών, με αρχιτεκτονικές και αριστοκρατικές πινελιές, με νεοκλασικό αλλά και νησιώτικο στυλ σπιτιών, εκτός μερικών εξαιρέσεων στην Ντάπια που σε φέρνουν σε άλλες καλές εποχές δόμησης.
Τέσσερις-πέντε οργανωμένες παραλίες παρέχουν όλες τις ανέσεις για μια υπέροχη θαλασσινή διασκέδαση ενώ και πολλοί άλλοι μικροί κόλποι και αμμουδίτσες κοσμούν ολόκληρη κυρίως τη νότια πλευρά του νησιού.
Μία πλευρά που το μπλε της καταγάλανης και πεντακάθαρης θάλασσας, μαζί με τα καταπράσινα δάση που φτάνουν μέχρι την παραλία, σου ζαλίζουν όλες τις αισθήσεις.
Στις Σπέτσες όμως το καλοκαίρι χτυπάει και η καρδιά της νυχτερινής ζωής. Ετσι, ολόκληρο το Πόρτο Χέλι μετακομίζει τα βράδια στο νησί για να πάρουν φωτιά τα διάφορα μπαρ, τα εστιατόρια και οι ντισκοτέκ.
Παράλληλα όμως το νησί τελευταία έχει γίνει και το κέντρο αθλητικών εκδηλώσεων. Μαραθώνιος Σπετσών, ποδηλατοδρομίες, αγώνες κολύμβησης, Regatta, ιστιοπλοϊκοί αγώνες και άλλα αθλήματα είναι οι δραστηριότητες που ξεκίνησαν τα τελευταία χρόνια ταυτόχρονα με την αναπαλαίωση του κοσμήματος του νησιού, του ξενοδοχείου Poseidonion.
Υστερα απ’ όλα αυτά δεν νομίζετε ότι σωστά αποκαλώ τις Σπέτσες παράδεισό μου;
ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ
ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΑ

Η Κεφαλλονιά είναι ένας από τους γοητευτικότερους προορισμούς στην Ελλάδα. Και αυτός δεν είναι ένας εύκολος τίτλος, αν αναλογιστεί κανείς τον πλούτο και την ποικιλία που χαρακτηρίζουν αυτό το ευλογημένο «οικόπεδο του Θεού», που είναι η πατρίδα μας. Ωστόσο η ιδιαιτερότητα του νησιού αρχίζει κατευθείαν από την κρίσιμη παραδοχή ότι ναι μεν ο Θεός μπορεί να δημιούργησε τον κόσμο όλο, αλλά τους Κεφαλλονίτες, ειδικότερα, ο Αγιος Γεράσιμος.

Ενας Αγιος σπάνια καλλιεργημένος για τα μέτρα της εποχής του, αδιάλλακτα επίμονος στις θέσεις του, ανυποχώρητος μαχητής πατριώτης, ακραίος στις μοναστικές επιλογές του, διάσημος όμως και για τη σκληρή και ονειδιστική γλώσσα με την οποία καταχέριζε το ποίμνιό του, όταν συχνά απιστούσε στις νουθεσίες του. Ο μεγάλος πνευματικός πλούτος, η ιστορική πολιτική ριζοσπαστικότητα και η κεφαλλονίτικη «τρέλα» πηγάζουν οπωσδήποτε από την ένταση που δημιουργεί η γεωλογική σύσταση και η σεισμογενής φύση του νησιού. Το ταμπεραμέντο όμως του Αγίου είναι η κοινή κληρονομιά των κατοίκων του.

Είναι ακριβώς τριάντα χρόνια που κάθε καλοκαίρι, αλλά και τον χειμώνα, την άνοιξη και το φθινόπωρο, επισκέπτομαι αυτό το νησί. Και όμως, δεν το έχω εξαντλήσει.

Οι εναλλαγές των προορισμών είναι αναρίθμητες. Είναι ιδανικό νησί για οικογενειακές διακοπές, καθώς όλοι οι βασικοί προορισμοί είναι προσιτοί με λίγο-πολύ καλό οδικό δίκτυο. Είναι, ταυτόχρονα, ιδεώδες νησί για μηχανόβιους, καθώς στον Βορρά ή στον Νότο, δυτικά ή ανατολικά του νησιού υπάρχουν διαδρομές μαγικές, περνώντας από βουνά και κατεβαίνοντας σε δυσπρόσιτους αλλά μοναδικούς προορισμούς, κολπίσκους και παραλίες εξαιρετικής ομορφιάς. Είναι νησί-παράδεισος για φουσκωτά, καθώς είναι απίστευτα μεγάλος ο αριθμός των μικρών όρμων που είναι απολύτως αδύνατο να προσεγγιστούν από ξηρά, ακόμη και με τα πόδια, αλλά σε ανταμείβουν με τη μοναδική ομορφιά τους αν καταφέρεις να τους προσεγγίσεις.

Επιπλέον, η Κεφαλλονιά έχει προστατευθεί σε μεγάλο βαθμό από τον μαζικό τουρισμό που υπονομεύει την Κέρκυρα, τη Ζάκυνθο ή τη Βόρεια Κρήτη. Οι ξενοδοχειακές μονάδες έχουν μεγάλη διασπορά, οι ενοικιαζόμενες βίλες συντηρούν έναν ποιοτικότερο τουρισμό από τα γκρουπ με τα βραχιολάκια, έτσι ώστε οι μέσες παροχές του νησιού να διατηρούνται επίσης ποιοτικές. Θα βρεις παντού καλά εστιατόρια, θα βρεις παντού μπαρ χωρίς «μπόμπες». Οι μεγάλες και γνωστές παραλίες είναι συνήθως προσεγμένες και καθαρές, τα beach bars, αν και επιχειρούν να μιμηθούν τη Μύκονο, ευτυχώς είναι τελικά κεφαλλονίτικα.

Η Κεφαλλονιά, ακόμη και στο Φισκάρδο, δεν έχει τον αέρα του κοσμικού νησιού, ακόμη και όταν είναι γεμάτο εφοπλιστές, σελέμπριτι, τραγουδιστές ή διεθνείς σταρ. Με έναν χαρακτηριστικό τρόπο, το αρχοντικό αυτό νησί προσαρμόζει όλη τη «σελεμπριτοσύνη» στα μεγάλα, δικά του μέτρα, και ο καθένας γυρίζει στα μεγέθη του.

Χάρη στη νομοθεσία του Αντώνη Τρίτση, το νησί διατήρησε οικιστικά την αίσθηση της συνέχειας της ιστορίας του. Δεν υπάρχει η πολεοδομική και αισθητική ασυναρτησία που διέλυσαν άλλες περιοχές της Ελλάδας. Ενώ, σε κάθε γωνιά, σε κάθε χωριό ή σε μεμονωμένα κτίσματα που συναντάς αλώβητα στις διαδρομές σου, μπορείς να αναπαραστήσεις την ομορφιά των παραδοσιακών κτισμάτων που σάρωσε η καταστροφή του σεισμού του 1953.

Πολλοί επισκέπτες του νησιού υποστηρίζουν πως η Κεφαλλονιά είναι ό,τι πιο κοντινό μπορεί να υπάρξει στην ομορφιά της Τοσκάνης. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν σε πολλά σημεία πολλές χαρακτηριστικές ομοιότητες.

Αλλά, μα τον Αγιο, έχει η Τοσκάνη τον Μύρτο ή τους Πετανούς, το Φισκάρδο ή τον Αίνο;

ΣΑΚΗΣ ΡΟΥΒΑΣ
ΚΕΡΚΥΡΑ

Η Κέρκυρα είναι το νησί µου. Είναι ο τόπος μου, και κάθε φορά που επιστρέφω «ξαναγεννιέμαι». Είναι το καταφύγιό μου! Εκεί έμαθα να ζω και να απολαμβάνω τη θάλασσα, εκεί ήρθα σε επαφή και αγάπησα τη μουσική.

Είναι ένα υπέροχο νησί, που πέρα από τις φημισμένες παραλίες του έχει πολλές επιλογές τόσο για μια οικογένεια όσο και για μια παρέα φίλων. Δίπλα από τη Μυρτιώτισσα, μετά τα βραχάκια έχει εκπληκτικά νερά. Στο τέρμα του Μαραθιά έχω ζήσει καλοκαιρινές στιγμές που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στη μνήμη μου. Μετά τους Περουλάδες έχω ανακαλύψει συγκλονιστικές ακρογιαλιές. Πας είτε με καραβάκι είτε με φουσκωτό και συναντάς τρεις παραλίες στη σειρά με άργιλο.

Το ηλιοβασίλεμα στον «Μαΐστρο» είναι μια μοναδική εμπειρία. Ο ήλιος «βουτάει» στη θάλασσα μπροστά σου και «κολυμπάς» μαζί του.

Αγαπώ πολύ το Γιαλισκάρι και τον Μεγάλο Χορό. Είναι στο νότιο μέρος του νησιού. Η τοποθεσία σε ανταμείβει.

Στον Μεγάλο Χορό, όπου σύμφωνα με την παράδοση έβγαιναν οι κουρσάροι τα παλιά χρόνια και έστηναν «μεγάλο χορό», γλέντι μετά το «κούρσο», δηλαδή την επιδρομή τους. Κατά μια άλλη εκδοχή, ονομάστηκε Μέγας Χορός εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των κατοίκων που συμμετείχαν στον χορό της Καθαράς Δευτέρας για τα κούλουμα.

Η Κέρκυρα είναι ένα νησί πλούσιο σε εικόνες με παράδοση και πολιτισμό: υπέροχη Παλιά Πόλη, μοναδικά μνημεία, δεκάδες χωριά για εξερεύνηση και ανεπιτήδευτη αρχοντιά, εξαιρετική φυσική ομορφιά. Με κορύφωση την κερκυραϊκή φιλοξενία, που κερδίζει τους πάντες.

Αυτό το νησί είναι ο τόπος που αναζωογονεί το μυαλό και διεγείρει τις αισθήσεις. Είναι ο τόπος που μάγεψε ποιητές και βασιλιάδες, που φιλοξένησε τον Οδυσσέα, είναι ο ίδιος που εξακολουθεί να φιλοξενεί και να εμπνέει επισκέπτες από την Ελλάδα και ολόκληρο τον κόσμο και φυσικά να αναδεικνύει την ομορφιά της χώρας μας παγκοσμίως. Μια χώρα που η φυσική της ομορφιά είναι ο πλούτος της.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ
ΣΥΡΟΣ

Πλησιάζοντας µε το καράβι στη Σύρο για πρώτη φορά, πριν από περίπου 30 χρόνια, είδα τα εντυπωσιακά σπίτια που κρέμονται στους βράχους στα Βαπόρια, με φόντο τον γαλάζιο τρούλο του Αγίου Νικολάου, που έχτισαν οι ναυτικοί. Μπαίνοντας στο λιμάνι το βλέμμα σου κερδίζουν οι δύο λόφοι. Στον ψηλότερο, η Ανω Σύρος με την καθολική εκκλησία, δεξιά η Ερμούπολη με την ορθόδοξη. Δεν ήταν καλοκαίρι. Ηταν μια εποχή οικονομικής κρίσης για το νησί λόγω Νεωρίου και η ίδια η πόλη δεν είχε καμία σχέση με αυτή την επιβλητική πρώτη εικόνα. Παρ’ όλα αυτά, αντί να με απογοητεύσει δυνάμωσε την έλξη της. Ασκησε επάνω μου αυτό το μεγαλείο και τη γοητεία μιας πρώην κραταιής πόλης με Ιστορία, μιας νυν αποτραβηγμένης παλιάς αριστοκράτισσας που είχε γλιτώσει προσώρας τη λαίλαπα της αναξιοπρεπούς αξιοποίησης. Επιπλέον μου θύμιζε και τον Πειραιά, όπου γεννήθηκα. Στην πάνω πόλη, την Ανω Σύρο, τα στενά σοκάκια με τις καμάρες ενώνουν τα σπίτια. Τις αποστάσεις ανάμεσα στα ξύλινα μπαλκόνια και στις στενές αυλές τις μετράς με δυο-τρία βήματα. Εκεί είναι η μικρή πατρίδα του Βαμβακάρη πλημμυρισμένη από τη μουσική του. Μέσα απ’ τα αρχεία διαβάζεις την Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα και τη ζεις μέσα απ’ τα μνημεία που υπάρχουν παντού. Από την άλλη μεριά η Ερμούπολη. Μια μικρή κοσμόπολη που τα έχει όλα. Στο Δημαρχείο, στα παλιά κτίρια, στη βιβλιοθήκη, στο θέατρο, στη μεγάλη πλατεία, στα παλιά αρχοντικά, ξαναζείς τα χρόνια της δόξας, τον «Καιρό των χρυσανθέμων» του Μάνου Ελευθερίου. Στο Νεώριο, αλλά και δίπλα στα καρνάγια και στους ταρσανάδες, έχουν ναυπηγηθεί σκαριά με Ιστορία. Ομως η Σύρος έχει και μια άλλη ομορφιά που τη βρίσκεις σε όλες τις Κυκλάδες. Τη φύση της, σκληρή και ταπεινή μαζί, τη θέα στο Αιγαίο και τον αέρα, τις μυρωδιές που φέρνει αυτό το μόνιμο αεράκι σε καλή θερμοκρασία.

Ο αέρας έχει αρώματα που σηκώνονται απ’ τα άνυδρα ξερονήσια και στροβιλίζονται στην ατμόσφαιρα. Είναι απ’ τα πιο άνυδρα κατοικημένα μέρη της Γης οι Κυκλάδες. Παρ’ όλα αυτά, έχουν απίστευτη ζωή και ιδιαίτερη φύση. Τα έντομα, οι πεταλούδες, τα πουλιά, τα χόρτα, τα φυτά, άγρια και ήρεμα, η ευωδιά απ’ τα μύρτα, τις πικροδάφνες, τα θυμάρια, τους αμάραντους, μαζί με την αρμύρα, δίνουν μια μοναδική δύναμη και γεύση στον αέρα. Και μετά είναι το δυνατό φως. Επειδή οι Κυκλάδες δεν έχουν πολλές βροχές, το φως είναι εκθαμβωτικό. Φωτίζει ένα πολύχρωμο τοπίο, που αλλάζει χρώμα στη διάρκεια της ημέρας μέχρι το ηλιοβασίλεμα. Το πόσο εξαρτημένος αισθάνομαι απ’ αυτό το φως και τον αέρα, το νιώθω τον χειμώνα στη δουλειά, όταν φεύγει ξαφνικά το μυαλό μου και πάει στη βάρκα μου στο λιμανάκι στις Αγκαθωπές. Ξελογιάζομαι και αφαιρούμαι. Είναι ο μόνος πειρασμός που με αποσπάει από τη μουσική.

Μετά η Σύρος είναι ορμητήριο για βόλτες με το φουσκωτό, διαφορετικές και αμέτρητες. Είναι περικυκλωμένη από όλα τα άλλα κυκλαδίτικα νησιά, γίνεται το κέντρο της χαράς και της ζωής μου.

Η Σύρος έγινε η δεύτερη πατρίδα μου, με την έννοια που η πατρίδα είναι ο τόπος που η ψυχή σου συντάσσεται με το τοπίο. Εκεί που σου δημιουργείται το έντονο συναίσθημα πως εκεί θα ήθελες να έχεις γεννηθεί και εκεί να πεθάνεις. Και στις Κυκλάδες υπάρχει πάντα ξεχασμένη μια άδεια ψάθινη καρέκλα καφενείου να κάτσει η ψυχή σου και ένας κόλπος να ρίξεις άγκυρα και να νιώσεις αυτό το συγκεκριμένο κομμάτι της θάλασσας πατρίδα σου. Να σε βρει εκεί το ηλιοβασίλεμα και να σκεφτείς πως δεν επιτρέπεται να πεθάνεις και να χάσεις αυτή την αγκαλιά…

ΑΝΤΑΜ ΚΟΕΝ
ΥΔΡΑ

Το σπίτι του Ανταµ Κοέν στην Υδρα δεν είναι ένα απλό σπίτι. Είναι αυτό το οποίο αγόρασε με αντίτιμο 1.500 δολάρια ο πατέρας του, Λέοναρντ Κοέν, στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Τότε, όπως έχει διηγηθεί, «περνούσα μια περίοδο κατάθλιψης στο Λονδίνο και μια μέρα έπεσε το μάτι μου στο κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος, στο Ιστ Εντ. Αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα». Κατέληξε στην άδεια και όχι ακόμη κοσμοπολίτικη Υδρα, όπου πέρασε οκτώ από τα πιο αποδοτικά χρόνια της ζωής του. Εκεί γνώρισε και τη σύντροφό του Μαριάν Τζένσεν, την έμπνευση πίσω από το τραγούδι «So Long, Marianne».

«Είναι η χαρά και το καμάρι μου» λέει ο γιος του, Ανταμ Κοέν, για το γεμάτο ιστορία σπίτι. Τραγουδοποιός και ο ίδιος, το ανακαίνισε πριν από μερικά χρόνια και το χρησιμοποιεί ως ησυχαστήριο και ως αυτοσχέδιο στούντιο. Ξεναγεί υπερήφανος τους επισκέπτες του στο υπνοδωμάτιό του, εκεί που κάποτε ήταν η κρεβατοκάμαρα των γονιών του, εκεί όπου κοιμόταν η μητέρα του, Σουζάν Ελροντ. Οι κουνουπιέρες εξακολουθούν να είναι χρήσιμες. Αγνωστοι θαυμαστές του πατέρα του δένουν σημειώματα επάνω σε πέτρες και τα πετάνε στον κήπο. Μερικές φορές τον πετυχαίνουν την ώρα που κάνει ηλιοθεραπεία ή όταν χρησιμοποιεί τα φυτά ως τουαλέτα – μια οικογενειακή τους παράδοση.

Από το παράθυρό του βλέπει μια κορφή του νησιού: «Υπάρχει ένα μοναστήρι εκεί. Το πιο υπέροχο είναι πως αυτή η θέα δεν έχει αλλάξει καθόλου από τότε που το αγόρασε ο πατέρας μου. Και το πιθανότερο είναι πως ακόμη και όταν τα δικά μου παιδιά αποκτήσουν παιδιά, τα εγγόνια μου θα αντικρίζουν την ίδια ακριβώς εικόνα».

Στο δωμάτιο του γιου του, Κάσιους, έχει τοποθετήσει μια δική του παιδική φωτογραφία. Ως έφηβος, στην ηλικία που άρχισε να έρχεται μόνος του στο νησί θεωρώντας ότι θα εντυπωσίαζε τους φιλοξενούμενούς του, κοιμόταν πάντα στον ξενώνα με το μεγάλο τζάκι. Εκεί, καθώς και σε ένα σπίτι στο Μόντρεαλ, ηχογράφησε και το τελευταίο του άλμπουμ «We Go Home». Ο τίτλος μιλάει από μόνος του. Για τον Ανταμ Κοέν αυτή είναι μια επιστροφή στην παιδική του ηλικία, αυτή που κάποιοι αποκαλούν μοναδική μας πατρίδα. Στις 29 Ιουνίου θα δώσει μια συναυλία στο Ηρώδειο. Είναι πολύ χαρούμενος.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ