Το 1923, μόλις απελευθερώνεται από τα τουρκικά τάγματα εργασίας, ο νεαρός Ηλίας Βενέζης (1904-1973) από το Αϊβαλί καταφεύγει στη Μυτιλήνη, όπου βρίσκεται η υπόλοιπη οικογένειά του. Εκεί ο Στράτης Μυριβήλης τον ενθαρρύνει να γράψει τις εμπειρίες του από την αιχμαλωσία και τις δημοσιεύει σε συνέχειες στην εφημερίδα του «Καμπάνα» το 1924 με τον τίτλο «Το νούμερο 31328». Το 1939 Μυριβήλης και Βενέζης μοιράζονται το πρώτο στην ιστορία Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας για το «Γαλάζιο βιβλίο» και τη «Γαλήνη» αντίστοιχα. Το 1956 είναι και οι δύο υποψήφιοι για την έδρα της Λογοτεχνίας στην Ακαδημία Αθηνών. Εκλέγεται το 1957 ο Βενέζης. Οι δυο τους συναντώνται ξανά το 1958 στις σελίδες της «Ακροπόλεως», όπου γράφουν εκ περιτροπής μαζί με τον Τερζάκη και τον Καραγάτση «Το μυθιστόρημα των τεσσάρων». Την ίδια χρονιά ο Μυριβήλης είναι πάλι υποψήφιο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και ο μικρασιάτης ακαδημαϊκός επιφορτισμένος να κάνει τη σχετική εισήγηση.
«Ηταν τότε συνυποψήφιοι ο Μυριβήλης και ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος. Με τον πρώτο ήταν γνωστό ότι οι σχέσεις του Βενέζη δεν ήταν απ’ τις καλύτερες» είπε περιγράφοντας τη στενή αλλά ταραγμένη σχέση των δύο συγγραφέων της Αιολικής Σχολής ο μυτιληνιός συγγραφέας και φίλος του Βενέζη Τάκης Χατζηαναγνώστου στην τιμητική εκδήλωση που πραγματοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδος στις 7 Απριλίου για τα 110 χρόνια από τη γέννηση του Ηλία Βενέζη, του υπαλλήλου και χρονικογράφου της: «Ο μεγάλος μας Μυριβήλης δεν είχε συγχωρήσει το γεγονός ότι κατά την απονομή των Κρατικών Βραβείων Πεζογραφίας το 1939 οι κριτές τοποθέτησαν τη «Γαλήνη» του Βενέζη στο ίδιο ύψος με κάποιο δικό του βιβλίο, δίνοντας το μισό βραβείο σ’ εκείνον και το άλλο μισό στον «μαθητή» του –έτσι θεωρούσε τον Βενέζη… Αρνήθηκε το βραβείο και έκοψε και την «καλημέρα» στον νέο συγγραφέα. Απ’ την άλλη μεριά, ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος ήταν στενός προσωπικός φίλος του Βενέζη. Yστερα από πολλή αγωνία και βάσανο πήρε τις αποφάσεις του. Και με πήρε ιδιαίτερα στο γραφείο του να μου δείξει το χειρόγραφο της εισήγησής του λέγοντας: «Μπορεί ο Μυριβήλης να μη με λογαριάζει και μπορεί ακόμα και να με υποτιμά· απ’ την άλλη μπορεί ο Γιάννης (ο Ι. Μ.) να είναι προσωπικός μου φίλος· εμένα ωστόσο η συνείδησή μου μού λέει ότι πρώτος τη τάξει, σαν αξία, είναι ο Μυριβήλης και έπειτα έρχεται ο φίλος μου…». Και εξελέγη τότε ο Μυριβήλης. Και εξεμάνη εναντίον του Βενέζη ο φίλος του ο Ι. Μ.».
Δεν είναι μονάχα η σχέση του Βενέζη με τους άλλους εκπροσώπους της γενιάς του 1930 που χρειάζεται διερεύνηση, είναι το έργο του συνολικά. Εξαιρετικά δημοφιλής λογοτέχνης και δημόσιος διανοούμενος στην εποχή του, με εκπομπή στο ραδιόφωνο, με θεσμικές θέσεις στο Εθνικό Θέατρο, στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ιδρυτικό μέλος της Ομάδας των Δώδεκα που με το ομώνυμο βραβείο της ανέδειξε το μεταπολεμικό μυθιστόρημα και τακτικός επιφυλλιδογράφος του «Βήματος» (από το 1946) και της «Ακροπόλεως» (από το 1958), είναι εντυπωσιακό ότι σαράντα χρόνια μετά τον θάνατό του ο Βενέζης δεν έχει ακόμη συστηματικά μελετηθεί. Παραμένει ανέκδοτη η αλληλογραφία του, δεν έχουμε ένα αναλυτικό βιογραφικό χρονολόγιό του και μόλις πρόσφατα δημοσιεύθηκε η εργογραφία των αυτοτελών εκδόσεών του. Τα δημοσιεύματά του, οι επιφυλλίδες, οι ομιλίες του παραμένουν ακατάγραφα.

Δεν ήταν αξιοποιήσιμος πολιτικά
«Μετά τη Μεταπολίτευση οι ερευνητές ενδιαφέρονταν για τις ιδεολογίες. Ο πατέρας μου δεν ήταν της μόδας, δεν μπορούσε να τον οικειοποιηθεί εύκολα κάποιος ιδεολογικά. Για τους αριστερούς ήταν δεξιός και για τους δεξιούς αριστερός. Δεν ήταν τίποτε από τα δύο, ήταν ενάντιος στον πόλεμο»
μας είπε η κόρη του Αννα Βενέζη-Κοσμετάτου. «Η τελευταία μεγάλη φασαρία ιδεολογικού χαρακτήρα που προκλήθηκε για τον πατέρα μου ήταν η έκδοση της «Αιολικής γης» το 1943. Η αριστερή κριτική υποστήριξε ότι δεν μπορεί ένας συγγραφέας μέσα στην Κατοχή να γράφει ένα βιβλίο σαν παραμύθι αφηγούμενος τις παιδικές του αναμνήσεις. Για τον πατέρα μου ήταν ένας τρόπος να αντιδράσει σε αυτή τη φρίκη».
Το Αρχείο του πατέρα της παραχώρησε η Αννα Βενέζη-Κοσμετάτου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη κρατώντας τα βιβλία του, την προσωπική αλληλογραφία των γονιών της και το φωτογραφικό αρχείο. Τα υπόλοιπα, αλληλογραφία, ομιλίες στην Ακαδημία, εκδόσεις, μεταφράσεις, πλήρως ταξινομημένα και καταλογογραφημένα, περιμένουν τους ερευνητές να τα ανακαλύψουν. «Ο Βενέζης είναι παρθένο έδαφος για τους μελετητές» λέει. «Στην εποχή του ήταν αναγνωρίσιμος. Στα πρώτα χρόνια μετά τον θάνατό του διαβαζόταν, ήταν ακόμη πολύ ζωντανός για να μελετηθεί. Με την αλλαγή του αιώνα από τη γενιά του 1930 προβλήθηκαν και μελετήθηκαν πολλοί συγγραφείς που είχαν γράψει θεωρητικά κείμενα, όπως ο Θεοτοκάς, τα οποία ο σύγχρονος σχολιασμός θα μπορούσε να αξιοποιήσει μιλώντας για ζητήματα πολιτικά και κοινωνικά. Την ίδια εποχή περιορίστηκε η διδασκαλία των έργων του Βενέζη στο σχολείο, σε ένα διήγημα και ένα απόσπασμα της «Γαλήνης». Οι νέοι πλέον δεν γνωρίζουν το έργο του».

«Οι αναγνώστες της γενιάς μου, της γενιάς του Πολυτεχνείου, που διαβάσαμε τον Βενέζη στην εφηβεία μας, θεωρούσαμε τη γλύκα της λογοτεχνίας του γλυκερή»
ανέφερε στην εκδήλωση της Τράπεζας της Ελλάδος ο συγγραφέας Τάκης Θεοδωρόπουλος. Πολλά χρόνια αργότερα, τι έχει να πει ο συγγραφέας των αλύτρωτων πατρίδων και της προσφυγιάς στον σύγχρονο αναγνώστη; «Είναι ο συγγραφέας που έχει την τάση να βλέπει πάντα έναν δρόμο επιβίωσης, μια πορεία προς τα εμπρός, φαίνεται καθαρά στο «Νούμερο 31328» και στη «Γαλήνη»» λέει η κόρη του Βενέζη.
Σε ανυπόγραφο σημείωμα στα γαλλικά που συνοδεύει το δακτυλόγραφο της μετάφρασης του πρώτου κεφαλαίου του «Νούμερου 31328» στα γαλλικά το 1945, το οποίο απόκειται στο Αρχείο Βενέζη, ο συντάκτης του, πιθανότατα ο Θράσος Καστανάκης, επισημαίνει στους εκδότες των Éditions du Pavois: «Εκτός από τον τοπικό τους χαρακτήρα, βρίσκουμε στα βιβλία του Βενέζη την αγάπη για τον άνθρωπο, τον άνθρωπο που είναι δεμένος με τη γη του, που μισεί τον πόλεμο και αγαπά τη φύση και αυτός ο άνθρωπος υπήρχε πάντοτε και υπάρχει παντού».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ