Είναι λάθος να λέγεται ότι οι λόγοι που η Επίδαυρος διχάζει είναι καλλιτεχνικοί. Ιδεολογικοί είναι, και κυρίως οικονομικοί (δικαιώματα, ατζέντηδες, μπορντερό). Είναι επίσης σφάλμα να πιστέψει κανείς στον άδολο πατριωτισμό της ξανθής κυρίας που επερώτησε (παρακινούμενη;) τον υπουργό Πολιτισμού περί της τύχης του κοίλου –μια που το παρακείμενο Ασκληπιείο δικαίως δεν συμπεριλαμβάνεται στην τύχη του ΕΟΠΥΥ.
Αλλο τόσο θεωρώ «το κριτήριο» ενός «παντοδύναμου» κοινού έωλο. Και για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω ότι «κοινό» υπάρχει. Ο,τι υπάρχει από αυτή την αδιαφοροποίητη μάζα πειραγμένων θεατών είναι σημαδεμένο από την πρωινή «ζώνη» της τηλεόρασης και τη ζώνη στην παντελόνα του Ρουβά πέρυσι στις Βάκχες. Αδολοι έφηβοι, που πάνε για πρώτη φορά στην Επίδαυρο για να δουν (με αναμμένο κινητό) αρχαίο δράμα, τους συναντώ πλέον στις φαντασιώσεις των συγχρόνων Νοβάλις. Αφού κάθε παιδευτική προαίρεση των «ειδημόνων» του θεάτρου στον Τύπο και το Πανεπιστήμιο είναι προφανές ότι στηρίζεται στην «εξηγητική σύλληψη του κόσμου» ως προϊούσα αποβλάκωση.
Και προφανώς το έξυπνο Φεστιβάλ του Γιώργου Λούκου δεν είναι για τους «αμοράλ ελίτ». Είναι απλώς για όσους αντιστέκονται στην ισοπέδωση. Το Φεστιβάλ είναι το συμβολικό κεφάλαιο μιας χειμαζόμενης Ελλάδας και μόνο ένας αναγωγικός ιδεαλισμός μπορεί να το αμφισβητεί φέρνοντας όλους εμάς σε αμηχανία. Πρέπει να το έχουμε κατά νου ότι η θέση που διανοίγει η συμβολοποίηση συνεπάγεται έναν κενό τόπο (κοίλον) γύρω από τον οποίο αρθρώνεται το συμβολικό.
Ας έχει υπόψη του ο κύριος Τασούλας ότι ο Λούκος διαθέτει ως προς τη δοτή του θέση του Προέδρου του Φεστιβάλ ένα ακαταμάχητο πλεονέκτημα: είναι χορτάτος. Και για να υπενθυμίσω έναν σιτουασιονιστή –που ούτε ο Τασούλας ούτε ο Λούκος τον γνωρίζουν –θα έλεγα, για να τελειώνουμε με τους αναπαλαιωμένους, εξίσου δοτούς δεινοσαύρους, ότι: «Οπως την επανάσταση της πείνας δεν την έκαναν οι πιο πεινασμένοι, έτσι και την επανάσταση της ζωής δεν θα την κάνουν αυτοί που απολαμβάνουν λιγότερο».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ