Οι προεδρικές εκλογές στη Βραζιλία έχουν ήδη αναδειχθεί σε μια περίεργη εκλογική αναμέτρηση μεταξύ δύο γυναικών με αρκετά κοινά στοιχεία μεταξύ τους, όπως το ότι η νυν πρόεδρος Ντίλμα Ρούσεφ και η αντίπαλός της, Μαρίνα Σίλβα, υπήρξαν συνάδελφοι στην κυβέρνηση του τέως προέδρου Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα. Ασφαλώς όμως οι δυο γυναίκες υποψήφιοι έχουν και σημαντικές διαφορές.

Η Σίλβα μπορεί να ηγείται του Σοσιαλιστικού Κόμματος, όμως το κοινό που την υποστηρίζει προέρχεται από όλο το φάσμα της κοινωνικής κι οικονομικής ζωής της χώρας.

Σε μια προεκλογική της συγκέντρωση, κάποιος θα μπορούσε με την ίδια ευκολία να διακρίνει δίπλα δίπλα έναν νεαρό φοιτητή που είχε κατεβεί στις πρόσφατες κινητοποιήσεις κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ κι ένα κουστουμαρισμένο στέλεχος πολυεθνικής εταιρείας με έδρα την Μπραζίλια.

Αντιθέτως, το κοινό της Ρούσεφ είναι πιο πολιτικά συσπειρωμένο και προέρχεται κυρίως από τον μεσαίο κι αριστερό χώρο.

Η ίδια η στάση της Σίλβα είναι σχεδόν αντιφατική, όσον αφορά σε ζητήματα όπως οι αμβλώσεις ή τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων: Ως πιστή της Ευαγγελικής Εκκλησίας, αρνείται τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, είναι εναντίον των εκτρώσεων και -το κυριότερο- ξαφνικά και δίχως να το περιμένει κανείς τάχθηκε εναντίον των γάμων των γκέι, παρά το γεγονός πως ο εκλιπών -κι αρχικός προεδρικός υποψήφιος των Σοσιαλιστών- Εντουαρντο Κάμπος είχε εξαρχής δηλώσει την αμέριστη υποστήριξη του κόμματος του στην τεράστια ομοφυλοφιλική κοινότητα της χώρας.

Μάλλον αυτός είναι και ο λόγος που καταλάγιασε ο αρχικός ενθουσιασμός και οι αυξητικές τάσεις στα ποσοστά δημοφιλίας της Σίλβα, πριν 10-15 ημέρες, όπως τουλάχιστον σημείωναν οι δημοσκοπήσεις.

Σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, η Ρούσεφ έχει καταγγείλει το «νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό» του προγράμματος της Σίλβα, κατηγορώντας την ταυτόχρονα τόσο για συνεργασία με υψηλούς επιχειρηματικούς κύκλους, όσο και το ότι αν εκλέγει πρόεδρος της χώρας, θα καταργήσει κοινωνικά επιδόματα όπως το «Οικογενειακό Καλάθι», ένα μηνιαίο βοήθημα για τα πιο φτωχά νοικοκυριά.

Η Σίλβα κατηγόρησε την πρόεδρο για συκοφαντίες και λαϊκισμό και αρνήθηκε πως θα πράξει κάτι τέτοιο, επικαλούμενη την ταπεινή της καταγωγή και το γεγονός πως έχει ζήσει την φτώχεια και την ανέχεια από πολύ μικρή ηλικία.

«Οποίος έχει βιώσει τέτοιες εμπειρίες ποτέ δεν θα κόψει αυτά τα επιδόματα» είπε η Σίλβα.

Εξίσου ακανθώδες είναι και το ζήτημα της «πράσινης» οικονομίας: σε μια πρόσφατη ομιλία της στο Σάο Πάολο κριτίκαρε ευθέως την αντίπαλο της για την κατασκευή του φράγματος στο Μπέλο Μόντε -που όταν ολοκληρωθεί, θα είναι το μεγαλύτερο φράγμα σε όλη τη Λατινική Αμερική.

Ωστόσο, απέφυγε να αναφερθεί στο κατά πόσο θα ήθελε να σταματήσουν –ή να μην ξεκινήσουν καθόλου- οι εργασίες στα υπόλοιπα φράγματα που έχουν ανακοινωθεί, κατά μήκος του ποταμού Αμαζονίου. Και όσοι αποχώρησαν από την προεκλογική της συγκέντρωση, έμειναν με την απορία.

Αντίστοιχα, η Σίλβα έχει τονίσει πως δεν θα δώσει προτεραιότητα στην εκμετάλλευση των τεράστιων υποθαλάσσιων αποθεμάτων πετρελαίου που ανακαλύφθηκαν την περασμένη δεκαετία.

Αυτό ακριβώς εκμεταλλεύτηκε η Ρούσεφ που την κατηγόρησε πως κάτι τέτοιο θα σημάνει απώλειες πολλών δισ. δολαρίων που κατά 25% θα διατίθεντο για την Υγεία και κατά 75% στην Παιδεία, όπως νομοθέτησε η κυβέρνησή της για τη διάθεση των σχετικών κρατικών εσόδων.

Και όπως τονίζουν τα βραζιλιάνικα ΜΜΕ, «το έκτασης 250 σελίδων προεκλογικό της πρόγραμμα είναι ένα, ενίοτε αταίριαστο, συνονθύλευμα από εξαγγελίες διαφορετικών κατευθύνσεων, προκειμένου όλοι να μείνουν ικανοποιημένοι: προσφέρει κάτι στους εξεγερμένους νέους της χώρας, υποσχόμενη μέχρι το 2018 να δοθεί το 10% του ΑΕΠ στον τομέα της Υγείας, και ταυτόχρονα δίνει και κάτι στις χρηματαγορές, εξαγγέλλοντας μεγαλύτερη αυτονομία της Κεντρικής Τράπεζας της Βραζιλίας».

Και όλοι να είναι ευχαριστημένοι. Αυτό, όμως, δεν ήταν ποτέ μια σωστή συνταγή πολιτικής επιτυχίας…