Λεφτά υπάρχουν; Το crowdfunding, δηλαδή η χρηματοδότηση ενός εγχειρήματος μέσω μιας μεγάλης και ετερόκλητης ομάδας κοινού, καταργεί τους μεσάζοντες και συνδέει απευθείας τον δημιουργό με το κοινό του. Είναι κάτι παραπάνω από τάση. Είναι το μέλλον και μία από τις σημαντικότερες ιδέες που θα κυριαρχήσουν στον κόσμο, όπως συμφώνησαν πρόσφατα «Guardian» και «Economist».
Εχεις μια ιδέα. Αλλά δεν έχεις χρήματα να την υλοποιήσεις. Μπορεί να είναι μια νέα ποικιλία κρασιού, μια εφεύρεση, η συγγραφή ενός βιβλίου, η κινηματογράφηση μιας ταινίας, το ανέβασμα μιας παράστασης. Υπολογίζεις με ακρίβεια πόσα χρήματα χρειάζεσαι. Φτιάχνεις ένα ολιγόλεπτο βίντεο μέσα από το οποίο συστήνεσαι, περιγράφεις αυτό που θέλεις να κάνεις όσο πιο ένθερμα μπορείς, λες πόσα λεφτά χρειάζονται και γιατί πιστεύεις ότι όποιος σε βλέπει αξίζει να μπει στον κόπο να σε βοηθήσει, καταθέτοντας έστω και ένα ευρώ μέσω ιντερνετικής τράπεζας (pay-pal).
Το βίντεο ανεβαίνει μέσω μιας πλατφόρμας, η διασημότερη όλων είναι το kickstarter. Τότε αρχίζει το τρέξιμο: θυμάσαι φίλους και γνωστούς, φτιάχνεις μια λίστα με τα mail ανθρώπων που γνωρίζεις πολύ, λίγο ή και ελάχιστα και στέλνεις το υλικό σου. Τα social media πάντα βοηθούν, το ίδιο και αν έχεις κάποια άκρη στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ώστε να προωθήσουν την καμπάνια σου. Αν όλα πάνε καλά, θα έχεις συγκεντρώσει το ποσό των ονείρων σου μέσα σε περίπου σαράντα ημέρες.
Η Ελληνοαμερικανίδα Βάλερι Κοντάκος, υπερήφανο και πολύ ενεργό μέλος της εταιρείας Exile Films που ειδικεύεται στο ντοκυμαντέρ, ήρθε στην Ελλάδα πριν από έντεκα χρόνια μαζί με τα παιδιά και τον ελληνοβρετανό σύζυγό της: «Τότε όλοι οι Ελληνες μας ρωτούσαν με απορία γιατί ήρθαμε και τώρα όλοι πίσω στην Αμερική μας ρωτούν γιατί δεν φεύγουμε. Οσο κοιτάς τον ήλιο και τη θάλασσα όλα φαίνονται ειδυλλιακά. Κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι να ζεις στην Ελλάδα όταν άρχισα να δουλεύω, όταν τα πράγματα που κανονικά πρέπει να είναι εύκολα ώστε να έχεις δύναμη για να αντιμετωπίσεις τις πραγματικές δυσκολίες, απλά δεν λειτουργούν».
Η ίδια δεν το έβαλε κάτω. Πρόσφατα, ενέδωσε στη γοητεία του kickstarter και βγήκε κερδισμένη. Μέσα σε τριάντα ημέρες κατάφερε να συγκεντρώσει 45.000 δολάρια που είχε «ζητήσει» μέσω της καμπάνιας της για το post-production του νέου ντοκυμαντέρ της «Μάνα». Και κάπως έτσι άρχισαν τα γυρίσματα σε ένα ορφανοτροφείο στη Νέα Μάκρη, το Λύρειο Παιδικό Ιδρυμα, το οποίο λειτουργεί από το 1967, φιλοξενεί 60 παιδιά περίπου και τα στηρίζει ακόμη και αφού ενηλικιωθούν, χάρη σε έξι καλόγριες.
Θεωρεί ότι το crowdfunding «πιάνει ευκολότερα σε μια χώρα όπως η Αμερική. Ο κόσμος εκεί θέλει να αισθανθεί ότι συμβάλλει σε κάτι».
Το «Μάνα» χρηματοδοτήθηκε από εκατοντάδες Ελληνες της Διασποράς, κυρίως από Αμερική και Αυστραλία, που έδωσαν από 1 ως 5.000 δολάρια –σε αυτή την περίπτωση, το όνομα του δωρητή μπαίνει στα credits με την ιδιότητα του συμπαραγωγού. Η καταβολή των χρημάτων γίνεται μέσω Amazon.com και για να χρησιμοποιήσεις την πλατφόρμα του kickstarter πρέπει να έχεις αμερικανική ή βρετανική υπηκοότητα και τραπεζικό λογαριασμό σε μία από τις δύο χώρες. Οι φόροι πληρώνονται στο εξωτερικό και τα χρήματα επενδύονται εδώ.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με την περίπτωση μιας άλλης Ελληνοαμερικανίδας, της Στέλλας Κυριακόπουλος, η οποία πριν από λίγες ημέρες ολοκλήρωσε τα γυρίσματα της ταινίας της «Βόλτα». Γεννήθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ από έλληνες μετανάστες, επέστρεψε και μεγάλωσε στην Αθήνα όταν ήταν εννέα ετών, έφυγε για σπουδές στο ΝΥU, για να βρει μια αγνώριστη πόλη πέρυσι τον χειμώνα που ξαναγύρισε: «Κόντεψα να πάθω κατάθλιψη όταν είδα πόσο έχει αλλάξει η Αθήνα. Είδα εικόνες που με σόκαραν και με έκαναν να βάζω τα κλάματα στη μέση του δρόμου. Ολες αυτές οι εικόνες έγιναν σκέψεις και μπήκαν στο ντοκυμαντέρ μου».
Κατά τη διάρκεια της «Βόλτας» μια μητέρα που την υποδύεται η ηθοποιός Μαρίσα Τριανταφυλλίδη περπατά στην Αθήνα μαζί με την πεντάχρονη κόρη της. Ο τελικός προορισμός τους σοκάρει και προβληματίζει. Μέσα σε 42 ημέρες όχι μόνο συγκεντρώθηκε, αλλά και ξεπεράστηκε το ζητούμενο ποσό των 25.000 δολαρίων. Ενα από τα δωράκια (perks) που ως είθισται προσφέρουν οι δημιουργοί στους ανθρώπους που καταθέτουν τον οβολό τους ήταν να φτιάξει σε όσους θα έδιναν από 250 ευρώ και πάνω βίντεο με προσωπικές φωτογραφίες τους και μουσική επένδυση της αρεσκείας τους: «Είμαι σίγουρη ότι το crowdfunding θα μας σώσει. Δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων, αναπτύσσεις και ένα δραστήριο δίκτυο ανθρώπων».

Το ελληνικό παράδειγμα με το «groopio»
Ο Δημήτρης Αναγνώστου έπιασε εγκαίρως τον παλμό της εποχής και δημιούργησε την ελληνική πλατφόρμα «groopio», που σημαίνει «ποιώ γκρουπ, φτιάχνω ομάδες» και παραπέμπει συνειρμικά και στους φανς (groupies): «Ξεκινήσαμε το 2009, όταν λόγω κρίσης φάνηκε ξεκάθαρα ότι η χρηματοδότηση στον πολιτισμό θα γινόταν όλο και πιο ισχνή».
Και ξεκαθαρίζει: «Το crowdfunding δεν είναι έρανος, δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί έτσι ούτε από τον δημιουργό ούτε από το κοινό. Είναι μια νέα μορφή εμπορίου που βασίζεται στην ανταλλακτική πυραμίδα. Τα πλεονεκτήματα είναι τεράστια: μπορείς να έχεις προπώληση και προβολή προτού καν βγει το προϊόν σου στην αγορά. Αλλά για να πετύχεις πρέπει να κάνεις θόρυβο, να φανείς μέσα στον διαδικτυακό χαμό». Το μεγαλύτερο ποσό που συγκεντρώθηκε μέσω groopio ήταν 60.000 ευρώ για την ταινία «Α» του πρωτοεμφανιζόμενου Στάθη Αθανασίου που τώρα βρίσκεται στα γυρίσματα. Μέχρι στιγμής η πλατφόρμα έχει 40% επιτυχία. Περίπου 30 από τις 80 καμπάνιες που έχουν «ανέβει» έχουν πάρει χρήματα στα χέρια τους. Από τα χρήματα που συγκεντρώνονται το groopio κρατάει το 7%, για το οποίο και εκδίδει παραστατικό, «όπως οφείλει να κάνει και ο δημιουργός έστω και για το ένα ευρώ που του δίνει κάποιος».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ