Φωτογραφίες: Βάσια Αναγνωστοπούλου

«Κάτσε να σου γράψω δυο λόγια και για τη φωτογραφία της παράστασης, αυτή με το πιθηκάκι». Η Λένα Παπαληγούρα πήρε το τετράδιό μου και άρχισε να γράφει: «Κάθε πρόθεση για αγιότητα κοντράρεται με τη φρικτή, βέβηλη πραγματικότητα. Η αγιοσύνη συγκρούεται με την πραγματικότητα, η οποία είναι πολύ πιο ζωώδης. Σαν να προσπαθούμε να αγγίξουμε τη θέωση και η φύση να μη μας το επιτρέπει». Η 29χρονη ηθοποιός ετοιμάζεται πυρετωδώς για μια κατάδυση στο σκοτεινό σύμπαν της Βρετανίδας Σάρα Κέιν, η οποία αυτοκτόνησε στα 28 της, έχοντας πρώτα προλάβει να στοιχειώσει τη διεθνή δραματουργία με έργα αθεράπευτα προκλητικά, όπως τα «Ερείπια» (Blasted). Ενα ζευγάρι, η Κέιτ και ο Ιαν (Ακύλλας Καραζήσης), συγκρούεται ανελέητα στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου ώσπου η σκληρή πραγματικότητα του πολέμου εισβάλλει με μια έκρηξη και με την εμφάνιση ενός στρατιώτη (Μιχάλης Αφολάνιο). Περυσινή νικήτρια του βραβείου Μελίνα Μερκούρη, κόρη του Αναστάση Παπαληγούρα και εγγονή των Παναγή Παπαληγούρα και Γεωργίου Ράλλη, μας μίλησε για το πώς είναι να μεταβαίνεις από το πολιτικό τζάκι στο θεατρικό σανίδι, για την τρέλα του έρωτα και για τους απαρηγόρητους ανθρώπους.

Κάποτε μιλούσαμε για την εθνική μας μοναξιά ως λαός, τώρα για την εθνική μας θλίψη; «Κάπως έτσι. Δεν υπάρχει πλέον αυτό το επίπλαστο του «όλα είναι καλά, είμαστε το τέλειο ζευγάρι, έχουμε την τέλεια δουλειά, κ.τ.λ.», οπότε ερχόμαστε πιο εύκολα αντιμέτωποι και με το δικό μας, αλλά και με το σκοτάδι του άλλου. Η Σάρα Κέιν έλεγε ότι για αυτήν το θέατρο πρέπει να είναι σαν το ποδόσφαιρο. Οπου δεν κάθεσαι αραχτός στη θέση σου και παρακολουθείς σαν να βλέπεις τηλεόραση, αλλά μπαίνεις μέσα σε αυτό το πράγμα και έχεις την ένταση εκείνου που συμμετέχει. Στην Ελλάδα έχουμε πλέον ανάγκη από ένα τέτοιου είδους θέατρο που σε ξεβολεύει».
Ακόμη και αν είναι ακραίες οι αντιδράσεις; Γιατί στο ποδόσφαιρο υπάρχει και χουλιγκανισμός… «Για τα «Ερείπια» η ίδια είχε πει ότι δεν φανταζόταν ποτέ τις ακραίες αντιδράσεις του κοινού προτού ανέβει το έργο και όταν μετά άρχισαν να φεύγουν και να διαμαρτύρονται οι θεατές, σκέφτηκε ότι μόνο έτσι έχεις πετύχει τον στόχο του. Ούτε για τους ηθοποιούς είναι περίπατος να παίζουν σε ένα τέτοιο έργο. Αν αυτή η παράσταση σε αφήσει αμέτοχο, πρέπει να ανησυχείς».
Τι τύπος είναι η γυναίκα που υποδύεσαι; «Η Κέιτ είναι από τα πρόσωπα που ορισμένες στιγμές σκέφτεσαι ότι είναι αφελή ή υπερβολικά αθώα και άλλοτε ότι είναι ιδιοφυή. Ξεκινάει ως θύμα αυτού του άνδρα, αλλά, για εμένα τουλάχιστον, δεν είναι καθόλου θύμα. Η σχέση τους είναι σχέση εξάρτησης και σε καμία σχέση εξάρτησης δεν είσαι μόνο θύμα ή μόνο θύτης. Συγκρούονται πάρα πολύ βίαια, αλλά είναι εκεί, ο ένας για τον άλλο».
Κάθε γυναίκα λοιπόν μπορεί να είναι αγία και δαίμονας; «Είναι χαρακτηριστικό των γυναικών. Δεν είναι η επιτομή της καλοσύνης η Κέιτ, καμία γυναίκα δεν είναι. Μια γυναίκα μπορεί να κάνει πολύ σκληρά πράγματα στο όνομα του έρωτα. Πιστεύω επίσης ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο τρομακτικό για τον άνδρα από τη γυναικεία διαίσθηση».
Τι αγαπάς περισσότερο στη Σάρα Κέιν; «Το ότι όσο ακραία και αν είναι αυτά που κάνουν οι ήρωές της, όλοι, μα όλοι στην πραγματικότητα είναι απαρηγόρητοι άνθρωποι, υπάρχει τρομερή οδύνη. Ολοι είμαστε απαρηγόρητοι. Ακόμη και η επιθετικότητα στον άνθρωπό σου μπορεί να είναι μια κραυγή αγωνίας. Πίσω από το «φύγε!» μπορεί κανείς να διαβάσει το «μη μ’ αφήσεις ποτέ!». Η Κέιν μιλάει για αυτό, αυτό την έκαιγε. Το πόσο δύσκολο είναι να συνυπάρξεις με κάποιον αλλά και πόσο δεν γίνεται και να μη συνυπάρξεις, γιατί αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα η ζωή. Και σου λέει: Αξίζει να ζεις έτσι; Και η ίδια είναι σαν να μην άντεξε. Δεν άντεξε, αφού αυτοκτόνησε».
Το δικό σου κενό πώς το αντιμετωπίζεις; «Από τη μία έχω το απαρηγόρητο και από την άλλη έχω και κάτι πολύ δυνατό. Επειδή είμαι σκληρή με τον εαυτό μου –δεν το συμπεριλαμβάνω στα θετικά μου αυτό –και επειδή μεγάλωσα με αρκετούς κανόνες και όρια, έχω την ικανότητα να αντιμετωπίζω την καθημερινότητα κρύβοντας αυτό το σκοτάδι. Ή βάζοντάς το στο κουτί με το κλειδί του. Βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι κάνω αυτή τη δουλειά. Αν είχα την ικανότητα να αντιμετωπίζω τα πάντα τέλεια, μπορεί και να μη χρειαζόταν να την κάνω. Αλλά έχω αυτό το πράγμα, που κάποιες φορές κλαίνε τα μάτια μου χωρίς να ξέρω ακριβώς το γιατί».


Θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε τη σκηνή στη ζωή; Να ζούμε πιο πολύ σαν ήρωες έργων; «Να σου πω κάτι; Ολα αυτά τα ακραία και τα γενναία μπορούμε να τα κάνουμε στο θέατρο επειδή ξέρουμε το τέλος. Δηλαδή εγώ μπορώ να είμαι πολύ επιθετική με τον Ιαν, γιατί ξέρω ότι στο τέλος μπορεί και να τα βρούμε. Οτι στο τέλος, ο ένας θα είναι απαραίτητος για τον άλλο. Στη ζωή όμως πόσο επιθετικός μπορείς να είσαι με τον άλλον όταν δεν ξέρεις αν θα φύγει;».


Ανησυχείς καμιά φορά όταν σε επιλέγουν για τέτοιους ρόλους; «Είναι φορές που αναρωτιέμαι: «Γιατί τις παίζω όλες αυτές τις περίεργες;». Τώρα τελευταία έχω αρχίσει να ανησυχώ! Ρώτησα τον Τάρλοου, του είπα: «Γιατί εγώ, Δημήτρη;». Μου είπε: «Επειδή πιστεύω ότι είστε αρκετά τρελοί κι εσύ και ο Ακύλλας και μπορείτε να το κάνετε». Δεν ξέρω αν ο σκηνοθέτης μού το είπε αυτό επειδή ήθελε να με γοητεύσει ή επειδή ήταν η ωμή αλήθεια!».
Συμφωνείς με τη θέση της ψυχανάλυσης, ότι για να τα βρεις με κάποιον πρέπει πρώτα να τα βρεις με τον εαυτό σου; «Ιδανικά, όταν δύο άνθρωποι που έχουν δουλέψει πολύ τον εαυτό τους και είναι πολύ ισορροπημένοι συναντηθούν, μπορούν να κάνουν μια ισότιμη σχέση, και τελικά πιστεύω ότι αυτές οι σχέσεις είναι που προχωρούν με την έννοια του για πάντα, με μια καλή καθημερινότητα. Επειδή όμως οι περισσότεροι άνθρωποι είμαστε πολύ τραυματισμένοι, όταν συναντηθεί το τραύμα το δικό μου με το τραύμα του άλλου, εκεί προκύπτει μια ένωση πολύ έντονη, που για εμένα αυτό είναι που λέμε «τρελός, παθιασμένος έρωτας». Τα δύο τραύματα κουμπώνουν και νιώθεις απόλυτη εξάρτηση. Εχει όμως και πολύ σκοτάδι. Αλλά και πολλή γοητεία και δεν μπορείς να το αποφύγεις, άμα σου συμβεί, σου συνέβη».
Η σημερινή εποχή ενδείκνυται για ρομαντικούς; «Διαβάζοντας την Κέιν έχεις την αίσθηση ότι μιλάει για έναν μηδενισμό, ο οποίος όμως για εκείνη είναι μια ακραία μορφή ρομαντισμού. Η ίδια έλεγε «no one survives life», κανείς δεν επιβιώνει από τη ζωή, εγώ τη βρίσκω πολύ ασυμβίβαστη και ρομαντική δήλωση».
Και τελικά αυτοκτόνησε… «Εγώ ξέρω ότι δεν είμαι αυτοκτονική, θέλω να δω τι θα γίνει στη συνέχεια. Η αυτοκτονία συνδέεται με κάτι μέσα σου που έχει ραγίσει, που σκίζεται, με μεγάλο αθέατο τραύμα. Οσο αυτό το τραύμα μπορείς να το κάνεις τέχνη, συζήτηση, έρωτα, είσαι μια χαρά. Οταν γίνει τόσο μεγάλο που δεν μπορείς να το διαχειριστείς πια, μιλάμε για άνθρωπο που δεν βρίσκει πουθενά φως».


Η μητέρα σου είναι ψυχολόγος, ο πατέρας και οι δύο παππούδες σου πολιτικοί. Πώς είναι να μεγαλώνεις σε ένα τέτοιο σπίτι; «Οντως, ακούγεται παράξενο να μεγαλώνεις σε μια οικογένεια και με τους δύο παππούδες πολιτικούς. Και όμως, είναι πιο νορμάλ από ό,τι φαίνεται, τουλάχιστον στη δική μου περίπτωση μεγάλωσα πολύ κανονικά. Τίποτα το περίεργο λοιπόν. Σχεδόν σαν οι παππούδες μου να έκαναν κάτι άλλο και να ήταν παθιασμένοι με τη δουλειά τους. Δεν πρόλαβα υγιή τον παππού Παπαληγούρα, τον γνωρίζω μέσα από τις ιστορίες του πατέρα μου. Τον Ράλλη είχα την τύχη να τον γνωρίσω περισσότερο. Ισως και να τους έχω εξιδανικεύσει, θεωρώ όμως ότι ήταν άνθρωποι που συνδύαζαν την ευφυΐα με την καλοσύνη. Σιχαίνομαι τις γενικεύσεις και με ενοχλεί αυτή η τάση της εποχής ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι. Οχι, δεν είναι όλοι ίδιοι, δεν γίνεται να είναι, γιατί τότε δεν έχουμε να ελπίζουμε σε τίποτα. Θα ήθελα να ζούσαν ο Ράλλης κι ο Παπαληγούρας, να άκουγα τις σκέψεις τους για το σήμερα. Αλλά κυρίως για να ξανακάναμε μαζί Χριστούγεννα, γιατί για μένα ήταν πάνω απ’ όλα οι παππούδες μου».
Σκέφτηκες ποτέ να αλλάξεις το επίθετό σου; «Οχι, ποτέ! Είμαι περήφανη για τους γονείς μου, σημασία έχει ποια μαμά είναι ψυχολόγος, ποιος πατέρας πολιτικός και νομίζω ότι είναι πολύ ωραίο ένα όνομα που είναι γνωστό ως πολιτικό να γίνει γνωστό και ως καλλιτεχνικό. Αυτό που με ενοχλούσε πάρα πολύ στις αρχές ήταν να ακούω ότι «αυτή μπορεί να έχει κάνει αυτά που έχει κάνει επειδή είναι κόρη του μπαμπά της». Στα πρώτα μου βήματα αναρωτιόμουν: «Μήπως αυτός με πήρε στην παράσταση επειδή το όνομά μου κάτι του έκανε; Μήπως από περιέργεια;». Τώρα δεν έχω τέτοια ανασφάλεια. Εμαθα να είμαι πιο επιεικής με τον εαυτό μου».


Οταν παίζεις σε άγρια έργα, όπως στην «Αόρατη Ολγα» πέρυσι, πώς νιώθει ο πατέρας σου; «Την «Αόρατη Ολγα» την είχε δει πολλές φορές. Ταράζεται όταν βλέπει να με κακομεταχειρίζονται, να με χτυπάνε, να με βιάζουν, λέει: «Καμιά ώρα θ’ ανέβω στη σκηνή και θα τους αρπάξω!». Και τώρα που θα είναι ακόμη πιο άγριο το έργο της Κέιν, τον σκέφτομαι ακόμη περισσότερο».


Την καρφίτσα της Μελίνας τη φόρεσες καθόλου; «Ποτέ. Την είχα μόνο στην τσέπη του παντελονιού μου στην πρεμιέρα της «Αντιγόνης» για γούρι, επειδή είχα πολλή αγωνία. Μετά είπα στον πατέρα μου να τη βάλει σε θυρίδα για να μην τη χάσω».


Και τώρα που την παραδίδεις πώς νιώθεις; «Εντάξει, όσο την είχα ήταν ωραία. Ας την πάρει κάποια άλλη τώρα…».
Τι συμβολίζει η Μελίνα για εσένα; «Πέρυσι τέτοια εποχή, αμέσως μετά τη βράβευση, πήγα στο Μιλάνο γιατί παίζαμε εκεί την «Οδύσσεια» του Μπομπ Γουίλσον και συνειδητοποιώ ότι όλο μου το σώμα έχει γεμίσει κοκκινίλες. Πάω στον ιταλό γιατρό, ο οποίος μού λέει: «Α, αυτό είναι από ένταση ή από τρομερή χαρά ή από πολλή αγωνία». Και του λέω: «Ναι, ξέρετε γιατί; Γιατί πήρα χθες το βραβείο Μελίνα Μερκούρη». Και ο ιταλός γιατρός μού λέει: «Μελίνα Μερκούρη; Καταλαβαίνω…». Και έλαμψαν τα μάτια του. Αυτό ήταν η Μελίνα».
* «Ερείπια» (Blasted), σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου, στο Θέατρο Πορεία (Τρικόρφων 3-5 & 3ης Σεπτεμβρίου 69). Πρεμιέρα στις 27/3.

**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino τo Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ