Παρά τη φαινομενική ηρεμία, οι δαίμονες του εθνικισμού βασανίζουν την γραφική μικρή πόλη Τίργκου Μούρες στη Ρουμανία, όπου πληθυσμιακά κυριαρχεί η ουγγρική μειονότητα. Πριν από λίγες μέρες η κυβέρνηση της Ουγγαρίας πρότεινε στην ρουμανική κυβέρνηση να διαχωρίζονται με νόμο οι ουγγρικής και ρουμανικής καταγωγής φοιτητές στην Ιατρική και Φαρμακευτική Σχολή του τοπικού πανεπιστημίου (UMF). Από τους 4.500 φοιτητές, το ένα τρίτο είναι ούγγροι μειονοτικοί.

«Μερικά πολιτικά κόμματα της Ρουμανίας εκμεταλλεύονται το πανεπιστήμιο μας για να κερδίσουν ψήφους» επιβεβαιώνει ο Λεονάρντ Αζαμφιρέι, κοσμήτορας του UMF. «Επεμβαίνουν με βίαιο τρόπο στη λειτουργία του πανεπιστημίου για λόγους που δεν έχουν σχέση με την πανεπιστημιακή ζωή. Η κυβέρνηση πρέπει να σεβαστεί την ακαδημαϊκή μας αυτονομία».

Η Ρουμανία έχει μια ισχυρή μειονότητα 1,5 εκατομμυρίου Ούγγρων που αντιπροσωπεύει το 7 % του πληθυσμού. Η πλειοψηφία των ουγγρικής καταγωγής Ρουμάνων ζει στην Τρανσυλβανία, μια περιοχή που εντάχθηκε στο αυστρο-ουγγρικό κράτος μόλις στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρά τις εντάσεις που επηρέασαν τις σχέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες λόγω του παρελθόντος, οι Ρουμάνοι και οι Ούγγροι ξαναβρήκαν μια ισορροπία τα τελευταία χρόνια εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλά ο εθνικιστικός πυρετός, όπως διαπίστωσε πρόσφατα σε επιτόπια έρευνα ο γάλλος δημοσιογράφος της εφημερίδας Le Monde Μιρέλ Μπραν, κυριεύει ξανά τους Ούγγρους της Ρουμανίας

«Είμαι έκπληκτη βλέποντας τους πολιτικούς, που θα έπρεπε να υποδεικνύουν μια ωριμότητα, να παρακινούν τον εθνικισμό, 22 χρόνια μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος», λέει η Άγκελα Μπόρντα, καθηγήτρια στο UMF. «Από τον διαχωρισμό χάνουν τόσο οι Ρουμάνοι όσο και οι Ούγγροι. Οι φοιτητές θα έπρεπε να μπορούν να επωφεληθούν γνωρίζοντας τι εθνικότητας είναι ο κάθε καθηγητής. Είναι απαράδεκτο οι πολιτικοί υποκινούμενοι από την ψηφοθηρία, να σπρώχνουν τους ανθρώπους στον τον εθνικισμό».

Ποια είναι η αφορμή της νέας μισαλλοδοξίας ; Είναι η επιθυμία της ουγγρικής μειονότητας να ιδρυθεί στο πανεπιστήμιο ένα τμήμα ουγγρικής γλώσσας για όλους, μακροχρόνιο αίτημα που αποτελεί πηγή κλιμακούμενων εντάσεων.

Η ιατρική σχολή έχει ήδη ένα θεωρητικό μάθημα ουγγρικής γλώσσας, αλλά ένα αυτόνομο τμήμα θα επέτρεπε στους μειονοτικούς φοιτητές να επωφεληθούν από ένα πρακτικό μάθημα στην μητρική τους γλώσσα.

«Πρέπει να παλέψουμε για τα δικαιώματά μας», υποστηρίζει ο Μάρκο Μπέλα, αντιπρόεδρος του μειονοτικού κόμματος UDMR. «Δεν μπορούμε να σιωπήσουμε. Δεν είμαστε φιλοξενούμενοι στον ίδιο μας τον τόπο».

Την άποψη αυτή στηρίζουν και οι Ούγγροι καθηγητές. «Εμείς θέλουμε να διδάσκονται οι νέοι και οι νέες μας την ιατρική ή οποιοδήποτε άλλη επιστήμη στην γλώσσα μας», δηλώνει ο καρδιολόγος Ιμρε Μπενεντέκ. Και προχωράει σε ευθεία αμφισβήτηση της κυριαρχίας της κεντρικής κυβέρνησης του Βουκουρεστίου: «Θέλω να έχουμε το δικαίωμα να εκλέγουμε εμείς τους καθηγητές και να επιλέγουμε τους φοιτητές του τμήματος μας».

Πίσω από τις συζητήσεις περί αυτονομίας, η πολιτική πρόκληση είναι σημαντική για το κόμμα UDMR. Ο μειονοτικός αυτός πολιτικός φορέας, που δημιουργήθηκε το 1989 μετά την ανατροπή και εκτέλεση του αλήστου μνήμης κομμουνιστή δικτάτορα Νικολάε Τσαουσέσκου, κατεβαίνει στις ερχόμενες βουλευτικές εκλογές της Ρουμανίας, πιο εθνικιστικά και διεκδικητικά από ποτέ.

Από το 1996, οι βουλευτές του UDMR συμμετέχουν στις κυβερνήσεις συνεργασίας. Είτε δεξιοί είτε αριστεροί, τα ρουμανικά κόμματα έπρεπε να συμμαχήσουν μαζί τους για να αποκτήσουν πλειοψηφία. Ο μικρός ουγγρικός σχηματισμός φαινόταν ότι είχε σίγουρο πολιτικό μέλλον, αλλά μετά το 2008, δύο άλλα κόμματα, πιο ριζοσπαστικά, τον ανταγωνίζονται και «κορφολογούν» το εκλογικό σώμα της μειονότητας.

Για αυτό το UDMR στράφηκε προς την εθνικιστική ρητορεία. Απείλησε ότι θα ρίξει την κυβέρνηση αν δεν επιτρέψει στη διεύθυνση του πανεπιστημίου της Τίργκου Μούρες να διαχωρίσει τους Ούγγρους από τους ρουμάνους φοιτητές.

«Αντιτίθεμαι στην ιδέα ενός διαχωρισμού στην κοινότητα μας. Πιστεύω στην ένταξη μας στην ρουμανική και ευρωπαϊκή κοινωνία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης» αντιτείνει ο Κωνσταντίν Κοποτιού πρύτανης του UMF.

Όσον αφορά τους φοιτητές, κάποιοι παραμένουν αμήχανοι. «Ήρθαμε να σπουδάσουμε εδώ για να γίνουμε γιατροί και να ξεπεράσουμε όλα τα εθνικά στερεότυπα», δηλώνει η Νουσού Μαρίκα, τριτοετής φοιτήτρια στην γενική ιατρική. «Αυτό το πολιτικό τσίρκο πρέπει να σταματήσει. Να μας αφήσουν ήσυχους γιατί αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να γίνουμε καλοί γιατροί για όλη την κοινωνία».