«Αυτή η αβεβαιότητα διαρκείας δεν παλεύεται»
Σαν βραδιάζει και πέφτει της νύχτας η σιγαλιά, ο Μέρκος αποκαμωμένος από τις πολλές ενασχολήσεις της ημέρας «αράζει» πάνω σε κάτι κούτσουρα στο ξύλινο μπαλκόνι του κι αγναντεύει τον φωτισμένο κάμπο. Από εκεί, από το Παληοχώρι, την άλλοτε Κουτσουφλιανή, έναν μικρό οικισμό λίγο κάτω από την κορφή του Βερμίου, κανά δυο-τρία χιλιόμετρα από Τρία-Πέντε Πηγάδια, σε ένα ξέφωτο ενός παρθένου δάσους από οξιές και σφενδάμους, μπορεί να βλέπει τον κάμπο των Γιαννιτσών και στο βάθος τα φώτα της πολύβουης Σαλονίκης. Απολαμβάνει τέτοιες ώρες, κατά τη συνήθειά του, ένα ποτήρι αρωματικό ξινόμαυρο, ανακατεμένο με τοπικές ποικιλίες, το οποίο θεωρεί ανώτερο από τα καλύτερα γαλλικά κρασιά και προσπαθεί να ξεπεράσει τις πολλές αγωνίες που τον καταδιώκουν.
Πριν από τρία χρόνια μετοίκησε εκεί με τη σύζυγό του Μαρία, μια εκλεπτυσμένη δασολόγο που αγαπά παθολογικά τη φύση, αφού ολοκλήρωσε με ατέλειωτους κόπους, άπειρες προσωπικές θυσίες, πολύ μεράκι και κάμποσα δανεικά μια μικρή ξεχωριστή ξενοδοχειακή μονάδα από αυτόνομες ξύλινες κατοικίες, απόλυτα συμβατή με το περιβάλλον. Τα δύο πρώτα χρόνια ο «Σφένδαμος» δεν ένιωσε την κρίση. Η μονάδα απέδιδε τον χειμώνα, αλλά και τα καλοκαίρια δεν έμεναν παραπονεμένοι. Είναι οι ίδιοι αφοσιωμένοι στη δουλειά τους, τα περισσότερα αγαθά είναι δικά τους, η Μαρία μαγειρεύει, φτιάχνει από μαρμελάδες και λικέρ μέχρι ζυμαρικά και γλυκά του κουταλιού, εκείνος φροντίζει την πελατεία, τα οικήματα, τον κήπο, τα δύο άλογά του και μαζί μια αταίριαστη παρέα σκύλων, που συναποτελούν δυο-τρία λαγωνικά και ένας θεόρατος δυσκίνητος του Αγίου Βερνάρδου.
Φέτος όμως ο Μέρκος είναι εμφανώς ανήσυχος. Η ηρεμία του δάσους και το αγνάντιο του κάμπου δεν επαρκούν να αποδιώξουν τις αγωνίες και τις πολλές φοβίες που τον καταδιώκουν. Οι παραθεριστές λιγοστοί, τα έσοδα περιορισμένα, οι τράπεζες πιεστικές, οι φόροι δυσβάσταχτοι, όλοι βιώνουν μια ιδιότυπη κατάσταση ανασφάλειας, αναστολής και αναμονής. Σχεδίαζε να επεκτείνει τη μονάδα, να τη βελτιώσει, να την ενισχύσει, αλλά δεν το επιχειρεί. Αλλωστε δεν υπάρχουν πόροι – ο διευθυντής της τράπεζας του το έκοψε από την αρχή, παρ’ ότι καλοπληρωτής – και, το κυριότερο, σε αυτό το περιβάλλον ανασφάλειας πώς να πάρεις ρίσκο.
«Ολα τα αντέχουμε, αλλά αυτή η αβεβαιότητα διαρκείας δεν παλεύεται» λέει και ξαναλέει. «Να τελειώνουμε επιτέλους• θα μείνουμε ή δεν θα μείνουμε στο ευρώ, αν είναι να πάμε στη δραχμή ας πάμε μια ώρα αρχύτερα, αλλά να ξέρουμε πως θα δουλέψουμε, πως θα κινηθούμε, δεν μπορούμε να ζούμε μονίμως με τον φόβο» προσθέτει. «Εμείς εδώ στη Νάουσα – συνεχίζει – την κρίση τη βιώσαμε μόνοι μας το 2001, όταν μετά το κραχ του Χρηματιστηρίου έκλεισαν μαζικά τα εργοστάσια και ο κόσμος βρέθηκε στην ανεργία, αλλά δεν πτοηθήκαμε, συνεχίσαμε. Κι εγώ έμεινα χωρίς δουλειά, όμως πάλεψα, δεν με πήρε ούτε μία μέρα από κάτω, βρήκα διέξοδο στο βουνό. Οι περισσότεροι μετακινήθηκαν, άλλαξαν δραστηριότητα, η αγροτική παραγωγή τριπλασιάσθηκε, οι οπωρώνες, τα αμπέλια αναγεννήθηκαν, έχουμε πάνω από είκοσι επισκέψιμα οινοποιεία στην περιοχή, ο κόσμος άλλαξε, πήρε πρωτοβουλίες, αλλά υπήρχε ένα σταθερό περιβάλλον που τώρα έχει χαθεί».
«Αυτή είναι αρρωστημένη κατάσταση, πρέπει να λήξει το ταχύτερο» επέμεινε ο Μέρκος. «Πες τους εκεί στην Αθήνα να λήξει η εκκρεμότητα, εδώ έχουμε κουλτούρα παραγωγής και δημιουργίας, δεν αντέχουμε ούτε μέρα καθηλωμένοι κι άπραγοι» κατέληξε, πίνοντας την τελευταία γουλιά του απολαυστικού ξινόμαυρου, πριν καληνυχτίσει και πάει για ύπνο.
«Ή παίρνουμε τα μέτρα ή χάνουμε το ευρώ»
Τις ίδιες μέρες και νύχτες στην πνιγηρή από τη ζέστη και την υγρασία Αθήνα ο υπουργός Οικονομικών κ. Γιάννης Στουρνάρας δεν είχε ύπνο για περίπου τους αυτούς λόγους. Η τρόικα είχε εγκατασταθεί για τα καλά στην πρωτεύουσα, ο Μπαρόζο επίσης είχε καταφθάσει προκειμένου να θέσει επί τόπου τα διλήμματα στην τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά, η εξίσωση των μέτρων που εκλήθη να λύσει δεν βγαίνει χωρίς πολιτικό κόστος και το ερώτημα «ευρώ ή δραχμή» δεν απαντιέται χωρίς πόνο και δάκρυα.
«Εχω να κοιμηθώ τέσσερις μέρες, με δύο ώρες ύπνο το εικοσιτετράωρο τη βγάζω» εξομολογείται στους συνομιλητές του. «Αν δεν ήμουν επίμονος κολυμβητής και σε καλή φυσική κατάσταση, θα είχα καταρρεύσει αυτές τις μέρες με τόσο άγχος και τόση κούραση» δηλώνει χαρακτηριστικά. «Δυστυχώς δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις» προσθέτει και εξηγεί ότι «τα μηνύματα που λαμβάνουμε από παντού, από την Ευρώπη, από τις τράπεζες και από τις αγορές, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια επιλογών».
Για τον κ. Στουρνάρα το δίλημμα είναι καθαρό και σαφές: «Ή παίρνουμε τα μέτρα ή χάνουμε το ευρώ» λέει χωρίς περιστροφές. Για να διευκρινίσει περιγράφοντας την ουσία του προβλήματος ότι «με τις συντάξεις, τα κοινωνικά επιδόματα και τους μισθούς να αποτελούν το 60% των πρωτογενών δαπανών του κράτους δεν επιτυγχάνεται περιστολή και έλεγχος των ελλειμμάτων χωρίς επέμβαση σ’ αυτή τη ζώνη». Και εξηγεί ότι «δεν έχουμε άπειρες δυνατότητες μείωσης των λειτουργικών δαπανών, γιατί οφείλουμε να εξασφαλίσουμε την εύρυθμη λειτουργία των σχολείων, των νοσοκομείων, της Αστυνομίας, του στρατεύματος και του κράτους γενικότερα». Οπότε η επέμβαση στο σκέλος των συντάξεων, των κοινωνικών επιδομάτων και των μισθών στο Δημόσιο θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Μόνο που, όπως λέει ο υπουργός Οικονομικών, «θα προσπαθήσουμε να μην είναι οριζόντια αλλά συνδυασμένη, χρησιμοποιώντας εισοδηματικά κριτήρια, θέτοντας οροφές στο ύψος των συντάξεων, κύριων και επικουρικών, και γενικότερα εισερχόμενοι στα βαθιά των ρυθμίσεων που κατά καιρούς έχουν θεσπιστεί».
Οπως και να έχει, πάντως, οι περικοπές είναι περικοπές, οι εισοδηματικές απώλειες δεν θα είναι μικρές και κατά τα φαινόμενα θα προσεγγίζουν τα 3,5 δισ. ευρώ για τις συντάξεις και το 1 δισ. ευρώ για τους μισθούς, ενώ τα υπόλοιπα μέχρι τα 11,5 δισ. ευρώ από την περιστολή των λειτουργικών δαπανών χρησιμοποιώντας διάφορα εργαλεία, ως και την απόδοση εργασιών στον ιδιωτικό τομέα. Ηδη την περασμένη Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών παρουσίασε στον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά και στους δύο πολιτικούς αρχηγούς που στηρίζουν την κυβέρνηση, τους κκ. Ευ. Βενιζέλο και Φ. Κουβέλη, έναν μακρύ κατάλογο μέτρων, ορισμένα εκ των οποίων εκρίθησαν πολύ σκληρά και πολιτικά μη διαχειρίσιμα. Αποφασίστηκε έτσι να ακολουθήσει τη Δευτέρα νέα συνάντηση των τριών πολιτικών αρχηγών στην οποία θα παρουσιαστούν και θα αξιολογηθούν εναλλακτικά σενάρια μείωσης των δημοσίων δαπανών.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο κ. Στουρνάρας ξεκαθαρίζει ότι η επιλογή των μέτρων θα είναι δύσκολη και το πολιτικό κόστος δεδομένο. Ωστόσο επιμένει ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις και ότι το δίλημμα έχει μόνο μια απάντηση. Πιστεύει βαθιά ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αποχωριστεί το ευρώ, το κόστος θα είναι δυσθεώρητο και το σοκ ακόμη μεγαλύτερο. Γι’ αυτό πιστεύει ότι τη Δευτέρα θα υπάρξει συμφωνία. Το ζήτημα βεβαίως και το ερώτημα που εκ των πραγμάτων τίθεται είναι αν έτσι όντως θα λυθεί και το πρόβλημα. Αν μετά και τα νέα μέτρα η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει έστω φτωχότερη σε ασφαλές λιμάνι ή θα συνεχίσει να πλέει σε τρικυμισμένα κύματα απειλούμενη με βύθιση ανά πάσα στιγμή.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ