Αντί να μιλάμε για εκλογές ακατάπαυστα, αποσυντονίζοντας κάθε οικονομικό σχεδιασμό, θα έπρεπε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των Ιταλών.

Να δώσουμε στον κ. Παπαδήμο χρόνο και δυνατότητα ανασυγκρότησης της κυβέρνησης του για να σταθεροποιήσει την ελληνική οικονομία. Ακριβώς, όπως το Ιταλικό πολιτικό σύστημα, αντιμετωπίζοντας κρίση χρέους πολύ μικρότερης κλίμακας, έδωσε στον κ. Μόντι την ευκαιρία να σταθεροποιήσει τη δική του χώρα, με ευεργετικά αποτελέσματα για την Ιταλία μέχρι τώρα.
Η επίτευξη της συμφωνίας για τη δεύτερη δανειακή σύμβαση μας δίνει κάποιες ανάσες… ένα στενό χρονικό περιθώριο για να επιβιώσουμε μέσα στην Ευρωζώνη. Ωστόσο δεν είναι αρκετό. Ειδικά, αν θέλουμε μαζί με την επίπονη δημοσιονομική προσαρμογή να ανατάξουμε την αναπτυξιακή διαδικασία στη χώρα μας. Και εδώ ακριβώς εντοπίζεται το πρόβλημα: η ανάπτυξη βρίσκεται στα χείλη όλων των πολιτικών μας, όμως φοβάμαι, με επιπόλαιο τρόπο.
Και εξηγούμαι. Η αναπτυξιακή διαδικασία, όπως είναι γνωστό, στηρίζεται στην επένδυση, στη δαπάνη των επιχειρήσεων σε πάγια στοιχεία που ενισχύουν καινοτόμες παραγωγικές διαδικασίες. Αυτό που καθιστά τη διαδικασία λήψης επενδυτικών αποφάσεων εφικτή είναι η ύπαρξη σχετικά σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος, το οποίο με τη σειρά του προσδιορίζεται από σταθερό και σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο όπως η εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης, η απελευθέρωση των αγορών κ.λ.π .

Εκτός αυτού όμως η σταθερότητα του επενδυτικού περιβάλλοντος καθορίζεται άμεσα και από τη σταθερότητα του πολιτικού περιβάλλοντος. Κάτι που λείπει παντελώς από την ελληνική πραγματικότητα στις ημέρες μας και θα οξυνθεί ως πρόβλημα μετά τις επικείμενες εκλογές, με βάση τον κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων που δίνουν όλες οι δημοσκοπήσεις.

Οι πολιτικοί μπορεί να ευαγγελίζονται την ανάπτυξη, αλλά μιλώντας συνεχώς για εκλογές από τον προηγούμενο Νοέμβριο, αποσταθεροποιούν το πολιτικό περιβάλλον. Μ’ αυτή τη στάση τους υπονομεύουν, θέλω να πιστεύω ασυνείδητα, την αναπτυξιακή διαδικασία. Παρατεταμένη εκλογολογία και διάσπαση των πολιτικών δυνάμεων με ασυνήθιστα σκληρές αντιπαραθέσεις (βλέπε πρόσφατη θέση πολιτικού αρχηγού που διαχωρίζει τους Έλληνες πολιτικούς σε Έλληνες και λιγότερο Έλληνες) διαμορφώνουν ένα εκρηκτικό πολιτικό σκηνικό που δυσκολεύει, αν δεν ακυρώνει, κάθε επενδυτικό σχεδιασμό είτε Ελλήνων είτε ξένων επιχειρηματιών.
Αφήστε λοιπόν τον τεχνοκράτη κ. Παπαδήμο, που έδειξε απτά δείγματα αποτελεσματικότητας, να συγκροτήσει τη δική του κυβέρνηση, που θα λειτουργεί χωρίς το παραλυτικό «πολιτικό κόστος» και δώστε του χρόνο, μέχρι τη λήξη της θητείας της παρούσας Βουλής, τον Οκτώβριο του2013. Υλοποιείστε δηλαδή τη σχετική πρόταση που έγκαιρα διατύπωσε ο πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, κ. Στεφανόπουλος, στις 11-12-2011, προβλέποντας ακριβώς τους κινδύνους πολιτικής αστάθειας για την οικονομία μας.
Επομένως, τα πολιτικά κόμματα, τουλάχιστον αυτά που στηρίζουν τη παραμονή μας στο Ευρώ, έχουν χρέος να αναπροσαρμόσουν την ατζέντα τους και να αφήσουν τον κ. Παπαδήμο να επιτελέσει, πράγματι, το Ηράκλειο έργο της κυβέρνησης του μέχρι τέλος… αν εννοούν βέβαια αυτά που λένε για επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη.
Μια κυβέρνηση Παπαδήμου φέρνοντας την οικονομία στο «ξέφωτο» είναι πιθανό να αποκλιμακώσει τις συνθήκες σύγχυσης και ανασφάλειας που τώρα κυριαρχούν, εύλογα, στο εκλογικό σώμα. Μετά από 18 μήνες, μια βελτιωμένη οικονομία θα ενισχύσει ένα κλίμα νηφαλιότητας απαραίτητο για μια ποιοτική εκλογική διαδικασία. Συνοψίζοντας, μια κυβέρνηση Παπαδήμου μακράς πνοής, αντιμετωπίζει καλύτερα το τεράστιο πολιτικό κόστος των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, ενισχύει την πολιτική σταθερότητα που είναι απαραίτητη για τις επενδύσεις και μας οδηγεί σε εκλογές όπου δεν θα επικρατεί η παρούσα απόγνωση των πολιτών και η υστερία των ΜΜΕ.
Όλοι θα κερδίσουμε, εθνική οικονομία και πολιτικό σύστημα, αν ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στο παράδειγμα των Ιταλών…

*O κ. Δ. Μ. Μιχαήλ είναι Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας