Στις εκλογές του περασμένου Ιουνίου και σε συνθήκες ακραίας πόλωσης περισσότερο από 20% του εκλογικού σώματος ψήφισε κόμματα και σχηματισμούς που κινούνται μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.
Μιλάμε για ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες ψηφοφόρους.
Εκτοτε όλες οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν την οντότητα και την ανθεκτικότητα αυτού του χώρου.
Εστω και με δημοσκοπική κάμψη αλλά χωρίς σοβαρές διαρροές ούτε αξιοσημείωτες φυγόκεντρες δυνάμεις –πέρα από όσους επίδοξους μασκαράδες έτρεξαν να ντυθούν ΣΥΡΙΖΑ προτού ακόμη ανοίξει το Τριώδιο…
Στις ίδιες δημοσκοπήσεις και με ποσοστά που ξεπερνούν το 65% οι ερωτώμενοι θεωρούν την ύπαρξη αυτού του χώρου πολιτικά αναγκαία.
Ευλόγως. Υπάρχει ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας που έχει σοβαρές πολιτικές, πολιτιστικές, ιδεολογικές και ιστορικές διαφορές τόσο με τη ΝΔ όσο και με τον ΣΥΡΙΖΑ –κυρίως με τον δεύτερο…
Σε σημείο που η συνεννόηση με τη ΝΔ αποδείχθηκε μετεκλογικά επώδυνη αλλά τελικά ευκολότερη από τη σύμπλευση με έναν απροσδιόριστο και αμφιλεγόμενο «αριστερό» χώρο που φλερτάρει σταθερά με την ένταση, τη σύγκρουση και την εκτροπή.
Με άλλα λόγια, και για όλους αυτούς τους λόγους, η χώρα διαθέτει σήμερα ένα υπαρκτό και διακριτό τρίτο κόμμα.
Ενα «Κόμμα χωρίς Ονομα», το οποίο μπορεί να μη διαθέτει γραφεία, μέλη ή αρχηγό αλλά καλύπτει ένα σημαντικό μέρος της ελληνικής κοινωνίας.
Υπό αυτή την έννοια, το μοναδικό ενδιαφέρον του συνεδρίου του ΠαΣοΚ είναι ότι ανοίγει ουσιαστικά τις διαδικασίες ώστε αυτό το «Κόμμα χωρίς Ονομα» να αποκτήσει και όνομα και συγκρότηση και αρχηγό.
Αλλη χρησιμότητα δεν του βρίσκω και ούτε πρόκειται να με βοηθήσουν οι καβγάδες για συνέδρους και «συσχετισμούς».
Ούτως ή άλλως, τα «πασοκικά τερτίπια» έχουν εκπνεύσει προ πολλού –τα συλλυπητήριά μας στους συγγενείς…
Το ζητούμενο συνεπώς του ΠαΣοΚ δεν είναι πλέον το ΠαΣοΚ αλλά το «Κόμμα χωρίς Ονομα».
Το οποίο για να ευδοκιμήσει χρειάζεται και το ΠαΣοΚ και τη ΔΗΜΑΡ και τους Οικολόγους Πράσινους και όλους τους απλούς πολίτες που βρίσκουν το ματσάκι Σκουρλέτη – Μουρούτη απωθητικό.
Για να προκύψει όμως το συγκεκριμένο ζητούμενο θα πρέπει πρώτα το ΠαΣοΚ να κάνει επιμελώς τα μαθήματά του.
Ποια είναι αυτά; Αυτονόητα πράγματα.
Πρώτον, να ξεκαθαρίσει σαφώς τη θέση του απέναντι στη διακυβέρνηση Παπανδρέου και το μνημόνιο. Χωρίς καθαρούς λογαριασμούς δεν υπάρχουν καλοί φίλοι.
Δεύτερον, να απαλλαγεί από τα βαρίδια του κομματισμού και της φαυλοκρατίας. Καμία νέα προσπάθεια δεν μπορεί να ευδοκιμήσει όσο κουβαλάει στην πλάτη την απεχθέστερη κομματική καμαρίλα που γνώρισε η σύγχρονη Ελλάδα.
Τρίτον, να προσεγγίσει τις διαδικασίες ανοιχτά, ανυστερόβουλα, χωρίς δεύτερες σκέψεις και χωρίς κρυφές ατζέντες. Ολοι μέσα, όλα πάνω στο τραπέζι κι ό,τι βγει…
Τέταρτον, να διαφυλάξει την πολιτική, οικονομική και κυβερνητική σταθερότητα του τόπου.
Με άλλα λόγια, όσοι παπατζήδες του ΠαΣοΚ ονειρεύονται να ξαναμπούν στο παιχνίδι της εξουσίας ντυμένοι ΣΥΡΙΖΑ είναι αλλού ξημερωμένοι.

Κακά τα ψέματα, το «Κόμμα χωρίς Ονομα» δεν διαθέτει υπό τις παρούσες συνθήκες καμία δυνατότητα συμμαχιών προς τα αριστερά.
Κι ύστερα δεν έχει και κανέναν ιδιαίτερο λόγο να την αναζητεί.
Ισα-ίσα. Οσο στερεί από τον ΣΥΡΙΖΑ κάθε συμμαχική προοπτική τόσο τον καταδικάζει είτε να τεθεί στο διηνεκές εκτός εξουσίας (όπως συνεβη για πενήντα χρόνια στην Ιταλία με το ιταλικό ΚΚ) είτε να ενσωματωθεί επί της ουσίας στο ευρωπαϊκό, συνταγματικό και δημοκρατικό πλαίσιο.
Το δεύτερο θα ήταν προφανώς το πιο καλοδεχούμενο σενάριο.
Με άλλα λόγια, οι επιλογές του τρίτου κόμματος είναι σήμερα μονόδρομος. Αλλά μόνο αν επιμείνει στον μονόδρομο μπορεί να διευρύνει το φάσμα των επιλογών του.
Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι διπλό.
Αφενός αν το ΠαΣοΚ θα αποδεχθεί και θα υπηρετήσει ανεπιφύλακτα αυτή την προοπτική.
Αφετέρου αν θα ακολουθήσουν κι οι άλλοι.
Προφανώς ουδείς μπορεί να γνωρίζει σήμερα την απάντηση. Αλλά το ΠαΣοΚ έχει την ευκαιρία να κάνει το πρώτο βήμα.
Και, ως γνωστόν, ακόμη και το πιο μακρινό ταξίδι με ένα πρώτο βήμα ξεκινάει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ