Τα επίπεδα ραδιενεργού καισίου στα ψάρια της Φουκουσίμα είναι σήμερα εξίσου υψηλά με έναν χρόνο πριν. Το ανησυχητικό αυτό γεγονός μαρτυρεί ότι ίσως υπάρχει μια άγνωστη πηγή συνεχιζόμενης επιμόλυνσης στην περιοχή.
Παρόλα αυτά οι ερευνητές από το Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας Woods Hole στη Μασαχουσέτη στους οποίους ανήκουν τα νέα αποτελέσματα που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση «Science» αναφέρουν ότι οι καταναλωτές δεν πρέπει να ανησυχούν.
Διαρροή στο περιβάλλον
Οι ερευνητές κατέληξαν στα συμπεράσματά τους μετά από ανάλυση στοιχείων που αφορούσαν 9.000 δείγματα ψαριών τα οποία συνελέγησαν μέσα σε περισσότερο από ένα έτος από το πυρηνικό ατύχημα της Φουκουσίμα από ειδικούς του ιαπωνικού υπουργείου Γεωργίας, Δασοκομίας και Αλιείας. Ανακάλυψαν ότι η ποσότητα του καισίου-134 στα ψάρια δεν έχει μειωθεί το τελευταίο έτος. Με δεδομένο ότι το ισότοπο έχει χρόνο ημίσειας ζωής μόνο δύο ετών οι επιστήμονες με επικεφαλής τον Κεν Μπούσλερ συμπεραίνουν ότι το καίσιο-134 με κάποιον τρόπο διαρρέει στο περιβάλλον.
Είναι αξιοσημείωτο ότι τα επίπεδα καισίου ήταν υψηλότερα στα ψάρια που «κατοικούν» κοντά στον βυθό, κάτι που μαρτυρεί ότι η επιμόλυνση πιθανότατα σχετίζεται με τον πυθμένα της θάλασσας. Πιθανές πηγές θεωρούνται τα επιμολυσμένα υπόγεια ύδατα ή το νερό που χρησιμοποιήθηκε μετά το ατύχημα για την ψύξη των αντιδραστήρων – σε αμφότερες τις περιπτώσεις το νερό ίσως διέρρευσε στον ωκεανό. Μια τρίτη πιθανότητα είναι ότι το καίσιο εναποτέθηκε σε ιζήματα στον πυθμένα της θάλασσας και σταδιακά εκλύεται στα θαλάσσια ύδατα.
«Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει μια συνεχιζόμενη πηγή επιμόλυνσης» ανέφερε ο Μπούσλερ.
Ο Μιτσούο Ουεμάτσου από το Πανεπιστήμιο του Τόκιο αναφέρει ότι οι υποθέσεις της ομάδας από το Woods Hole φαίνονται λογικές. Τα ποτάμια μεταφέρουν επιμολυσμένα ιζήματα στον ωκεανό τα οποία μαζί με το πλανγκτόν και άλλους οργανισμούς που «τραβούν» το καίσιο, βυθίζονται και δημιουργούν ένα επικίνδυνο «ρεζερβουάρ» του ραδιενεργού ισοτόπου στον πυθμένα.
Οι αντίθετες απόψεις
Η υπόθεση αυτή δεν βρίσκει πάντως σύμφωνους όλους τους επιστήμονες. Ο γεωχημικός Μίτσιο Αογιάμα από το Ερευνητικό Μετεωρολογικό Ινστιτούτο της Ιαπωνίας υποστηρίζει πως με δεδομένο ότι τα επίπεδα καισίου-134 παραμένουν υψηλά και στα ψάρια που «κατοικούν» πιο ψηλά μέσα στη θάλασσα, η επιμόλυνση του πυθμένα δεν μπορεί να δίνει την απάντηση σχετικά με το τι ακριβώς συμβαίνει.
Ο Αογιάμα αναφέρει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν πως επιμολυσμένα υπόγεια ύδατα διαρρέουν στον ωκεανό. Προσθέτει πως σε ό,τι αφορά τα επίπεδα του καισίου στο νερό που χρησιμοποιήθηκε για την ψύξη των αντιδραστήρων αυτά έχουν καταμετρηθεί και είναι χαμηλά.
Ο ίδιος έχει τη δική του θεωρία: όπως λέει υπάρχουν κάποια στοιχεία που μαρτυρούν ότι τα ψάρια εμφανίζουν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις καισίου στον οργανισμό τους κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, γεγονός που ίσως μαρτυρεί πως ο ζεστός καιρός συνδέεται και με υψηλότερα επίπεδα του ραδιενεργού ισοτόπου.
Όχι ανησυχία στους καταναλωτές
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι – κατά περίεργο τρόπο – ο Μπούσλερ δεν πιστεύει πως τα ευρήματα της ομάδας του πρέπει να ανησυχούν τους καταναλωτές. Όπως λέει, οι νέοι κανονισμοί σχετικά με τα επίπεδα καισίου που ισχύουν στην Ιαπωνία είναι τόσο αυστηροί ώστε πολλά από τα ψάρια που καταναλώνονται σήμερα οπουδήποτε αλλού ανά τον κόσμο πιθανότατα είναι πολύ πιο… ραδιενεργά. «Ακούμε να λένε ότι οποιαδήποτε ποσότητα καισίου είναι βλαπτική. Μάλλον δεν μπορούμε όμως να λέμε κάτι τέτοιο όταν τρώμε ψάρια με φυσικά επίπεδα ραδιενεργού καλίου-40 τα οποία είναι 10 φορές υψηλότερα και δεν θεωρούνται επικίνδυνα για την υγεία» καταλήγει ο ειδικός.