Την κήρυξη του Γιώργου Παπακωνσταντίνου ως ενόχου για τα αδικήματα της νόθευσης δημοσίου εγγράφου και απόπειρας απιστίας ζήτησε η εισαγγελέας στη δίκη για τους χειρισμούς του πρώην υπουργού στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ στο Ειδικό Δικαστήριο.

Συγκεκριμένα η κυρία Ξένη Δημητρίου-Βασιλοπούλου επισήμανε: «Συνάγεται ότι ο κατηγορούμενος έχει τελέσει τις πράξεις που του αποδίδονται. Αλλά και η στάση του με απογοήτευσε· ένας άντρας με τέτοια προσόντα, που έχει μία αξιοπρεπή οικογένεια και ένα τόσο βαρύ βιογραφικό, θα έπρεπε να είναι πιο ειλικρινής, να συναισθανθεί αυτό που έγινε.

»Η Δικαιοσύνη ποτέ δεν εξοντώνει, αλλά προσπαθεί με γνώμονα την επιείκεια, ειδικά σε όσους συναισθάνονται αυτό που έχουν κάνει, να δείχνει όλη τη μεγαλοσύνη που πρέπει. Δυστυχώς εδώ φάνηκε, και μας λυπεί όλους ιδιαίτερα αυτό, ότι ο κ. κατηγορούμενος δεν σεβάστηκε ούτε την αρχή της αντικειμενικότητας ούτε της αμεροληψίας.

»Παρέβη τα καθήκοντα που είχε. Προτείνω να κηρυχθεί ένοχος και για τα δύο εγκλήματα. Ας ελπίσουμε ότι θα είμαστε κάποια στιγμή περήφανοι για το κράτος, για τη διοίκησή μας, που θα πρέπει να έχει προς τα έξω μία καλύτερη εικόνα, και στο εξωτερικό.

»Απέφυγα να χρησιμοποιήσω τη φράση “λίστα Λαγκάρντ” σε όλη τη διάρκεια της δίκης, μου προκαλεί ντροπή… Προτίμησα να τη λέω “λίστα Φαλτσιανί”. Αισθάνθηκα άβολα με το γεγονός ότι αναγκαστήκαμε να ζητήσουμε το δεύτερο ψηφιακό μέσο από τις γαλλικές αρχές. Μακάρι να είναι αυτό το τελευταίο στραβοπάτημα της δημόσιας διοίκησης».

«Ο μόνος που είχε συμφέρον να το κάνει»

«Η απουσία των τριών αρχείων των συγγενών Παπακωνσταντίνου υποδηλώνει ότι αυτά διεγράφησαν μετά την αντιγραφή του cd και πριν από τη μεταγραφή του usb που δημιούργησε ο Διώτης. Ο μόνος που είχε συμφέρον να το κάνει ήταν ο Παπακωνσταντίνου, είτε για να ωφελήσει τους συγγενείς του είτε για να μη βλάψει το δικό του όνομα» υπογράμμισε η εισαγγελέας.

«Καιγόμαστε για να αποκτήσουμε το cd και μετά όλα τελματώνουν, δεν παίρνει πρωτοβουλία αξιοποίησης της λίστας. Όλα αυτά που λέγονται ως προς τους ενδοιασμούς είναι προφάσεις εν αμαρτίαις, ειδικά αυτός περί διαπραγματεύσεων με την Ελβετία…».

«Το ότι έχει χαθεί το cd είναι από τα απαράδεκτα» τόνισε και πρόσθεσε: «Ουσιαστικά κατηγορεί τον Διώτη και τον Βενιζέλο ενώ έχει τις πραγματογνωμοσύνες».

«Δεν τολμάει να εκθέσει κανέναν από τους συνεργάτες του. Ό,τι έκανε το έκανε μόνος του. Θα ήταν τόσο απαθής αν την είχε χάσει η γραμματέας του; Θα τον βάραινε να κρατούσε και το cd μαζί με το usb που παρέδωσε στον κ. Διώτη; Ούτε το πρωτοκόλλησε ούτε τίποτε… Η γραμματέας του θα μπορούσε να έχει παραιτηθεί… Αυτά δεν συμβαίνουν πραγματικά ούτε στα μικρομάγαζα όχι σε υπουργείο. Όλοι οι ισχυρισμοί του καταπίπτουν. Εκείνος είχε τους λόγους να κάνει τη νόθευση».

«Ο κ. Διώτης πάρα πολλά ξέρει αλλά αρνείται να μιλήσει… Η αντιγραφή από τον Διώτη και η εν συνέχεια καταστροφή του usb δεν ευνοούσε τον ίδιο. Το μόνον που ευνοούσε ήταν τον κατηγορούμενο».

«Κανένα θέμα παραγραφής»

Νωρίτερα, κατά τη σημερινή (σ.σ. Τρίτη) αγόρευσή της, η εισαγγελέας του Ειδικού Δικαστηρίου για τη λίστα Λαγκάρντ
έθεσε υπό το μικροσκόπιό της το θέμα της παραγραφής και της αποσβεστικής προθεσμίας για τα αδικήματα του πρώην υπουργού.

Η εισαγγελέας αναφέρθηκε διεξοδικά στις συνταγματικές διατάξεις αλλά και τις διατάξεις του νόμου περί ευθύνης υπουργών, για να συμπεράνει ότι τα αδικήματα του πρώην υπουργού (νόθευση εγγράφου και απόπειρα απιστίας) δεν έχουν παραγραφεί, αν και υπήρξε διπλή εκλογική αναμέτρηση την άνοιξη του 2012.
Η ποινική δίωξη κατά του πρώην υπουργού ασκήθηκε εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας που προβλέπεται και δεν επηρεάζεται από τη διπλή εκλογική αναμέτρηση καθώς η Βουλή που προέκυψε από τις πρώτες εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 λειτούργησε μόνον για δύο ημέρες, είπε χαρακτηριστικά
Αρχίζοντας την αγόρευσή της, είπε αναλυτικά: «Δεν είναι καθόλου ευχάριστη η θέση μου, δεν θα ήθελα ποτέ να είναι στο έδρανο ένα τόσο υψηλόβαθμο στέλεχος του ελληνικού κράτους και εγώ να είμαι κατηγορούσα αρχή. Εκ της υποχρέωσής μου της υπηρεσιακής, όμως, έχω αυτό το δυσάρεστο καθήκον. Και πιο πολύ στενοχωριέμαι γιατί θα αναγκαστώ να πω πράγματα που θίγουν το κράτος μας ως ζωντανό οργανισμό, ο οποίος ωστόσο κάποιες φορές δεν λειτουργεί σωστά.

»Θέλω επίσης να εκφράσω την ευαρέσκειά μου για τον κ. πρόεδρο για την ευχέρεια ανάπτυξης των απόψεών μου και τους κ. συνηγόρους Τάκη Βασιλακόπουλο, Βασίλη Δημακόπουλο και Παναγιώτη Κουρελέα που πράγματι κοσμούν την έδρα που κατέχουν».
Σχετικά με τα της αποσβεστικής προθεσμίας, η εισαγγελέας τόνισε ότι ουδέποτε έλαβε χώρα η κήρυξη της έναρξης των λειτουργιών του σώματος της Βουλής, στις 18.5.2012, συνακόλουθα δεν μπορούσε να επιληφθεί της υποθέσεως του πρώην υπουργού Οικονομικών και να ασκήσει ποινική δίωξη.
«Είναι σκέψεις που θα πρέπει να μας προβληματίσουν και αν μη τι άλλο να δώσουν έναυσμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ειδικά ως προς το άρθρο 86, σύμφωνα και με ό,τι εφαρμόζεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είμαστε οι μόνοι που έχουμε τόσο μικρή αποσβεστική προθεσμία που να εξαλείφει το αξιόποινο της πράξης υπουργού».

«Επιλεκτική μνήμη»

Σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά, η εισαγγελέας ανέφερε: «Μας παραπέμπει η υπόθεση αυτή στην ιερότητα με την οποία έρχεται το φως κάθε Πάσχα από την Ιερουσαλήμ» είπε χαρακτηριστικά η κυρία Δημητρίου αναφορικά με τον τρόπο αποστολής της λίστας Λαγκάρντ στην Ελλάδα.

«Ενώ ο κ. Παπακωνσταντίνου είχε πει για τον ψηφιακό δίσκο ότι τον είχε δώσει στον στενό του συνεργάτη Γιώργο Αγγελόπουλο, μας είπε μετά ότι τον έδωσε σε μία από τις γραμματείς του».

Η εισαγγελέας καταλόγισε επιλεκτική μνήμη στον Γ. παπακωνσταντίνου ενώ διαπίστωσε ανακρίβειες ως προς τον χρόνο παράδοσης του ψηφιακού δίσκου στον στενό του συνεργάτη, αλλά και του αθροίσματος των ποσών στη λίστα Λαγκάρντ.

«Από τη λίστα, όπως τη διαμόρφωσε αργότερα το ΣΔΟΕ, προκύπτει ότι μόνον οι δύο πρώτοι καταθέτες είχαν ποσά της τάξης του ενός δισ., ενώ ολόκληρη η λίστα αθροίζει ποσά 4,5 δισ. δολαρίων και όχι δύο, όπως ισχυρίζεται ο πρώην υπουργός» είπε. «Δεν ξέρω προς τι αυτές οι ανακρίβειες».

«Ο κατηγορούμενος δεν έχει ούτε τον ψηφιακό δίσκο, αυτόν που πήραμε με τόση ευλάβεια και επισημότητα από τις γαλλικές αρχές, αλλά και δεν μας λέει πού είναι το έγγραφο που τον συνόδευε. Δεν μας λέει πού είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής του κ. Αγγελόπουλου, έστω και αν είχε σβήσει τα δεδομένα. Πού είναι ο υπολογιστής στον οποίο άνοιξε ο ίδιος δυο-τρία αρχεία το βράδυ της 30ής Σεπτεμβρίου 2010; Πώς δεν έδωσε εκείνη την ώρα τον δίσκο στον κ. Αγγελόπουλο για αντιγραφή; Πώς δεν θυμάται σε ποια γραμματέα το έδωσε τελικά για αντιγραφή; Πώς είναι τόσο μεγαλόθυμος και ανεκτικός με αυτή τη γραμματέα, όταν η απώλειά του τον έχει φέρει στη δύσκολη θέση που βρίσκεται τώρα;» διερωτήθηκε η εισαγγελέας.

«Τα δέκα ονόματα που δόθηκαν στον κ. Καπελέρη δεν ήταν αυτά με τα μεγαλύτερα ποσά» τόνισε η κυρία Δημητρίου.

«Πώς θα γίνει η εκμετάλλευση της λίστας και ποιος θα την κάνει ήταν το περιεχόμενο της περίφημης σύσκεψης στις 24 Ιανουαρίου. Όλοι καταλάβαιναν, ειδήμονες και μη, ότι δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε άλλο από μία πολύτιμη πηγή πληροφοριών, για να ελέγξουμε περαιτέρω τι έχει συμβεί με τους συγκεκριμένους έλληνες καταθέτες. Ο υπουργός δεν είπε “διενεργήστε έλεγχο”, είπε “θα διενεργηθεί έλεγχος”. Εκείνη την ημέρα δεν αποφασίστηκε τίποτε, δεν δόθηκε εντολή πουθενά και σε κανέναν».

Το στικάκι, ο ρόλος Διώτη και το πρόσωπο που λείπει

«Δεν είχε δοθεί η εντολή που ισχυρίζεται ο κατηγορούμενος στον κ. Καπελέρη» εκτίμησε η ίδια.

«Σημασία έχει επίσης ότι ο πρώην υπουργός έχει προσλάβει τον κ. Ιωάννη Διώτη ως ειδικό γραμματέα του ΣΔΟΕ. Όσον αφορά τον χρόνο κατά τον οποίο παραδόθηκε το στικάκι, ο κατηγορούμενος λέει από τις 9 ως τις 16 Ιουνίου· να δούμε όμως το έστειλε τότε; Θέλω επίσης να αναφερθώ στις τέσσερις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που έχουν γίνει. Δεν έχουμε εικόνα του περιεχομένου, οι πραγματογνώμονες περιορίζονται μόνον στα ίχνη. Εμείς ό,τι πούμε, θα το πούμε σε συνδυασμό και με άλλα αποδεικτικά μέσα που διαθέτουμε. Ούτε οι ειδικοί μόνοι τους θα μας πουν τι έχει γίνει, ούτε τα άλλα στοιχεία· χρειάζεται συνδυασμός και των δύο».

«Ο κ. Διώτης μου θυμίζει τον “Υπηρέτη δύο αφεντάδων” του Γκολντόνι. Βρίσκεται ανάμεσα σε δύο προϊσταμένους του, τον Γ. Παπακωνσταντίνου και τον διάδοχό του στον θώκο των Οικονομικών κ. Ευ. Βενιζέλο. Παραδίδει το στικάκι πλέον στον κ. Βενιζέλο. Το στικάκι έχει μείνει σε ένα συρτάρι του υπουργείου Οικονομικών έξι-επτά μήνες, έχει μείνει στο συρτάρι άλλους τόσους μήνες της γραμματέως του κ. Βενιζέλου, στα γραφεία του ΠαΣοΚ, έως ότου ξεσπά ο θόρυβος».

«Το στικάκι έχει δύο φακέλους, ένα διαγραμμένο και ένα κρυφό αρχείο, ο ένας φάκελος περιέχει τα 2.059 αρχεία που μας ενδιαφέρουν. Τα μεταδεδομένα των αρχείων αυτών, τα ίχνη δηλαδή που ακολουθούν τα αρχεία, δεν μπορεί να τα βρει κανένας αν δεν έχει εγκληματολογικά εργαστήρια και ειδικά προγράμματα.

»Βρήκαν λοιπόν μεταδεδομένα που προκύπτουν από ένα απλό άνοιγμα αρχείου. Ποια ενδιαφέροντα λοιπόν ανοίγματα χωρίς αποθήκευση προέκυψαν; Βρίσκουν ανοιγμένα προς θέαση 24 τέτοια αρχεία στις 30.9.2010. Ανοίγονται το ίδιο βράδυ παραλαβής του ψηφιακού δίσκου στην Αθήνα και ενώ ο κατηγορημένος μιλάει για σκευωρούς που φύτεψαν αυτά τα στοιχεία, δεν παραδέχεται ότι είναι αυτός που το έκανε» είπε μεταξύ άλλων η εισαγγελέας.

«Οι πραγματογνώμονες το λένε καθαρά, δεν ξέρουμε το πρόσωπο, ξέρουμε μόνον τον κωδικό του χρήστη».


«Τυχαίες οι αναζητήσεις συγκεκριμένων ονομάτων;»

Η εισαγγελέας αναφέρθηκε λεπτομερώς στα αρχεία που ανοίχθηκαν από τον χρήστη windowsuser σε τρεις ημερομηνίες, 30.9.2010, 28.2.2011 και 1.7.2011, για να συμπεράνει ότι όλα περιλαμβάνουν το όνομα «Παπανδρέου», ενώ τα δύο πρώτα και τα ονόματα «Παπακωνσταντιν» και «Παπακωνσταντίνου».


«Οι αναζητήσεις και τα ανοίγματα τη δεύτερη φορά περιλαμβάνουν μάλιστα πέντε από τους καταθέτες με τα μεγαλύτερα ποσά καταθέσεων της λίστας. Ποιος θα έψαχνε τυχαία εννέα φορές το όνομα Παπανδρέου και το όνομα Παπακωνσταντίνου;»
σημείωσε η ίδια και πρόσθεσε: «Ούτε ο κ. Διώτης ούτε ο κ. Βενιζέλος έχουν γνώση των μεγαλύτερων καταθετών, τους οποίους ήξεραν μόνον ο κ. Παπακωνσταντίνου και ο κ. Αγγελόπουλος».

«Ούτε ο κ. Διώτης ούτε ο κ. Βενιζέλος γνώριζαν ότι κάποιος Ρωσσώνης είναι συγγενής του κ. Παπακωνσταντίνου, οπότε και θα προέβαιναν στη διαγραφή του αρχείου για να βλάψουν τον πρώην υπουργό πολιτικά» υπογράμμισε η κυρία Δημητρίου.


«Η παράδοση του υλικού στον κ. Διώτη γίνεται αφότου έχει πάψει πλέον ο κ. Παπακωνσταντίνου να είναι υπουργός Οικονομικών, ως εκ τούτου οι ενέργειές του μετά τις 17 Ιουνίου δεν αφορούν πράξεις κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του»
εκτίμησε η εισαγγελική λειτουργός.

Υπάρχουν τρία τινά, σημείωσε η ίδια: «Την 1.7.2011, μετά την αποχώρησή του από το υπουργείο Οικονομικών, ο κ. Παπακωνσταντίνου έχει ανοίξει επτά αρχεία, εκ των οποίων τα πέντε αφορούν το όνομα Παπανδρέου. Από 1.7.2011 έως 5.7.2011, ο Διώτης λείπει σε ταξίδι, ενώ, τρίτον, ο Διώτης εμφανίζει ηλεκτρονική επικοινωνία κατά την οποία στις 7.7.2011 τον ρωτάει ο κ. Παπακωνσταντίνου αν πήρε το στικάκι που του έστειλε».


«Έρχεται ύστερα από 27 ημέρες ο κατηγορούμενος –αν υποθέσουμε ότι λέει αλήθεια– να ρωτήσει αν πήρε το στικάκι;»
διερωτήθηκε.

«Και ο Διώτης βεβαίως δεν λέει όλη την αλήθεια» εκτίμησε εν συνεχεία αξιοποιώντας το γεγονός ότι ο ειδικός γραμματέας απέκρυψε κατά τη συνομιλία τους ότι ήδη είχε ανοίξει κάποια αρχεία.


«Καθόλη τη διαδικασία ήταν εμφανής η προσπάθεια του κατηγορουμένου να πείσει το δικαστήριο ότι η παράδοση στον Διώτη έγινε προτού φύγει από το Οικονομικών, με νύχια και με δόντια μαχόταν γι’ αυτή την ημερομηνία παράδοσης»
πρόσθεσε η κυρία Δημητρίου.


«Η γραμματέας του κ. Διώτη αντιγράφει το στικάκι σε νέο, και το υλικό πάει στα χέρια του κ. Βενιζέλου την ίδια ημέρα. Το ίδιο βράδυ όμως 8.7.2011 έχει κάνει ανοίγματα ένας άλλος χρήστης. Πιθανολογείται βάσιμα ότι ο κ. Βενιζέλος ή άλλος για λογαριασμό του άνοιξε δειγματοληπτικά τρία αρχεία. Από την εξέταση σκληρού δίσκου (υπολογιστή του υπουργείου Οικονομικών) προκύπτει ότι ο συντάκτης έφερε τον κωδικό UserV, κωδικό που συναντούμε αργότερα και από έγγραφο του κ. Σαχινίδη πάλι σε υπολογιστή του υπουργείου Οικονομικών»
.

Η εισαγγελέας εκτίμησε ότι ο κ. Διώτης δεν είχε κίνητρο να προβεί στις τρεις διαγραφές των επίμαχων αρχείων. «Αν ήθελε, είτε αυτός είτε ο κ. Βενιζέλος, να βλάψει πολιτικά τον κατηγορούμενο, η βλάβη θα ήταν μεγαλύτερη αν άφηνε τα ονόματα στη λίστα και διέδιδε ότι πρόκειται για στενούς συγγενείς του κατηγορουμένου».